Οικοσοσιαλιστική συμβολή στη συζήτησή μας για τη μελλοντική κοινωνία

Μερικές σημειώσεις συμβολής στη συζήτησή μας για τη μελλοντική κοινωνία

Επιτροπή οικολογίας της 4ης Διεθνούς1

 

Στη Διεθνή Επιτροπή του 2019 συζητήθηκε η «Πρόταση για μια προγραμματική συζήτηση». Και αποφασίστηκε να συνεχίσει πλατιά και δημόσια η συζήτηση πάνω στην αντίληψή μας για μια νέα κοινωνία. Σε αυτή την προοπτική, ζήτησε σε τρεις από τις επιτροπές της να αναπτύξουν, πέρα από την οργάνωση της διαρκούς δραστηριότητας στα σημερινά κοινωνικά κινήματα, και τη σκέψη μας για τον τύπο της κοινωνίας που θέλουμε. Οι τρεις αυτές επιτροπές -για την οικολογία, για το ζήτημα LGBTIQ και για την καταπίεση των γυναικών και το φεμινισμό- επεξεργάστηκαν η κάθε μία τους από μια μικρή συμβολή για να αναπτυχθεί η συζήτηση αυτή. Εδώ δημοσιεύουμε το κείμενο της επιτροπής οικολογίας της 4ης Διεθνούς.

 

Το σχέδιό μας για μια μελλοντική κοινωνία πρέπει απαραίτητα να συναρθρώνει την διάσταση της κοινωνικής και πολιτικής χειραφέτησης με την αναγκαιότητα να σταματήσει η καταστροφή των ζωντανών, η κλιματική ανατροπή, η κατάρρευση της βιοποικιλότητας, ..., και να αποκατασταθούν όσο γίνεται οι ζημιές που έχουν ήδη προκληθεί.

«Δεν υπάρχει λύση στην οικολογική κρίση στο πλαίσιο του καπιταλισμού, ενός συστήματος που είναι πλήρως αφοσιωμένο στον παραγωγισμό, στον καταναλωτισμό, στην άγρια πάλη για “μερίδια αγοράς”, στη συσσώρευση του κεφαλαίου και στη μεγιστοποίηση των κερδών. Η λογική του, εσώτερα στρεβλή, οδηγεί αναπόφευκτα στη ρήξη των οικολογικών ισορροπιών και στην καταστροφή των οικοσυστημάτων»2. Η κατάργηση του καπιταλισμού αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση, αλλά με κανέναν τρόπο δεν αρκεί.

Για να βγούμε από την οικολογική κρίση απαιτείται να πάμε πιο πέρα από την κριτική του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Χρειάζεται μια πολιτιστική επανάσταση, που θα πρέπει να συνεχίσει και μετά την κατάργηση του κεφαλαίου.

Αποδόμηση της ιδιοκτησίας, οικοδόμηση του κοινού

Οι καπιταλιστικοί όμιλοι των τομέων της ενέργειας, της χημικής βιομηχανίας, των τραπεζών και της πίστης, των συγκοινωνιών, της αγροτο-βιομηχανίας, των οικοδομών, ... ευθύνονται για την αύξηση των ρύπων σε αέρια του θερμοκηπίου όπως και για την καταστροφή της βιοποικιλότητας.

Η λογική της συσσώρευσης μέσω ιδιοποίησης επεκτείνεται συνεχώς και σε νέους χώρους (νερό, δάση, ...). Η ιδιωτικοποίηση / εμπορευματοποίηση παρουσιάζεται μάλιστα ως μέσον όχι μόνο για τη βελτίωση της παραγωγής αλλά και για τη διατήρηση των πόρων: αγορά δικαιωμάτων ρύπανσης, πνευματική ιδιοκτησία επί των όντων, ...

Η απαλλοτρίωση των καπιταλιστικών ομίλων και η κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας των φυσικών πόρων και των πηγών της γνώσης επιβάλλονται. Αλλά, πιο πέρα, τίθεται το ερώτημα: Ποιά κοινωνικοποίηση; Ποιά ανανεώσιμα συστήματα (στην ενέργεια, στις μεταφορές, στη γεωργία, ...), αποκεντρωμένα και αποτελεσματικά, με ποιούς οικολογικούς και κοινωνικούς στόχους; Ποιά κοινή και δημοκρατική διαχείριση των πόρων, με βάση τις πραγματικές ανθρώπινες ανάγκες, με σεβασμό στην καλή λειτουργία και στην ικανότητα ανανέωσης των οικοσυστημάτων;

Τα ερωτήματα αυτά μας οδηγούν στο να αποδιαρθρώσουμε την έννοια της ιδιοκτησίας υπέρ μιας αντίληψης για το κοινό. Το κοινό είναι μια κοινωνική διαδικασία και όχι ένα φυσικό δεδομένο που θα καθιστούσε ορισμένους χώρους κοινούς από μόνους τους. Είναι καταρχάς μια δημοκρατική κατασκευή (ένας θεσμός), ο καρπός μια δημοκρατικής διαδικασίας διαβούλευσης για να οριστεί το «ποιές χρήσεις;» και «για ποιούς;». Αλλά επίσης -για παράδειγμα για τη γη, για το νερό, για τα δάση, ...- και «ποιές υποχρεώσεις να φροντίσουμε, να αποκαταστήσουμε;». Πρόκειται για μια κοινωνική κατασκευή απείρως πλουσιότερη από την αποκλείουσα ιδιοκτησία, που υποσκάπτει τη δημοκρατία στο κέντρο της, και σε ρήξη με την εμπορευματοποίηση που ομοιομορφοποιεί το ο,τιδήποτε αγγίζει, ανάγοντάς το σε μια εμπορική, ποσοτικοποιημένη και εναλλασσόμενη, αξία.

Να αλλάξουμε ριζικά την παραγωγική μηχανή

Η παραγωγική μηχανή δεν είναι ουδέτερη: στο σύνολό της είναι κατασκευασμένη και οργανωμένη για την καπιταλιστική συσσώρευση, την ιμπεριαλιστική καταλήστευση,...

Για τις τεχνολογίες που είναι πραγματικά καταστροφικές (πυρηνικά, όπλα, βιοκτόνα, πετροχημεία, βιομηχανική κτηνοτροφία, ...), για τους τομείς δραστηριότητας που είναι άχρηστοι και καταστροφικοί, όπως η διαφήμιση,,..., η απαλλοτρίωση των καπιταλιστών δεν αλλάζει και πολλά!

Ο στόχος δεν είναι απλώς να απαλλοτριωθεί και να κοινωνικοποιηθεί η παραγωγική μηχανή, αλλά και να αλλάξει ριζικά η αντίληψή της. Η γεωργία είναι ένα παράδειγμα της αναγκαίας ρήξης για να περάσουμε από τη βιομηχανική γεωργία σε μια οικολογική, αγροτική γεωργία εγγύτητας που να εξασφαλίζει τη διατροφική κυριαρχία και την προστασία της βιοποικιλότητας.

Οι απαιτήσεις εγγύτητας της παραγωγής και διατροφικής κυριαρχίας εγγράφονται σε μια αυτοδιαχειριστική και διεθνιστική προοπτική.

«Να επεκτείνουμε τον αντικαπιταλισμό στα αντικείμενα»3

Σε όλους τους τομείς, ο στόχος είναι να περάσουμε από την παραγωγή εμπορευμάτων (ανταλλακτικών αξιών) στην παραγωγή δημοκρατικά καθορισμένων αξιών χρήσης. Αυτό αλλάζει τα πάντα: αντί για να πετιούνται τα πάντα, με την προγραμματισμένη τους φθορά, σπάταλα και ενεργοβόρα, τα αντικείμενα θα έπρεπε να είναι γερά, αποσυναρμολογούμενα / επιδιορθώσιμα, επαναχρησιμοποιούμενα και ανακυκλώσιμα στο τέλος της ζωής τους (εάν υπάρχει τέλος). Τα αντικείμενα αυτά θα μπορούσαν να είναι εξίσου ωραία απορροφώντας το διαχωρισμό μεταξύ τέχνης και ζωής σε ένα είδος «κομμουνισμού πολυτέλειας»!

Επέκταση της σφαίρας του δωρεάν

Η απο-εμπορευματοποίηση περνάει επίσης και από την επέκταση της σφαίρας του δωρεάν, κατανοούμενη ως ελεύθερης ίσης πρόσβασης στα αντικείμενα (βασικά προϊόντα διατροφής) και στις υπηρεσίες (δημόσιες συγκοινωνίες, εκπαίδευση, φροντίδες υγείας, ...), με την υιοθέτηση κοινωνικών και οικολογικών επιλογών: δωρεάν ενέργεια και νερό για τις αναγκαίες βασικές ανάγκες και, πέρα από το όριο αυτό, έντονα προοδευτική τιμολόγηση με βάση την κατανάλωση, για να καταπολεμηθεί η σπατάλη.

Λιγότερη δουλειά

Η μαζική και συλλογική μείωση του χρόνου εργασίας είναι συνεκτική με τη μείωση της υλικής παραγωγής και των συγκοινωνιών (έστω και αν ορισμένες παραγωγές, όπως για παράδειγμα η γεωργία, θα απαιτούν περισσότερη ζωντανή εργασία). Θα έπρεπε αυτή να συνοδευτεί και με μια μορφή κινητής κλίμακας του χρόνου εργασίας, για να μοιράζεται η χρήσιμη εργασία. Αυτό θα απελευθέρωνε χρόνο για τις κοινωνικές, πολιτικές, ψυχαγωγικές, καλλιτεχνικές, ερωτικές, ..., δραστηριότητες. Το «Βασίλειο της ελευθερίας», σύμφωνα με τον Μαρξ.

Αλλαγή της εργασίας

Αλλά δεν αρκεί να μειωθεί η διάρκεια της εργασίας, πρέπει επίσης να αμφισβητηθεί και η σκοπιμότητά της, το περιεχόμενό της, η οργάνωση και ο καταμερισμός της, να επιτεθούμε στην αναγκαστική, αλλοτριωμένη, εργασία, σε αυτό που ο Μαρξ ονομάζει μια εργασία «που για να το πούμε έτσι έχει απογυμνωθεί από κάθε ποιότητα». Οι μισθωτοί δεν υφίστανται μόνο τη φυσική φθορά, αλλά υποφέρουν και από τις πληγές μιας άσκημης εργασίας που δεν έχει νόημα.

Για να τελειώνουμε με την αφαίρεση από τους εργαζόμενους του ελέγχου της εργασίας τους, για να ξαναδώσουμε όλες τους τις θέσεις στις συγκεκριμένες, πρακτικές και πραγματικές, γνώσεις της διαδικασίας της εργασίας, στις συλλογικές και ατομικές γνώσεις, πρέπει να βγούμε από τη μισθωτή εργασία ως κυρίαρχης κοινωνικής σχέσης, να οικοδομήσουμε μια αληθινή αυτοδιαχείριση των παραγωγικών μονάδων.

Να παράγουμε αλλιώς, σημαίνει επίσης να βγούμε και από τον καταχθόνιο κύκλο «αλλοτριωμένη εργασία, αλλοτριωμένες απολαύσεις, αλλοτριωμένη κατανάλωση».

Να συναρθρωθούν αυτοδιαχείριση και σχεδιασμός

Η παραγωγή, η κατανομή, η κατανάλωση πρέπει να οργανώνονται όχι μόνο από τους «παραγωγούς (άντρες και γυναίκες)», αλλά από το σύνολο της κοινωνίας. Ο δημοκρατικός σχεδιασμός πρέπει να επιτρέπει στους ανθρώπους να επανιδιοποιηθούν οι ίδιοι και οι ίδιες ως πολίτες, ως κάτοικοι, ως χρήστες, τις μεγάλες κοινωνικές επιλογές για την παραγωγή, να αποφασίζουν το τί πρέπει να παραχθεί. Το επίπεδο αυτό οικονομικής και πολιτικής δημοκρατίας πρέπει να συναρθρώνεται με το άλλο επίπεδο, το επίπεδο όπου μπορούμε ως εργαζόμενοι, παραγωγοί, να ελέγχουμε τη διαχείριση και την οργάνωση της μονάδας εργασίας μας, να αποφασίζουμε για τον τρόπο με τον οποίο παράγουμε. Είναι ο συνδυασμός αυτών των διαφορετικών επιπέδων δημοκρατίας που επιτρέπει τη συνεργασία και όχι τον ανταγωνισμό, μια διαχείριση που να είναι πραγματικά ορθολογική από οικολογική και κοινωνική άποψη και να είναι και απελευθερωτική από ανθρώπινη άποψη, στο επίπεδο του εργαστηρίου, της επιχείρησης, του κλάδου,..., αλλά και της κοινότητας, της περιοχής, της χώρας και ακόμα και του πλανήτη!

Για τις ανάγκες

Ο καπιταλισμός δημιουργεί διαρκώς και νέες τεχνητές και βλαβερές ανάγκες -που είναι ταυτόχρονα και αστήριχτες και αλλοτριωτικές. Την ίδια στιγμή ζωτικές ανάγκες δεν (ή παύουν να) ικανοποιούνται.

Ο καταναλωτισμός, όπως και ο παραγωγισμός, είναι έμφυτα στο σύστημα. Ο καταναλωτικός εθισμός είναι βαθιά ριζωμένος σε κάθε έναν από εμάς. Πώς να βγούμε από αυτόν; Πώς να ορίσουμε τις ανάγκες που πρέπει να ικανοποιούνται από την άποψη μιας καλής ζωής; Παίρνοντας υπόψη μας ότι οι ανάγκες αυτές πρέπει να είναι «καθολικές» και να μην είναι προνόμιο μόνο ορισμένων ή μόνο για ορισμένες περιοχές του κόσμου.

Η καπιταλιστική κοινωνία έχει για σύνθημα: «αυτό που είναι καλό για όλους δεν αξίζει τίποτα και δε σε σέβονται αν δεν έχεις περισσότερα από τους άλλους». Ο Gorz προτείνει να του αντιτάξουμε ένα άλλο σύνθημα: «Άξιο για σένα είναι μόνο ό,τι είναι καλό για τους άλλους. Άξιο να παραχθεί είναι μόνο ό,τι δεν υπερτιμάει ούτε υποτιμάει κανέναν». Η αποδιάρθρωση των τεχνητών αναγκών και ο ορισμός των αναγκών που πρέπει να ικανοποιούνται πρέπει να γίνει αντικείμενο συλλογικής διαβούλευσης.

«Είναι» και όχι «έχειν»

«Η μόνη δυνατή ελευθερία είναι ο κοινωνικός άνθρωπος, οι συνδεδεμένοι παραγωγοί, να κανονίζουν ορθολογικά τις ανταλλαγές τους με τη φύση, να τις ελέγχουν από κοινού, αντί να κυριαρχούνται από την τυφλή τους δύναμη, και να εκπληρώνουν τις ανταλλαγές αυτές δαπανώντας το ελάχιστο των δυνάμεων και σε συνθήκες που να είναι οι πιο αξιοπρεπείς, οι πιο ταιριαστές με την ανθρώπινη φύση τους. Αλλά η δραστηριότητα αυτή θα εξακολουθεί πάντα να αποτελεί το βασίλειο της αναγκαιότητας. Είναι μετά από αυτό που αρχίζει η ανάπτυξη των ανθρώπινων δυνάμεων ως αυτοσκοπός, είναι το αληθινό βασίλειο της ελευθερίας»4. Το βασίλειο της ελευθερίας αρχίζει μετά την εργασία, επομένως πέρα από τη σφαίρα της παραγωγής. Ο αληθινός πλούτος δε βρίσκεται επομένως στην ατέλειωτη αύξηση των αγαθών -στο έχειν-, αλλά στη μείωση της ημέρας εργασίας και στην αύξηση του ελεύθερου χρόνου -στο είναι. Αυτό συνεπάγεται να εγκαταλειφθεί το καλαμπούρι της αφθονίας και να βασιστούμε στο ότι η ελευθερία βρίσκεται στο αυτοπεριοριστικό και όχι στο απεριόριστο που είναι αναγκαστικά αλλοτριωτικό.

Ύπαιθρος, πόλεις, ... παραγκουπόλεις

Για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, ο αστικός πληθυσμός ξεπερνάει τον πληθυσμό της υπαίθρου. Στις αρχές του 20ου αιώνα, μόνο ο ένας στους 10 ζούσε σε πόλη, ενώ 100 χρόνια μετά, είναι πάνω από έναν στους δύο. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, ο αστικός πληθυσμός θα μπορούσε να φτάσει στο 70% του παγκόσμιου πληθυσμού το 2050. Σχεδόν το ήμισυ της αστικοποίησης σήμερα γίνεται σε παραγκουπόλεις, ιδιαίτερα στις πιο φτωχές περιοχές του κόσμου.

Πέρα από την ανάγκη να σταματήσουμε την κερδοσκοπία της γης, να απελευθερώσουμε την πόλη (και όχι μόνο) από τα αυτοκίνητα υπέρ των δημοσίων συγκοινωνιών, των ψυχαγωγικών χώρων και της ήπιας κινητικότητας (χώροι δεσμευμένοι για τους πεζούς και τους ποδηλάτες), της «αποτεχνητοποίησης» (αστική γεωργία και κοινοτική κηπουρική, αποκατάσταση βιοτόπων που εντάσσονται στον αστικό ιστό), τίθεται και το ερώτημα μιας μακροχρόνιας πολιτικής με στόχο την επανεξισορρόπηση των αστικών και αγροτικών πληθυσμών και το ξεπέρασμα της αντίθεσης ανάμεσα σε πόλεις και ύπαιθρο. Όπως τίθεται επίσης και το ζήτημα της διατήρησης και/ή αποκατάστασης των βιώσιμων και στηρίξιμων ανθρώπινων κοινοτήτων, σε κλίμακα που να επιτρέπει μια πραγματική δημοκρατία.

Ανθρώπινα / μη ανθρώπινα όντα

Μπορούμε να πούμε ότι, για να τελειώνουμε με την άθλια μεταχείριση των ζώων, αλλά και για την υγεία, για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, ..., πρέπει να μειωθεί ριζικά η κατανάλωση κρέατος και να τελειώνουμε με τη βιομηχανία κρέατος, με τη βιομηχανική αλιεία, ... Αλλά αυτό δεν εξαντλεί το ζήτημα των σχέσεων ανάμεσα σε ανθρώπινα και σε μη ανθρώπινα όντα.

Δεν έχουμε (ακόμα) συλλογικά προχωρήσει στο ζήτημα αυτό. Θέλουμε περισσότερο να τροφοδοτήσουμε τη σκέψη μας. Το κομμάτι αυτό βγαίνει επομένως από διάφορες συμβολές και χρωστάει πολλά στις εργασίες του Daniel Tanuro.

Ο Daniel Bensaïd έγραφε, σε ένα άρθρο του το 2003: «Μπορούμε ωστόσο να αναρωτηθούμε εάν είναι αναγκαίο να προσεγγίσουμε την ευθύνη απέναντι στα ζώα από ηθική σκοπιά (δύσκολα θεμελιώνεται) και όχι από απλώς οικολογική σκοπιά. Γιατί να ηθικοποιήσουμε την οικολογία σε βαθμό που θα ανασέρναμε υπερβατικότητες που θα θύμιζαν τις παλιές φυσικές θεολογίες και την ιδεοποίηση της ζωής; Δεν θα ήταν σαν να βάζαμε τον έναν ανθρωποκεντρισμό (τον ανθρωποκεντρισμό του ανθρώπινου προνομίου να μπορεί να σκεφτεί τον κόσμο ηθικά) ενάντια στον άλλο (τον εγωιστικό ανθρωπισμό που βάζει την ανθρωπότητα στην κορυφή της δημιουργίας); Δεν θα ήταν πιο συνετό να συλλάβουμε την αλληλεπίδραση των έμβιων μέσα στο οικοσύστημα και τις αμοιβαίες τους ευθύνες από την άποψη της εσώτερης και κοσμικής ηθικής μιας κριτικής οικολογίας; »5.

Τουλάχιστον δύο ερωτήματα τίθενται:

Πώς να ζήσουμε με τα ζώα;

Μπορούμε να εξερευνήσουμε το δρόμο που πρότεινε η Jocelyne Porcher6, για την οποία τα ζώα δεν πρέπει να θεωρούνται ως «αντικείμενα εργασίας», αλλά ως ιδιαίτεροι συνεργάτες μέσα στον «ανθρώπινο κόσμο της εργασίας». Το θέμα δεν είναι μόνο να ζουν καλά, αλλά και να αναγνωριστεί αυτό που τα ζώα συνεισφέρουν ειδικά στην εργασία. «Είναι, επομένως, στην ουσία, να υπάρξει ένα είδος δικαιωμάτων εργασίας για τα οικιακά ζώα, το οποίο θα έθετε τις βάσεις για τις υποχρεώσεις μας απέναντί τους, με βάση την εργασία που αναμένουμε από αυτά και με ό,τι αυτά αναμένουν από εμάς». Ένα δικαίωμα εργασίας, που συνεπάγεται και «να προσφέρουμε στα ζώα τις συνθήκες ζωής τις πιο ταιριαστές με το δικό τους κόσμο και με τις δικές τους ανάγκες», ενσωματώνοντας το γεγονός ότι, «όπως και για τους μισθωτούς, υπάρχει μια ζωή έξω από την εργασία και μετά από τα χρόνια της εργασίας».

Να ξαναμάθουμε να «σκεφτόμαστε δυαδικά»

Με βάση τις εργασίες του στους Ruma, ο ανθρωπολόγος Eduardo Kohn7 υποστηρίζει την ιδέα πως η ακραία περιπλοκή και ο μόνιμος κίνδυνος στο δάσος του Ισημερινού έχουν καταστήσει την ικανότητα ερμηνείας των μη-ανθρώπινων σημαδιών προϋπόθεση επιβίωσης των ανθρώπων σε αυτόν τον πολύ ιδιαίτερο χώρο.

Μας καλεί, επομένως, να αποδεχτούμε αυτόν τον «από τη φύση μη φυσικό» δυισμό μας. Έχοντας γίνει «υπερβολικά ανθρώπινοι» από τον μοντερνισμό μας, πρέπει να ξαναμάθουμε να «σκεφτόμαστε δυαδικά». Και υποστηρίζει μια «ισχυρή διαδικασία απο-αποικιοποίησης της σκέψης» με στόχο «να κάνουμε χώρο για έναν άλλο τύπο σκέψης -έναν πιο πλατύ τύπο σκέψης που να περιλαμβάνει τον άνθρωπο και να τον στηρίζει». Είναι ένας «τύπος σκέψης που σκέφτεται μέσα από τις ζωές ανθρώπων όπως οι Ρούμα (ή και άλλοι), οι οποίοι αλληλεπιδρούν στενά με έμβια όντα του δάσους και με τρόπο που ενισχύει τη διακριτή λογική της ζωής». Ο τύπος αυτός σκέψης δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς επαφή με τις άλλες μορφές της ζωής, φυτά και ζώα. Ο Κον δεν στρέφεται προς τον μυθοποιημένο «παλιό καλό καιρό», αλλά προς ένα μέλλον που πρέπει να φτιαχτεί επειγόντως. Και είναι στο όνομα του ανθρώπινου συμφέροντος που επιχειρηματολογεί ενάντια στον ανθρωποκεντρισμό: «Εάν θέλουμε να επιβιώσουμε από το Ανθρωπόκαινο, από αυτή τη μη μοιραία εποχή που είναι η δική μας, στην οποία ο κόσμος πέρα από τον άνθρωπο παραμορφώνεται όλο και περισσότερο από το υπερ-ανθρώπινο, τότε πρέπει να καλλιεργήσουμε ενεργά αυτούς τους τρόπους σκέψης (...), να μάθουμε να δίνουμε προσοχή στα είδη ζωής που υπάρχουν πέρα από τον άνθρωπο, με τρόπο που να μπορέσει η λογική της ζωής πέρα από τον άνθρωπο να δουλέψει και μέσα μας».

Ο ανθρωπολόγος Philippe Descola εξηγεί ότι, για τους Άχουαρς της Αμαζονίας, «οι μη άνθρωποι ήταν τα πάντα έξω από τη φύση. Ήταν κοινωνικοί εταίροι, που δεν ήταν θεοποιημένοι ούτε ιεροί, αφού τους κυνηγούσαν και τους έτρωγαν, φυτά και ζώα. Ωστόσο, του αποδιδόταν αξιοπρέπεια υποκειμένων, που επέτρεπε μια επικοινωνία από υποκείμενο προς υποκείμενο».

Ανθρωπότητα – φύση

Κατά τον 20ο αιώνα, οι χώρες του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού» δεν μπόρεσαν να προσφέρουν εναλλακτική στην παραγωγικίστικη καταστροφή του περιβάλλοντος, στην οποία μάλιστα συνέβαλαν σημαντικά.

Ο απολογισμός της ΕΣΣΔ, της Κίνας και των ανατολικών χωρών δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στο γραφειοκρατικό εκφυλισμό και στη σταλινική αντεπανάσταση.

Σε ιδεολογικό επίπεδο, ευνοήθηκε αυτό εν μέρει από τον εμποτισμό του επαναστατικού κινήματος στις μηχανιστικές επιστημονικίστικες αντιλήψεις. Οι αντιλήψεις αυτές, που πρέπει να αναλυθούν στο ιστορικό τους πλαίσιο, καθόρισαν μια αντίληψη για το περιβάλλον ως ένα στοιχείο για κυριάρχηση, που θα μπορούσε να πλαστεί κατά βούληση και χωρίς όρια. Οι ιδέες αυτές υπήρχαν στις περισσότερες τάσεις του εργατικού κινήματος, ακόμα και στην αριστερή αντιπολίτευση στο σταλινισμό.

Για τον Φιλίπ Ντεσκολά, «η φύση δεν υπάρχει. Η φύση είναι μια έννοια, μια αφαίρεση. Είναι ένας τρόπος να καθοριστεί μία απόσταση ανάμεσα στους ανθρώπους και στους μη ανθρώπους (...), που πήρε τη διαμορφωμένη της μορφή με την επιστημονική επανάσταση (...), μια μεταφυσική διευθέτηση που εφηύραν η Δύση και οι Ευρωπαίοι για να προωθήσουν την αποστασιοποίηση των ανθρώπων απέναντι στον κόσμο, έναν κόσμο που μετατρεπόταν έτσι σε σύστημα πόρων, έναν χώρο για εξερεύνηση του οποίου προσπαθούμε να καταλάβουμε τους νόμους». Και προσθέτει: «Ο καπιταλισμός χρειάζεται αυτό το υπόβαθρο που το ονόμασα νατουραλισμό, δηλαδή αυτή τη διάκριση μεταξύ ανθρώπων και μη ανθρώπων, τη θέση των ανθρώπων από πάνω από τη φύση». Και προτείνει να «εφεύρουμε εναλλακτικές μορφές κατοίκησης της Γης, εναλλακτικές μορφές οργάνωσης ανάμεσα στους ανθρώπους και διαμόρφωσης σχέσεων με τους μη ανθρώπους».

Ο στόχος είναι να αναπτυχθεί σιγά-σιγά μια νέα οικολογική συνείδηση, μια νέα κοσμογονία, μια νέα κουλτούρα που να αναπτύσσει τις αξίες σεβασμού, φροντίδας, σύνεσης. Η ανθρωπότητα έχει προκαλέσει πολλές οικολογικές καταστροφές, αλλά δεν υπάρχει κανένας λόγος να υποθέσει κανείς ότι η ανθρώπινη ευφυΐα και αισθητηριακότητα δεν μπορεί να μας επιτρέψει να ξαναμάθουμε αυτό που οι μηχανιστικές αντιλήψεις της φύσης μας έκαναν να ξεχάσουμε, το να φροντίζουμε το περιβάλλον, να ξαναφτιάξουμε αυτό που μπορεί να αποκατασταθεί και να εφεύρουμε, έτσι, μια νέα κουλτούρα της σχέσης μας με την υπόλοιπη φύση.

Η αντίληψη για μια «αληθινή φύση» ως μια φύση χωρίς τα ανθρώπινα όντα είναι α-ιστορική και μισάνθρωπη. Δεν προσφέρει καμία πραγματική λύση, δεδομένου ότι αυτή η παρθένα «αληθινή φύση» δεν υπάρχει πουθενά στην επιφάνεια του πλανήτη. Απέναντι σε αυτό το αδιέξοδο, η κοσμογονία των ιθαγενών λαών (η Γη-Μητέρα) αποτελεί πηγή έμπνευσης για μια άλλη αντίληψη των σχέσεων ανθρωπότητας – φύσης, μια αντίληψη απελευθερωμένη από τη μονομανία της αξίας και του εργαλειακού ορθολογισμού που χαρακτηρίζει τα «παγωμένα νερά του εγωιστικού υπολογισμού». Αλλά είναι μια πηγή έμπνευσης, όχι ένα εξαγώγιμο προϊόν. Μια κομμουνιστική αταξική κοινωνία θα συλλέξει στοιχεία, από αρκετές απόψεις, από τις λεγόμενες «πρωτόγονες» κοινωνίες, αλλά θα είναι, ωστόσο, πολύ διαφορετική, δεδομένου του επιπέδου ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Με τον ίδιο τρόπο, η κοινωνία αυτή θα μπορέσει επίσης να επεξεργαστεί μια αντίληψη για τις σχέσεις ανθρωπότητας – φύσης που, ίσως, θα μοιάζει σε ορισμένα σημεία με την αντίληψη των ιθαγενών λαών, αλλά θα παραμένει ωστόσο διαφορετική. Μια αντίληψη κατά την οποία οι ηθικές έννοιες της προφύλαξης, του σεβασμού και της ευθύνης, καθώς και ο θαυμασμός απέναντι στην ομορφιά του κόσμου, θα αλληλεπιδρούν διαρκώς με μια επιστημονική κατανόηση που θα είναι ταυτόχρονα όλο και πιο εκλεπτυσμένη και όλο και πιο σαφώς ανολοκλήρωτη.

Επιτροπή οικολογίας της 4ης Διεθνούς

1[Διευκρίνιση της Επιτροπής Οικολογίας:] Η παρούσα συμβολή στη συζήτηση της 4ης Διεθνούς για την «Μελλοντική κοινωνία» ξαναπιάνει μια σειρά από στοιχεία του ντοκουμέντου «Η καπιταλιστική καταστροφή του περιβάλλοντος και η οικοσοσιαλιστική εναλλακτική», αλλά και ορισμένες πίστες που εξερευνήθηκαν, με πιο προσωπικό τρόπο, από συγγραφείς, μέλη ή όχι του ρεύματός μας. Θα έπρεπε, βέβαια, να διαχωριστεί περισσότερο αυτό που ανήκει στην κοινωνία που θέλουμε από τη στρατηγική προς αυτήν. Τέλος, ορισμένα ζητήματα απλώς αναφέρονται, γιατί θα είναι αναγκαστικά το αντικείμενο άλλων συμβολών (τα ζητήματα της κοινωνικής αναπαραγωγής, της δημοκρατίας, ...).

2Michael Löwy, « XIII thèses sur la catastrophe (écologique) imminente et les moyens (révolutionnaires) de l’éviter » [Δεκατρείς θέσεις για την επαπειλούμενη (οικολογική) καταστροφή και τα (επαναστατικά) μέσα να αποφευχθεί], Inprecor n° 670/671 Γενάρης - Φλεβάρης 2020. [και στα ελληνικά: https://tpt4.org/?p=4205 ]

3Βλ. Razmig Keucheyan, «Les besoins artificiels – Comment sortir du productivisme» [Οι τεχνητές ανάγκες – Πώς να βγούμε από τον παραγωγισμό], Éd. Zones, Paris 2019, σελ. 137.

4K. Marx, Le Capital, livre III [Το Κεφάλαιο, βιβλίο 3], Éditions sociales, Paris 1977, σελ.198.

5Daniel Bensaïd, Un monde à changer – mouvements et stratégies [Ένας κόσμος να αλλάξουμε – κινήματα και στρατηγικές], collection La Discorde, Textuel, Paris 2003.

6Jocelyne Porcher, Vivre avec les animaux – Une utopie pour le XXIe siècle [Ζώντας μαζί με τα ζώα – Μια ουτοπία για τον 21ο αιώνα], La Découverte, Paris 2014.

7Eduardo Kohn, Comment pensent les forêts [Πώς σκέφτονται τα δάση], Zones sensibles, Bruxelles 2017.

Same author