Με τις διαταγές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που αποδέχτηκε η ελληνική κυβέρνηση, είναι όλοι οι εργαζόμενοι της Ευρώπης που υπέστησαν ήττα

Με τις διαταγές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που αποδέχτηκε η ελληνική κυβέρνηση, είναι όλοι οι εργαζόμενοι της Ευρώπης που υπέστησαν ήττα - Στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη να οικοδομήσουμε την αντεπίθεση

Διακήρυξη του Εκτελεστικού Γραφείου της 4ης Διεθνούς

12 Αυγούστου 2015

Η υπογραφή, από την κυβέρνηση Τσίπρα, της συμφωνίας που απαίτησε η Τρόϊκα και η επιβολή ενός τρίτου μνημονίου στην Ελλάδα αντιπροσωπεύουν μια αναντίρρητη νίκη για τις καπιταλιστικές δυνάμεις στην Ευρώπη.

Η υπογραφή αυτή αποτελεί αντιστροφή της εντολής που έδωσε ο ελληνικός λαός με το μαζικό “Όχι” στο δημοψήφισμα της 5 Ιουλίου 2015. Μέσα από αυτό, μια ταξική ψήφος, χωρίς καμία δυνατή αμφισημία, απέρριψε το σχέδιο συμφωνίας που απαιτούσε η Τρόϊκα. Μέσα από την ψήφο αυτή επαναδιατυπώθηκε με δύναμη η άρνηση των πολιτικών λιτότητας και εξαθλίωσης που έφεραν τα δύο πρώτα μνημόνια, τα οποία εφαρμόστηκαν από τα κόμματα της δεξιάς και της σοσιαλδημοκρατίας, άρνηση που είχε ήδη οδηγήσει στη νίκη του Σύριζα, τον Γενάρη.

Η κωλοτούμπα αυτή ήταν έκδηλη ήδη από την επαύριο του δημοψηφίσματος. Ο Τσίπρας, ακολουθώντας τις απαιτήσεις των διαπραγματευτών του Eurogroup, συνέγραψε μια διακήρυξη εθνικής ενότητας μαζί με τα κόμματα που υποτάσσονται στην Τρόϊκα (Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ και Το Ποτάμι), που μόλις είχαν ηττηθεί στο δημοψήφισμα.

Η συμφωνία, που υιοθετήθηκε μερικές μέρες αργότερα είναι ακόμα πιο καταστροφική για τον ελληνικό πληθυσμό από αυτή που απορρίφθηκε στις 5 Ιουλίου.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι ευρωπαϊκές συντηρητικές και σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις επέβαλαν μια συμφωνία που διαλύει και τα τελευταία κατάλοιπα των κοινωνικών δικαιωμάτων και που επιβάλει μια πραγματική αποικιακή κηδεμονία, αφαιρώντας από τους ελληνικούς εθνικούς θεσμούς κάθε επικυριαρχία στις αποφάσεις. Η δημιουργία ενός οργανισμού ιδιωτικοποίησης των ελληνικών δημοσίων αγαθών κάτω από τον άμεσο έλεγχο των πιστωτών ενισχύει το γρήγορο ξεπούλημα του εθνικού πλούτου.

Η αντίσταση σε μια τέτοια συνθηκολόγηση εκφράστηκε, ήδη από την αναγγελία του σχεδίου συμφωνίας, από τη μεριά της Αριστερής Πλατφόρμας του Σάριζα, από την πλειοψηφία των μελών της Κεντρικής Επιτροπής του, από τις άλλες αριστερές δυνάμεις που έδωσαν τη μάχη του “Όχι” -ιδιαίτερα από τους αγωνιστές της Ανταρσύα- καθώς και από πολλές συνδικαλιστικές αντιδράσεις. Η διαμαρτυρία επίσης εκφράστηκε στο δρόμο, με διαδηλώσεις που καταστάλθηκαν βίαια από την κυβέρνηση, με πολλούς αγωνιστές να βρεθούν χτυπημένοι, μετά από την επίθεση των ΜΑΤ, και να συλληφθούν και μετά να καταδικαστούν από τα δικαστήρια απλώς επειδή απαίτησαν το σεβασμό των λαϊκών αποφάσεων. Οι αστυνομικές αυτές βαναυσότητες, άξιες της εποχής του Σαμαρά, δέχτηκαν τη στήριξη του Τσίπρα και της νέας του κυβέρνησης.

Η βία της επίθεσης που διεξάγουν οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκεται στο ύψος του διακυβεύματος: να αποδείξουν, σε αντίθεση με τις δημοκρατικές επιλογές του ελληνικού λαού, ότι δεν υπάρχει, στο εσωτερικό της Ευρώπης, καμία εναλλακτική στα σχέδια λιτότητας που έχει χαράξει η ευρωπαϊκή άρχουσα τάξη. Ένα πράγμα είναι πλέον ιδιαιτέρως σαφές, αν δεν ήταν ήδη από προηγουμένως: είναι αδύνατον σήμερα, για μια κυβέρνηση της ριζοσπαστικής αριστεράς, να αντιταχθεί στη λιτότητα μέσα από την ευρωζώνη, αν δεν ετοιμαστεί για να βγει ή για να εκδιωχθεί από αυτήν.

Συνδέοντας τη συμμετοχή της Ελλάδας στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την αποδοχή των διαταγών αυτών αποκαλύπτεται και η αληθινή φύση αυτής της Ένωσης: ένα αντιδημοκρατικό οικοδόμημα, που ξεφεύγει από κάθε λαϊκό έλεγχο και που δεν έχει με κανέναν τρόπο για στόχο μια σύγκλιση προς τα πάνω της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης των ευρωπαϊκών πληθυσμών. Ο μόνος της στόχος, που επιβεβαιώθηκε από την εξέλιξη των οικονομιών μετά το 2002, είναι η υλοποίηση μιας αγοράς και ενός νομισματικού της στηρίγματος που να ευνοεί τις εξαγωγικές οικονομίες των χωρών του Βορά και που ενισχύεται από τη διάλυση των κοινωνικών δικαιωμάτων σε κάθε εθνικό χώρο και μέσα από μια λιτότητα χωρίς τελειωμό. Η νομισματική σταθερότητα έχει για συνοδευτικό της την υποτίμηση των μισθών. Το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, με τον κορσέ των συνθηκών του Μάαστριχτ και της Λισαβόνας, “χαραγμένων σε μάρμαρο”, αναδύεται ως το πλαίσιο που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από καμία λαϊκή επιλογή.

Η προοπτική που άνοιξε μετά τον Γενάρη του 2015 δεν ήταν επομένως ότι ο ελληνικός λαός θα αποφάσιζε να απομονωθεί από τους υπόλοιπους λαούς της Ευρώπης, αλλά ότι η αμφισβήτηση και η ρήξη με τους κανόνες της Ένωσης από τον ελληνικό λαό θα μπορούσε να αποτελέσει ένα πρώτο ισχυρό πλήγμα σε ένα οικοδόμημα που δεν μπορεί να διαλύσει παρά η κινητοποίηση του συνόλου των ευρωπαϊκών πληθυσμών.

Οι ευρωπαΐοι καπιταλιστές ηγέτες, συντηρητικοί και σοσιαλδημοκράτες, δεν δέχτηκαν σε καμιά στιγμή την εγκατάσταση μιας κυβέρνηση που είχε ως πρόγραμμα το σταμάτημα των πολιτικών λιτότητας και των μνημονίων. Ο Σύριζα αντιπροσώπευε μια σαφή εναλλακτική στις πολιτικές της Νέας Δημοκρατίας του Σαμαρά και προηγουμένως του ΠΑΣΟΚ. Το εκλογικό του πρόγραμμα εξέφραζε σαφώς τη θέληση να συγκρουστεί με τις διαταγές της Τρόϊκας. Σε αυτό, η πολιτική αυτή εμπειρία αντιπροσώπευε μια ευκαιρία για τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες, στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη, για να εκδηλωθεί η δυνατότητα ενός πολιτικού κόμματος με βάση ένα πρόγραμμα κατά της λιτότητας να μπορέσει να ισχυροποιηθεί και να επιβληθεί απέναντι στις αντιδραστικές δυνάμεις και να ξεκινήσει έναν προσανατολισμό που να έρχεται σε ρήξη με τις καπιταλιστικές ευρωπαϊκές απαιτήσεις.

Ωστόσο, οι τελευταίοι μήνες απέδειξαν ότι, για να απαντηθεί ένα τέτοιο διακύβευμα, απαιτείται να συγκροτηθεί μια ταξική σύγκρουση μέσα στην Ελλάδα και απέναντι και στην ευρωπαϊκή άρχουσα τάξη, το “πρωτο”-κράτος της και τις τράπεζές της, αμφισβητώντας το αθέμιτο χρέος, τους θεσμούς και τις συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η ηγεσία θέλησε να βασιστεί σε ένα αδύνατο στοίχημα: να βάλει τέλος στις πολιτικές λιτότητας στην Ελλάδα, σεβόμενη ταυτόχρονα τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις προθεσμίες αποπληρωμής του χρέους.

Όμως, σεβόμενη τα δάνεια που είχαν συνάψει οι προηγούμενες κυβερνήσεις και συνεχίζοντας για έξι μήνες να πληρώνει πάνω από 7 δις ευρώ στην ΕΚΤ και στο ΔΝΤ, αποδεχόμενη τον έκτακτο μηχανισμό ρευστότητας (ELA), η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορούσε να αποδεσμευτεί από τη θηλιά που είχε επιβάλει στο λαιμό του ελληνικού λαού η Τρόϊκα. Και όμως, ο έλεγχος του χρέους, που ζήτησε η Βουλή (το ελληνικό κοινοβούλιο), απέδειξε τον επονείδιστο και αθέμιτο χαρακτήρα του χρέους αυτού, το οποίο και έκανε μια σειρά από έλληνες βουλευτές να ζητήσουν την άμεση παύση αποπληρωμών του. Ο Τσίπρας αρνήθηκε την παύση αποπληρωμών του χρέους, όπως αρνήθηκε και να μπλοκάρει την έξοδο των κεφαλαίων αλλά και την εθνικοποίηση των ελληνικών τραπεζών και της Τράπεζας της Ελλάδας, που αποτελούσαν τα μόνο μέσα για να παρθεί πραγματικά ο έλεγχος του τραπεζικού συστήματος.

Το επιχείρημα υπέρ αυτής της πολιτικής και της τελικής αποδοχής της συνθηκολόγησης ήταν ότι ο δρόμος αυτός ήταν ο μόνος που θα επέτρεπε να αποφευχθεί η ασφυξία των ελληνικών τραπεζών και της χρεωκοπίας της χώρας και να αποφευχθεί και το grexit. Ο Τσίπρας υποστήριξε ότι δεν υπήρχε καμία εναλλακτική σε αυτό το δρόμο. Και προβάλει διαρκώς τις τελευταίες εβδομάδες, ενάντια στους αριστερούς επικριτές του, το επιχείρημα του νομίσματος: μια άρνηση των διαταγών και της συνθηκολόγησης θα είχε σπρώξει, κατά τον ίδιο, την Ελλάδα εκτός ευρωζώνης ή και Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και όμως, στην εκλογική του καμπάνια, ο Σύριζα είχε για σύνθημα το “καμία θυσία για το ευρώ”.

Το ευρώ και οι κανόνες της ΕΚΤ, που τέθηκαν με τη συνθήκη του Μάαστριχτ, χρησιμοποιήθηκαν, όπως το το χρέος, ως μια δεύτερη θηλιά για τον πνιγμό του ελληνικού λαού.

Η αποφυγή του grexit, που επικρέμεται σαν απειλή κατά της Ελλάδας από το σύνολο των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, έγινε για την κυβέρνηση Τσίπρα το απόλυτο προαπαιτούμενο, που τον οδήγησε να αφήσει στην άκρη κάθε επιθετική πολιτική στο ζήτημα του χρέους και στην υλοποίηση του προγράμματος κατά της λιτότητας του Σύριζα. Η άρνηση της εξόδου από την ευρωζώνη έγινε ένα είδος κατηγορικής επιταγής.

Ωστόσο, εδώ και πολλούς μήνες, και ιδιαίτερα στην καμπάνια για το “Όχι” στο δημοψήφισμα, η ελληνική αριστερά, όπως ιδιαίτερα η Αριστερή Πλατφόρμα του Σύριζα, εξέφρασε σαφείς προτάσεις για μια άλλη πολιτική, μια γραμμή σύγκρουσης και ρήξης με τους ηγέτες και τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι εναλλακτικές αυτές προτάσεις είχαν για επίκεντρο τον κοινωνικό έλεγχο μέσα από την εθνικοποίηση όλου του τραπεζικού συστήματος, την μονομερή παύση πληρωμών στην αποπληρωμή του χρέους, το μπλοκάρισμα στη φυγή των κεφαλαίων, το σταμάτημα των ιδιωτικοποιήσεων, την άμεση εφαρμογή των κοινωνικών μέτρων που προέβλεπε το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης. Είναι μέσα στο πλαίσιο της πραγματοποίησής τους, το οποίο επιβάλλει μια μάχη κατά της ελληνικής ολιγαρχίας και των προνομίων της, που θα έπρεπε και θα πρέπει να ετοιμαστεί μια διαδικασία ρήξης με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, και, δεδομένων των διαταγών της Τρόϊκα, να ετοιμαστεί και μια έξοδος από την ευρωζώνη.

Μια τέτοια πολιτική, συνειδητά υλοποιημένη, θα μπορούσε να στηριχτεί σε μια μαζική κινητοποίηση και στήριξη μέσα στη χώρα, που θα απελευθερωνόταν ακριβώς από την άμεση υλοποίηση των κοινωνικών μέτρων υπέρ των λαϊκών τάξεων. Το να τίθεται η παραμονή στην ευρωζώνη ως αξεπέραστο σύνορο χρησιμεύει κυρίως ως πρόσχημα για την απουσία εφαρμογής των επειγουσών οικονομικών και κοινωνικών μέτρων. Συμπερασματικά, οι επιλογές του Τσίπρα οδήγησαν σε μακροχρόνια υποταγή του ελληνικού λαού και σε μια κοινωνική κατάσταση πολύ πιο δραματική και από αυτήν στην οποία θα είχε να αντιμετωπίσει ο ελληνικός πληθυσμός σε περίπτωση εξόδου από την ευρωζώνη.

Η σελίδα των συγκρούσεων δεν έχει τελειώσει στην Ελλάδα

Η Αριστερή Πλατφόρμα του Σύριζα θα δώσει τη μάχη, στις επόμενες εβδομάδες, για να μην κερδίσει η Τρόϊκα άλλη μια νίκη καταφέρνοντας να διαλύσει το κόμμα αυτό και την εμπειρία του. Και το σύνολο των ελλήνων αντικαπιταλιστών, μέσα και έξω από τον Σύριζα, θα πρέπει να βρει τους δρόμους για μια αντεπίθεση, στηριζόμενη στην ενωτική εμπειρία των επιτροπών για το “Όχι”. Αυτό αφορά, καταρχάς, τις δυνάμεις του Σύριζα που αντιτάσσονται στη νέα πορεία του Τσίπρα, καθώς και τις δυνάμεις της Ανταρσύα. Αφορά επίσης τις δυνάμεις του συνδικαλιστικού κινήματος και το σύνολο του κοινωνικού κινήματος, που έδρασαν προς την ίδια φορά. Το ΚΚΕ, ήδη από την άνοδο της νέας κυβέρνησης τον Γενάρη, σαμπόταρε πλήρως κάθε κοινή δράση των δυνάμεων κατά της λιτότητας. Οι άλλες δυνάμεις της ελληνικής αριστεράς δεν μοιρολογούν απέναντι στην κατάσταση που, σήμερα όπως και χτες, αποτελεί εμπόδιο για την εφαρμογή ενός ενιαίου μετώπου κατά της λιτότητας.

Αλλά η εξέλιξη της ελληνικής κατάστασης καλεί και όλες και όλους αυτούς στην Ευρώπη, που θέλουν να αντιταχθούν στις καπιταλιστικές δυνάμεις. Το σήμα είναι σαφές: δεν μπορεί να υπάρξει φιλοδοξία αμφισβήτησης των πολιτικών λιτότητας που υφίστανται οι εργαζόμενοι χωρίς σύγκρουση, χωρίς διαδικασία ρήξης με τους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και στην προοπτική μιας Ευρώπης στην υπηρεσία των εργαζομένων και των λαών.

Ο σεβασμός του πλαισίου που έχουν θέσει οι συνθήκες, όπως και η ελπίδα μιας διαπραγμάτευσης λογικής συμφωνίας με τους θεσμούς, ισοδυναμεί με υποταγή στις απαιτήσεις της ΕΚΤ και της Κομισιόν. Δεν μπορεί να υπάρξει αυταπάτη για τα περιθώρια συμφωνιών στο επίπεδο αυτό, που να στηρίζονται σε μια ενδεχόμενη υποστήριξη των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων ή έστω στην αποστασιοποίησή τους από τους πιο αντιδραστικούς προσανατολισμούς. Οι τελευταίες εβδομάδες απέδειξαν ότι οι σοσιαλδημοκρατικές ηγεσίες περιφρονούν εξίσου με τους συντηρητικούς τους εταίρους τις επιλογές του ελληνικού λαού. Το σύνολο όλων αυτών των πολιτικών δυνάμεων αποτέλεσε μια ενιαία συγχορδία. Χειρότερα μάλιστα, η επίσημη ηγεσία του ευρωπαϊκού συνδικαλιστικού κινήματος (CES – ETUC) πήρε και αυτή το μέρος των “πιστωτών” της Ελλάδας, χωρίς να ακουστεί ούτε μια εναλλακτική φωνή στο εσωτερικό της.

Η ελληνική εμπειρία καλεί, πρώτα απ'όλους, την αριστερά στο ισπανικό κράτος, όπου η άνοδος των Podemos ήταν παράλληλη και ενισχύθηκε και από την άνοδο του Σύριζα. Αλλά επίσης καλεί και το σύνολο του ευρωπαϊκού εργατικού κινήματος.

Ο καθένας ξέρει ότι η ατζέντα των καπιταλιστών στην Ευρώπη σχεδιάζει περισσότερη λιτότητα, λιγότερες θέσεις εργασίας, μικρότερους μισθούς, λιγότερα κοινωνικά δικαιώματα. Είναι ζωτικό η ήττα της φάσης που μόλις γνωρίσαμε στην Ελλάδα να μην μεταφραστεί σε εγκατάλειψη κάθε πολιτικής προοπτικής ριζοσπαστικής αμφισβήτησης των πολιτικών λιτότητας, μέσα από μια άρνηση να υποστηριχτεί η παύση πληρωμών και η διαγραφή του αθέμιτου χρέους, μέσα από μια realpolitik που θα απέφευγε το εμπόδιο. Αυτό θα άφηνε, ως μόνη εναλλακτική στις σημερινές συντηρητικές και σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές, τις εθνικιστικές, σοβινιστικές, ακροδεξιές λύσεις, που είναι εξίσου καταστροφικές για τα κοινωνικά δικαιώματα.

Για να μπορέσουν να πλήξουν τις δημοκρατικές επιλογές του ελληνικού λαού, η ΕΚΤ και το Eurogroup εξυψώθηκαν από μόνα τους σε ένα είδος ευρωπαϊκής κυβέρνησης που διατείνεται ότι δράει στο όνομα των λαών. Το μόνο που έτσι κατάφεραν είναι να δείξουν ακόμα πιο ωμά την πλήρη απουσία νομιμοποίησης και δημοκρατίας που έχουν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί. Απέναντι στο προφανές αυτό πραξικόπημα, μερικοί, όπως ο Ζακ Ντελόρ ή ο Φρανσουά Ολάντ, θα ήθελαν να δημιουργηθεί μια κυβέρνηση και ένα κοινοβούλιο στην ευρωζώνη, που θα ήταν ένα μπάλωμα ακόμα που απατηλό αφού οι σημερινοί θεσμοί της Ένωσης είναι ήδη, σύμφωνα με τις Συνθήκες, οι θεσμοί που συνδέονται με το νόμισμα. Οι τελευταίες εβδομάδες επιβεβαίωσαν ότι το οικοδόμημα αυτό, το αντιδημοκρατικό και το φτιαγμένο έτσι ώστε να εξυπηρετεί μόνο τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών αρχουσών τάξεων, θα πρέπει να διαλυθεί για να μπορέσει να επιβληθεί η λαϊκή κυριαρχία.

Δεν υπάρχει πρόγραμμα κατά της λιτότητας χωρίς την υλοποίηση ενός προσανατολισμού λαϊκής κινητοποίησης, σύγκρουσης και ρήξης με τους θεσμούς αυτούς και τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Είτε ο συσχετισμός δυνάμεων που επιβάλλουν οι λαοί θα είναι σε θέση να επιτρέψει την εφαρμογή μιας τέτοιας πολιτικής, αλλάζοντας πλήρως τους κανόνες του ευρώ, είτε θα πρέπει να προετοιμαστούμε για έξοδο από την ευρωζώνη. Οι τελευταίες εβδομάδες απέδειξαν ότι απαραίτητο στοιχείο μιας τέτοιας πολιτικής στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η εφαρμογή μιας συνδυασμένης διεθνούς δράσης που να χαράξει κοινούς στόχους. Ο ελληνικός λαός έμεινε τραγικά μόνος τους τελευταίους μήνες.

Εναπόκειται στους ευρωπαΐους αντικαπιταλιστές να σηκωθούν στο ύψος των διακυβευμάτων στις επόμενες κοινωνικές συγκρούσεις οικοδομώντας ένα συσχετισμό δύναμης που να επιτρέψει να συντριβούν τα εμπόδια και να μπορέσει το ευρωπαϊκό εργατικό κίνημα, πολιτικό, συνδικαλιστικό και κοινωνικό, να πλέξει σχέσεις που να επιτρέψουν την υλοποίηση μιας ευρωπαϊκής επίθεσης κατά της λιτότητας.

Γραφείο της 4ης Διεθνούς, 12/8/2015

Same author