Στους πρώτους εννέα μήνες της θητείας της, η κυβέρνηση Τραμπ έχει μεταφέρει στρατιωτικά πλοία και άλλο υλικό στην Καραϊβική, έχει βομβαρδίσει βάρκες με πρόσφυγες, που υποτίθεται ότι διακινούν ναρκωτικά στην περιοχή, έχει επιβάλει δασμούς 50% στα προϊόντα της Βραζιλίας -μην αναγνωρίζοντας τη δημοκρατική καταδίκη του Μπολσονάρο και των άλλων πραξικοπηματιών-, πέρα από τη συνεχιζόμενη βίαιη πίεση προς την κυβέρνηση του Μεξικού να μειώσει με τη βία τις μεταναστευτικές ροές των Λατινοαμερικανών στα σύνορα και να καταπολεμήσει τα δικά της καρτέλ ναρκωτικών.
Αυτά είναι μόνο μερικά στοιχεία μιας καταιγίδας που ξεπερνά κατά πολύ την εκκεντρική και ασταθή προσωπικότητα του νεοφασίστα προέδρου των ΗΠΑ. Η αποτρόπαιη δολοφονία ναυαγών, σε ζωντανή τηλεοπτική αναμετάδοση, αποτελεί παραβίαση όλων των διεθνών συμβάσεων, καταστατικών και πρωτοκόλλων σχετικά με την μεταχείριση, τη σύλληψη και τη δίκη εγκληματιών. (Κανείς δεν έχει αποδείξει ότι οι πρόσφυγες που δολοφονήθηκαν από αμερικανικούς πυραύλους δεν ήταν απλοί ψαράδες, επειδή ποτέ δεν τους δόθηκε το δικαίωμα να υπερασπιστούν τον εαυτό τους). Οι επιθέσεις αυτές είναι η μεγαλύτερη απόδειξη ότι ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός υπό τον Τραμπ επιβάλλει μια ριζική αλλαγή στη μεταχείριση της συγκεκριμένης περιφέρειας που εξακολουθεί να την θεωρεί ως τη δική του αυλή1.
Στο πλαίσιο της ουσιαστικής αλλαγής στις σχέσεις παγκόσμιας εξουσίας που κληρονομήθηκαν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, τις οποίες ο αυταρχικός Τραμπ προσπαθεί να αντικαταστήσει με τον κανόνα «οι ΗΠΑ κυβερνούν τον πλανήτη», η Λατινική Αμερική δεν θα μπορούσε να μείνει αλώβητη. Αλλά γιατί το Μεξικό, η Βραζιλία και η Βενεζουέλα είναι οι πιο άμεσοι στόχοι; Αν και σημαντικό, δεν αρκεί το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις των τριών αυτών χωρών είναι “αριστερές”, στα μάτια των νεοφασιστών γερακιών με επικεφαλής τον Τραμπ. Στη γραμματική του Τραμπ, ανεξάρτητα από τις σημαντικές διαφορές μεταξύ τους, είναι κυβερνήσεις στην αντίθετη πλευρά του πολιτικο-ιδεολογικού φάσματος -δεν είναι άμεσα και υποτακτικά υπηρέτες των συμφερόντων του γιάνκικου κεφαλαίου.
Μακριά από τον Θεό, κοντά στον Τραμπ2
Οι πιέσεις προς την κυβέρνηση του Μεξικού είναι σχεδόν αυτονόητες, με δεδομένα τα μεγάλα κοινά σύνορα με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την οικονομική εξάρτηση (πάνω από το 80% των μεξικανικών εξαγωγών προορίζονται για τον βόρειο γείτονα), καθώς και τη δύναμη και τη βία των μεξικανικών καρτέλ ναρκωτικών. Η επιθετική και εκβιαστική ρητορική εναντίον του Μεξικού ξεκίνησε τις πρώτες μέρες του Τραμπ στο Λευκό Οίκο, για να επιβάλει στην πρόεδρο Κλαούντια Σέινμπομ την υποτιθέμενη υποχρέωσή της να συγκρατήσει τα πλήθη των Λατινοαμερικανών που ιστορικά προσπαθούν να εισέλθουν στις ΗΠΑ μέσω του Ρίο Γκράντε -με την απειλή δασμών 25%.
Η πρόεδρος απάντησε με την αποστολή 10.000 στρατιωτών στα σύνορα32. Η πίεση αυξήθηκε -με τη μόνιμη απειλή άμεσης εισόδου αμερικανικών στρατευμάτων στο Μεξικό, όπως διευκρίνισε ο υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο- για να πιεστεί η γειτονική κυβέρνηση να λάβει πιο σκληρά μέτρα κατά των ισχυρών εγχώριων καρτέλ, τα οποία θεωρούνται πλέον “τρομοκράτες” από τον Θείο Σαμ. Μέχρι στιγμής, η Σέινμπομ έχει ήδη απελάσει στις Ηνωμένες Πολιτείες 26 άτομα που κατηγορούνται ότι ανήκουν στην ανώτερη ιεραρχία του εμπορίου ναρκωτικών, κατάφερε να συλλάβει περισσότερους από 30.000 υπόπτους που ανήκουν σε εγκληματικές οργανώσεις (έναντι των λίγο περισσότερων από 12.000 συλλήψεων στα έξι χρόνια της θητείας του προκατόχου της) και τώρα, τον Σεπτέμβριο, υπέγραψε συμφωνία με τους Αμερικανούς για την καταστολή του διασυνοριακού εμπορίου όπλων από τις ΗΠΑ προς το Μεξικό.
Μη ικανοποιημένη με αυτά, η κυβέρνηση Τραμπ απειλεί και με υψηλότερους δασμούς αν το Μεξικό δεν σταματήσει να εισάγει από την Κίνα, κάτι που κάνει κυρίως για να συμπληρώσει την παραγωγή αυτοκινήτων που εξάγονται σε μεγάλο βαθμό προς τον βόρειο γίγαντα. Οι Γιάνκηδες δεν έχουν ακόμη αποσύρει ούτε τις υποσχέσεις της εκλογικής τους καμπάνιας να επιβάλουν υψηλή φορολογία στα εμβάσματα δολαρίων των Μεξικανών πολιτών προς τη χώρα τους -που σήμερα ανέρχονται σε περίπου 60 δισεκατομμύρια δολάρια, σχεδόν το 4% του ΑΕΠ του Μεξικού- ούτε και την απειλή βομβαρδισμών με drones σε εργαστήρια ναρκωτικών στο μεξικανικό έδαφος. Αυτά και άλλα χαρτιά του Τραμπ είναι βασικά όπλα στην πρακτική του εκβιασμού και της απειλής.
Μέχρι τώρα, η Σέινμπομ κατάφερε να αποτρέψει την άμεση επέμβαση στη χώρα της, αν και με υψηλό πολιτικό κόστος. Σύμφωνα με την εφημερίδα New York Times, οι άνθρωποι γύρω από την πρόεδρο, απελπισμένοι από την κατάσταση αυτή, παραπονιούνται ότι, όσες παραχωρήσεις και να κάνουν, δεν καταφέρνουν να ηρεμήσουν τα πράγματα, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες φαίνεται να μην έχουν όρια στις απαιτήσεις τους. Η Κλαούντια [Σίνμπομ] και οι σύντροφοί της από το κόμμα της, Morena, φαίνεται να έχουν ξεχάσει (ή να μην έχουν συνειδητοποιήσει ποτέ) ότι έτσι είναι οι ιμπεριαλισμοί και πολύ περισσότερο ο επιθετικός νεοαποικιοκρατικός ιμπεριαλισμός του “εταίρου” τους, Ντόναλντ.
Βραζιλία, μια επιθετικότητα που γυρίζει μπούμερανγκ
Όσον αφορά τη Βραζιλία, η επίθεση του Τραμπ χαρακτηρίζεται από άμεση παρέμβαση σε θέματα εσωτερικής πολιτικής και δικαιοσύνης της νοτιοαμερικανικής χώρας. Οι δασμοί 50% (οι υψηλότεροι μέχρι τώρα, μαζί με τους φόρους στην Ινδία) στις εξαγωγές της Βραζιλίας προς τις ΗΠΑ δεν έχουν καμία οικονομική δικαιολογία, ακόμη και σύμφωνα με την τρελή προστατευτική λογική των γερακιών του κινήματος MAGA. Το εμπορικό ισοζύγιο μεταξύ των δύο χωρών είναι ελλειμματικό για τη Βραζιλία και η αμερικανική αγορά έχει μεγάλη ανάγκη από βασικά προϊόντα made in Brazil, όπως καφέ, πορτοκάλια και ημιτελή χάλυβα.
Η εξήγηση των Τραμπ και Ρούμπιο, για να δικαιολογηθούν οι δασμοί, είναι εύγλωττοι: η δυσφορία τους για τη δίκη (και τώρα την καταδίκη) του φίλου τους Ζαΐρ Μπολσονάρο και πολλών από τους πρώην βοηθούς του για απόπειρα πραξικοπήματος το 2022-2023 -κάτι που οι Γιάνκηδες το ονομάζουν «κυνήγι μαγισσών»43. Καθώς πρόκειται για ένα πολιτικό μέτρο (που ακολουθήθηκε από προσωπικές κυρώσεις σε δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου και μέλη των οικογενειών τους, των οποίων οι βίζες για τις ΗΠΑ ακυρώθηκαν), η υποτιθέμενα εμπορική αυτή διαμάχη μετατράπηκε γρήγορα στη Βραζιλία σε αιτία μεγάλης σύγκρουσης μεταξύ της κυβέρνησης και των δημοκρατικών τομέων, από τη μια, και της ακροδεξιάς, από την άλλη.
Η οικογένεια Μπολσονάρι και οι υποστηρικτές της εκμεταλλεύτηκαν την ιμπεριαλιστική επίθεση για να διεκδικήσουν, να βγουν στους δρόμους και να ζησήτουν αμνηστία για τους πραξικοπηματίες, με έναν γιο του πρώην προέδρου να μένει στις ΗΠΑ, οργανώνοντας περαιτέρω επιθέσεις. Για να επιτύχουν τον στόχο αυτόν, προχώρησαν σε μια κοινοβουλευτική συμμαχία με την παραδοσιακή ολιγαρχική και συντεχνιακή δεξιά, για να ψηφίσουν επειγόντως μια αμνηστία, ψηφίζοντας ταυτόχρονα και μια αλλαγή του Συντάγματος (πρόταση συνταγματικής τροποποίησης, ή PEC) για να εμποδίσουν κάθε είδους δίκες και έρευνες σε βάρος βουλευτών και προέδρων κομμάτων.
Υπολόγισαν λάθος, όμως, υποτιμώντας την άποψη της πλειοψηφίας του πληθυσμού. Γιατί ο διπλός αυτός ελιγμός πυροδότησε κινητοποιήσεις. Την Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου, εκατοντάδες χιλιάδες Βραζιλιάνοι βγήκαν στους δρόμους και στις πλατείες για να διαμαρτυρηθούν ενάντια στην «PEC del Blindaje» [πρόταση για “θωράκιση”] που η λαϊκή σοφία το μετέτρεψε σε “PEC del Banditismo” [πρόταση ληστείας] και ενάντια στην αμνηστία5.
Η συνταγματική αλλαγή έτσι θάφτηκε και, μαζί με αυτήν, η πρόταση για αμνηστία. Στην πραγματικότητα, η μάχη ενάντια στην αύξηση των δασμών, μια στάση ανοιχτή σε διαπραγματεύσεις με ταυτόχρονη διακήρυξη πως η δημοκρατία δεν είναι διαπραγματεύσιμη, είχε ήδη αποφέρει στον Λούλα και την κυβέρνησή του μια αύξηση της λαϊκής υποστήριξης. Αν και θα ήταν υπερβολικό να πούμε πως το καθαρά αντιιμπεριαλιστικό συναίσθημα ήταν που κέρδισε την πλειοψηφία, είναι ωστόσο αλήθεια ότι η απόρριψη της αμερικανικής παρέμβασης και ένα συναίσθημα κυριαρχίας έπαιξαν θεμελιώδη ρόλο στη νίκη που πέτυχε η κινητοποίηση.
Η Βενεζουέλα, ο κεντρικός στόχος
Η χώρα της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής που απειλείται περισσότερο στρατιωτικά αυτή τη στιγμή είναι η Βενεζουέλα, αν και καμία χώρα της περιοχής δεν είναι απαλλαγμένη από αυτή την πιθανή απειλή για την εδαφική της κυριαρχία. Η Βενεζουέλα και η μπολιβαριανή της επανάσταση -που έχει θαφτεί από τον αυταρχισμό και την αντι-εργατική και αντι-λαϊκή πολιτική του Μαδούρο- ήταν πάντα ένα τεράστιο αγκάθι για τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Τώρα, τα επεκτατικά γεράκια του Τραμπ επιδιώκουν να ανατρέψουν τον Μαδούρο, εκμεταλλευόμενα την τεράστια εσωτερική αδυναμία της κυβέρνησής του, για να βάλουν στη θέση του μια ακροδεξιά εναλλακτική υποταγμένη στην Ουάσιγκτον6.
Αλλά γιατί άραγε αυτή η αλλαγή στη θέση των Ηνωμένων Πολιτειών, αφού η κυβέρνηση Μαδούρο βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις μαζί τους από το 2018 και τους έχει ξαναεγγυηθεί ότι η Βενεζουέλα θα παραμείνει ασφαλής προμηθευτής πετρελαίου; Αυτό έχει να κάνει με την παγκόσμια αναδιάταξη, με τη νέα κατανομή των εδαφών επιρροής και των σχέσεων εξουσίας που βρίσκεται σε εξέλιξη. Η κυβέρνηση Τραμπ θέλει στην ηγεσία της βενεζουελάνικης κυβέρνησης ένα πρόσωπο της νέας διεθνούς φασιστικής ακροδεξιάς, που σε αυτή την περίπτωση θα ήταν η Μαρία Κορίνα Ματσάδο. Δεν θέλει αστάθεια στην αναδιάταξη αυτή, θέλει απόλυτη υποταγή στο νέο πλαίσιο. Το αν μπορέσει να το καταφέρει, αυτό είναι άλλο ζήτημα7.
Είναι γεγονός ότι μια τέτοια αλλαγή καθεστώτος στη Βενεζουέλα δεν φαίνεται να μπορεί να συμβεί χωρίς άμεση επέμβαση, σε οποιαδήποτε μορφή, με την ενδεχόμενη απόρριψη που αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει στην αμερικανική κοινή γνώμη, κάτι που πρέπει να ληφθεί υπόψη. Αυτό κάνει την κατάσταση πιο περίπλοκη. Γι' αυτό, καταφεύγουν στη στρατιωτική επέμβαση κατά του διεθνούς εμπορίου ναρκωτικών: για να προσπαθήσουν να κερδίσουν την εσωτερική υποστήριξη στην παρεμβατική πολιτική τους8. Σε κάθε περίπτωση, ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η αμερικανική στρατιωτική μετακίνηση στις ακτές της Βενεζουέλας δεν φαίνεται να λειτουργεί ως απλώς μια συνεχής δραστηριότητα αντιπληροφόρησης, αλλά μάλλον ως μια μεγάλης κλίμακας επιχείρηση συλλογής πληροφοριών για τον πληθυσμό της Βενεζουέλας και της περιοχής, προκειμένου να μετρηθεί η επίδραση της μετακίνησης και τα μελλοντικά σενάρια. Πρόκειται για μια νέα φάση της χρήσης της τεχνολογίας αιχμής για πολεμικούς σκοπούς.
Η δεξιά αντιπολίτευση της Βενεζουέλας, με επικεφαλής τη Μαρία Κορίνα Ματσάδο (MCM) -η οποία έκανε το ντεμπούτο της διαδικτυακά στην πρόσφατη συνάντηση των ευρωπαίων ελευθεριακών πατριωτών με την προεδρία της Μελόνι-, έχει ζητήσει κυρώσεις κατά της Βενεζουέλας στο πρόσφατο παρελθόν, χωρίς να μετρήσει τις επιπτώσεις τους στον φτωχό πληθυσμό.
Σήμερα, όμως, βασίζεται περισσότερο στον ίδιο τον αμερικάνικο στρατό για να διώξει τον Μαδούρο από την εξουσία και να την παραδώσει στην ίδια. Για το σκοπό αυτό, έχει προσφέρει σε ασημένιο πιάτο το εθνικό έδαφος και τον πλούτο της χώρας. Ασφαλώς, ο Μαδούρο δεν υπήρξε το καλύτερο παράδειγμα εθνικισμού ή πατριωτισμού, όταν επέτρεψε την εξόρυξη πετρελαίου από αμερικανικές πολυεθνικές εταιρείες υπό νεοαποικιακές συνθήκες πρωτόγνωρες για την ιστορία της χώρας του. Αλλά τίποτα από αυτά δεν δικαιολογεί την έκκληση να βεβηλωθεί το έδαφος της Βενεζουέλας.
Προς το παρόν, η αμερικανική κυβέρνηση φαίνεται να στοχεύει στην αποδυνάμωση της κυβέρνησης του Μαδούρο, στοιχηματίζοντας στην εμφάνιση εσωτερικών ρωγμών και στην ανατροπή της εξουσίας από ντόπιους στρατιωτικούς, κάτι που θα έσπαγε την εσωτερική ενότητα του μαδουρισμού και θα άνοιγε το ενδεχόμενο ενός σεναρίου τύπου Γρενάδας, ανανεωμένου με τις τεχνολογικές εξελίξεις της εποχής. Το ερώτημα είναι τι θα κάνουν αν δεν συμβεί μια τέτοια ρήξη στην εσωτερική εξουσία;
Μια ενδεχόμενη κυβέρνηση της Μαρίας Κορίνα Ματσάδο και του Εντμούντο Γκονζάλες, μετά από αμερικανική στρατιωτική επέμβαση, με τις ανοιχτά αντεργατικές τους πολιτικές και τα απομεινάρια της τσαβιστικής αντιπολίτευσης να τους αμφισβητούν, θα καθιστούσε αδύνατη τη διακυβέρνηση. Κατά συνέπεια, ο πραγματικός στόχος των Ηνωμένων Πολιτειών φαίνεται να είναι η προώθηση μιας στρατιωτικής δικτατορίας στη Βενεζουέλα με την άμεση δική τους συμβουλευτική, συμπεριλαμβανομένης της εγκατάστασης στρατιωτικών βάσεων στη χώρα. Αυτό θα εδραίωνε τους περιφερειακούς στόχους τους στο πλαίσιο της παγκόσμιας αναδιάρθρωσης.
Η κυβέρνηση Μαδούρο κάνει τρομερό λάθος όταν επικαλείται υποτιθέμενες διαφορές μεταξύ του Μάρκο Ρούμπιο και του Τραμπ, αναλαμβάνοντας το ρόλο ενός προστατευτικού συμβούλου του ενοίκου του Λευκού Οίκου. Αυτό που συμβαίνει στην Καραϊβική και στη Βενεζουέλα είναι μια ιμπεριαλιστική πολιτική, όχι μια κακή στιγμή της αμερικανικής πολιτικής.
Εξάλλου, η κοινωνική φθορά στη Βενεζουέλα είναι τόσο τρομερή, που η πιθανότητα μιας ξένης επίθεσης δεν έχει προκαλέσει την αναμενόμενη αντίδραση στον πληθυσμό. Η κυβέρνηση του Μαδούρο έχει ενεργοποιήσει τις πολιτοφυλακές και τον πολιτικό μηχανισμό του PSUV, αλλά με πολύ μικρότερη εμβέλεια από ό,τι οι ίδιοι διαδίδουν. Ο μόνος τρόπος για να δημιουργηθεί ένα μεγάλο εθνικό μέτωπο αντίστασης στην αμερικανική επέμβαση θα ήταν να κάνει πίσω από το πακέτο μέτρων που εφάρμοσε, ιδιαίτερα μετά το 2018, με σημαντική αύξηση των μισθών, επιστροφή των αριστερών κομμάτων στους νόμιμους ηγέτες και τα μέλη τους, γενική αμνηστία για τους πολιτικούς κρατούμενους και το κοινωνικό κίνημα, ανακατεύθυνση του εθνικού πλούτου προς την αποκατάσταση της κοινωνικής ασφάλισης και της υλικής διαβίωσης του λαού. Μόνο κάνοντας πέντε βήματα πίσω θα μπορούσε η κυβέρνηση του Μαδούρο να επιφέρει μια αλλαγή στην καταστροφική σημερινή κατάσταση, αλλά αυτό θα σήμαινε τη ρήξη με το πρόγραμμα της νέας αστικής τάξης που σχηματίστηκε τα τελευταία είκοσι χρόνια χάρη στην πετρελαϊκή πρόσοδο.
Ο λαός της Βενεζουέλας είναι αυτός που έχει υποφέρει περισσότερο κατά τη διάρκεια αυτών των 10 ετών οπισθοδρόμησης και αφομοίωσης στα συμφέροντα του κεφαλαίου από την κυβέρνηση του Μαδούρο. Εκατομμύρια Βενεζουελάνοι για να επιβιώσουν αναγκάστηκαν να φύγουν στο εξωτερικό, ενώ όσοι έμειναν στη χώρα βιώνουν το δράμα της απώλειας της κοινωνικής ασφάλισης, ανυπαρξίας μισθού και του φόβου να εκφράσουν την γνώμη τους επειδή μπορεί να συλληφθούν. Ο λαός έχει ήδη υποφέρει πάρα πολύ για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες μιας μεγάλης κλίμακας στρατιωτικής επιχείρησης. Οι βόμβες, στην πλειονότητά τους, θα πέσουν πάνω στα κεφάλια των φτωχών ανθρώπων. Οποιοδήποτε μέτρο επιτρέψει να αποφευχθεί αυτή την κρίση πρέπει να χαιρετιστεί.
Ana Carvalhaes & Luis Bonilla-Molina
(αρχική δημοσίευση στο Viento Sur, 7/10/2025)
Μετάφραση ΤΠΤ – “4”
- 1«Trump Directs Military to Target Foreign Drug Cartels», New York Times, 08/08/2025.
- 2Αναφορά σε μία γνωστή παλαιότερη φράση, που συνήθως αποδίδεται στον Πορφίριο Ντίας, “Φτωχό Μεξικό: τόσο μακρυά από το Θεό, τόσο κοντά στις ΗΠΑ” (σημείωση του μεταφραστή).
- 3«Mexico’s President Struggles to Escape Trump’s Growing Demands», New York Times.
- 4Απόσπασμα σπό την επιστολή του Τραμπ προς τον Λούλα, στις 9/7/2025, με την οποία ανακοινώνει τους δασμούς: «Γνώρισα και συνεργάστηκα με τον πρώην πρόεδρο Ζαΐρ Μπολσονάρο και τον σεβόμουν πολύ, όπως και οι περισσότεροι ηγέτες άλλων χωρών. Ο τρόπος με τον οποίο η Βραζιλία έχει αντιμετωπίσει τον πρώην πρόεδρο Μπολσονάρο, έναν ηγέτη, που ήταν πολύ σεβαστός σε όλο τον κόσμο κατά τη διάρκεια της θητείας του, ακόμη και από τις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι μια διεθνής ντροπή. Αυτή η δίκη δεν θα έπρεπε να λάβει χώρα. Είναι μια κυνήγι μαγισσών που πρέπει να τερματιστεί ΑΜΕΣΩΣ! Εν μέρει λόγω των υπονομευτικών επιθέσεων της Βραζιλίας κατά των ελεύθερων εκλογών και της θεμελιώδους παραβίασης της ελευθερίας του λόγου των Αμερικανών (όπως το απέδειξε πρόσφατα το Ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο της Βραζιλίας, το οποίο εξέδωσε εκατοντάδες ΜΥΣΤΙΚΕΣ και ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ εντολές λογοκρισίας ενάντια σε πλατφόρμες κοινωνικών δικτύων των ΗΠΑ, απειλώντας τες με πρόστιμα εκατομμυρίων δολαρίων και την αποβολή τους από την βραζιλιάνικη αγορά κοινωνικών δικτύων), από την 1η Αυγούστου 2025, θα επιβάλλουμε στη Βραζιλία δασμό 50 % σε όλες τις βραζιλιάνικες εξαγωγές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, επιπλέον από όλους τους υφιστάμενους τομεακούς δασμούς. Τα εμπορεύματα που μεταφορτώνονται με σκοπό την αποφυγή αυτού του δασμού 50 % θα υπόκεινται σε αυτόν τον υψηλότερο δασμό».
- 5«Atos contra anistia e PEC da Blindagem reúnem multidões pelo Brasil», BBC Brasil, 22/9/2025.
- 6Σχετικά με αυτό, αξίζει να διαβαστεί η ανάλυση του Ian Bremmer, της Euroasia Group, Is the US about to invade Venezuela?, στο GZero, 3/09/2025.
- 7«EUA vão invadir a Venezuela? Trump faz pergunta não parecer absurda», στήλη της Sylvia Colombo στη Folha de S.Paulo, 4/9/2025.
- 8«EUA preparam opções de ataques contra alvos dentro da Venezuela, diz TV» [Οι ΗΠΑ προετοιμάζουν επιλογές για επιθέσεις εναντίον στόχων εντός της Βενεζουέλας, σύμφωνα με τηλεοπτική εκπομπή].