«Μεγάλη Κλεμμένη Εκλογή»;

ΗΠΑ: «Μεγάλη Κλεμμένη Εκλογή»;

«Grand Theft Election?»

David Finkel, για την Εθνική Επιτροπή της Solidarity, 7 Ιανουαρίου 2021

Θα ακούμε για πολλές εβδομάδες για τη “δύναμη και την ανθεκτικότητα των αμερικανικών δημοκρατικών συνταγματικών θεσμών” απέναντι στην προσπάθεια του ηττημένου προέδρου να ανατρέψει τα εκλογικά αποτελέσματα του Νοεμβρίου καθώς και απέναντι στην “εξέγερση” που υποκίνησε ο Ντόναλντ Τραμπ. Το χάος που υπήρξε κατά την επικύρωση από το Κογκρέσο της νίκης των Μπάιντεν/Χάρις στο Εκλεκτορικό Σώμα μπορούμε λογικά να μην το δούμε να επαναλαμβάνεται στην τελετή παράδοσης της 20ης Ιανουαρίου -τόσο γιατί ο Τραμπ είναι τώρα πολύ απομονωμένος και δυσφημισμένος, όσο και καθώς η παρουσία αστυνομίας και ασφάλειας θα είναι απολύτως μαζική, αντίθετα από τη χτεσινή χρεοκοπία τους.

Η πραγματικότητα όμως είναι πολύ πιο σύνθετη και πολύ λιγότερο ρόδινη. Οι ιεροί “θεσμοί” είναι σήμερα πολύ ευάλωτοι σε αντιδημοκρατικούς χειρισμούς, εν μέρει επειδή εξαρχής ποτέ δεν είχαν σχεδιαστεί για να είναι δημοκρατικοί. Το παιχνίδι του Τραμπ της “Μεγάλης Εκλογικής Κλοπής” κατέρρευσε για μια σειρά από λόγους, αλλά σε διαφορετικές περιστάσεις θα μπορούσε να ήταν πολύ πιο απειλητικό.

Ας εξετάσουμε μερικά γεγονότα κεντρικής σημασίας

1. Η αμερικανική δημοκρατία, ως τέτοια, διασώθηκε από τη μαζική εκλογική συμμετοχή των μαύρων -και στις κρίσιμες, “ταλαντευόμενες”, Πολιτείες και των λατίνος και των ιθαγενών- των οποίων οι ψήφοι έκαναν την ήττα του Τραμπ τόσο σαφή που δεν μπορούσε να αμφισβητηθεί αξιόπιστα. Ιδιαίτερα σε μέρη όπως η Γεωργία αυτό είναι αποτέλεσμα πολλών χρόνων οργανωτικής δουλειάς στη βάση, το οποίο κατάφερε να ξεπεράσει το συστηματικό αποκλεισμό ψηφοφόρων, που έχουν οργανώσει οι δεξιές πολιτειακές ηγεσίες. Παρόλο που θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι αυτές οι ηρωικές προσπάθειες αξίζουν κάτι καλύτερο από το άθλιο νεοφιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα, ήταν πάντως αυτές που έκαναν αναμφίβολα την ιστορική διαφορά στην αμερικανική πολιτική.

2. Ο μακροχρόνιος αυτός αγώνας με κανέναν τρόπο δεν τελείωσε. Την ώρα που οι ρεπουμπλικάνοι εγκαταλείπουν το βυθιζόμενο πλοίο του Τραμπ -μεταξύ τους και οι πιο επιφανείς του υποστηρικτές-, το κόμμα τους θα χωριστεί για την “κληρονομιά” του Τραμπ και για το αν θα πρέπει να συνυπάρξουν και να συνεργαστούν με την κεντρο-νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση Μπάιντεν ή θα ήταν καλύτερα να συνεχίσουν τις συστηματικές τρικλοποδιές που τους χαρακτήρισε από την εκλογή του Μπάρακ Ομπάμα. Αυτό που θα ενώσει τους Ρεπουμπλικάνους, ιδιαίτερα σε επίπεδο πολιτειών, είναι ο αποκλεισμός ψηφοφόρων, που είναι και ο μόνος τρόπος που έχει αυτό το κόμμα για να κρατιέται στην εξουσία, καθώς αναλογικά στο εκλογικό σώμα των ΗΠΑ ο λευκός πληθυσμός γερνάει και μειώνεται.

Δεν πρόκειται για θεωρητική απειλή. Μόλις κατακάθισε το βράδυ, εάν προσέξετε, αυτό που έλεγαν μερικοί από τους ρεπουμπλικάνους που ισχυρίζονταν ότι υποστηρίζουν τα εκλογικά αποτελέσματα είναι ότι το Κογκρέσο δεν έχει δικαίωμα “να παρεμβαίνει στις πολιτείες για το πώς να οργανώνουν τις εκλογές”. Ένας από αυτούς είναι ο γερουσιαστής Rand Paul, που πριν από το δεύτερο γύρο των εκλογών στη Γεωργία εκτιμούσε πως η ενθάρρυνση περισσότερων ανθρώπων να ψηφίσουν “μπορεί να αλλοιώσει το αποτέλεσμα των εκλογών”. Όχι παίζουμε!

Αυτό που χρειάζεται, στην πραγματικότητα, είναι μια ισχυρή ομοσπονδιακή νομοθεσία για το δικαίωμα ψήφου, ακριβώς για να υπάρξει παρέμβαση εκεί όπου πολιτειακοί νομοθέτες ή οι κυβερνήσεις των Πολιτειών -και όχι μόνο στο βαθύ Νότο- διαγράφουν από τους εκλογικούς καταλόγους, εμποδίζουν την εγγραφή σε αυτούς, περιορίζουν τις πρόωρες και από απόσταση ψηφοφορίες [ταχυδρομική ψήφο], δηλαδή αυτές ακριβώς που βοήθησαν τη συμμετοχή το Νοέμβρη να καταγράψει ιστορικά ρεκόρ εν μέσω κρίσης κορονοϊού, ή που περικόπτουν προκλητικά τα εκλογικά τμήματα στις περιοχές των μαύρων κοινοτήτων και κάνουν και ρατσιστικά και κομματικά μαγειρέματα στον ορισμό των εκλογικών περιφερειών. Το αν η διοίκηση Μπάιντεν/Χάρις θα αγωνιστεί για το δικαίωμα της ψήφου, και όχι απλώς να μιλάει για αυτό, θα είναι μεγάλο ζήτημα. (Και ακόμα πιο πέρα είναι το μεγαλύτερο, συνταγματικό, ζήτημα του να καταργηθεί ο “ιερός θεσμός” του Εκλεκτορικού Σώματος, που αφαιρεί την εξουσία από την εθνική λαϊκή ψήφο και επιτρέπει όλες τις κακοπροαίρετες μανούβρες στις πολιτείες με μικρές διαφορές.

3. Οι πολιτικοί και τα μίντια περιγράφουν αυτό που συνέβη χτες ως “εξέγερση”. Αυτό είναι ανοησία, που λερώνει την καλή φήμη της εξέγερσης.

Ως σχεδιασμένη και δυνητικά φονική μαφιόζικη δράση, η επίθεση κατά του Καπιτώλιου είναι πράγματι σοβαρό ζήτημα και αποτελεί ανησυχητική απειλή μιας δεξιάς τρομοκρατίας που μπορεί να επανέλθει. Κανείς δεν μπορεί να μη δει την αντίθεση ανάμεσα στη βίαιη αντιμετώπιση πολλών διαμαρτυριών του κινήματος Black Lives Matter κατά της αστυνομικής βίας και στο γεγονός ότι ελάχιστοι, ή και κανένας, δε συνελήφθη χτες μέσα στο κτίριο (ενώ οι μετέπειτα συλλήψεις έγιναν για παραβίαση της απαγόρευσης κυκλοφορίας, μετά τα γεγονότα).

Στη συγκέντρωσή του το πρωί της Τετάρτης, όπου επανέλαβε τα ψέματά του για τη “συντριπτική” του νίκη που του εκλάπη, ο Τραμπ κάλεσε το πλήθος να “πορευτεί προς το Καπιτώλιο”, λέγοντας μάλιστα ότι θα συμμετάσχει και ο ίδιος. Βέβαια, ο ίδιος αποσύρθηκε μετά στο τηλεοπτικό του μπούνκερ του Λευκού Οίκου. Όταν είχε καλέσει τον κόσμο να πάνε στην Ουάσιγκτον στις 6 Γενάρη, είχε πει ότι η ημέρα αυτή θα είναι “άγρια”. Πέρα από το γεγονός ότι όλα αυτά ήταν γεγονότα υπερμετάδοσης του ιού, ήταν ασφαλώς ταυτόχρονα και υποκίνηση όχλου.

Αλλά “εξέγερση”, δηλαδή προσπάθεια κατάληψης της εξουσίας; Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε πολύ περισσότερα από ημι-αυθόρμητες επιθέσεις σε κυβερνητικά γραφεία. Από την άποψη της αριστεράς, οι εξεγέρσεις κατά κατασταλτικών καθεστώτων απαιτούν μαζικά λαϊκά κινήματα ικανά να οργανώνουν γενικές απεργίες και να οδηγούν σε διάσπαση τους στρατιωτικούς μηχανισμούς. Από την άποψη της δεξιάς, τα πραξικοπήματα μπορεί πράγματι να χρησιμοποιούν επικουρικά και βία του όχλου, αλλά η πραγματική δράση γίνεται με τανκς στους δρόμους, με στοχευμένες επιδρομές και συλλήψεις, και με οργάνωση τρομοκρατίας κατά των διαφωνούντων πληθυσμών. Τίποτα από αυτά, και με μεγάλη απόσταση, δεν υπήρχε στην Ουάσιγκτον DC χτες, για να μη μιλήσουμε για όλη τη χώρα γενικά. Αυτό δε σημαίνει να υποτιμήσουμε την πραγματική απειλή που θέτουν οι ακροδεξιοί οπαδοί της λευκής υπεροχής και η μάζα των ψηφοφόρων του Τραμπ, που ζει σε έναν κόσμο εκτός πραγματικότητας πιστεύοντας πως η εκλογή τους “κλάπηκε”.

4. Η “Μεγάλη Κλεμμένη Εκλογή” του Τραμπ και των ρεπουμπλικάνων, που συζητήθηκε και αναλύθηκε από πριν από το Transition Integrity Project και από πολλούς συγγραφείς, δεν είναι ένα καλαμπούρι. Και δεν πρέπει να μας παραπλανήσει ο χαοτικός τρόπος με τον οποίο κατέρρευσε.

Εάν οι εκλογές του Νοεμβρίου δεν ήταν τόσο μακρυά, εάν οι ενέργειες της συμμορίας του Τραμπ μετά τις εκλογές ήταν λίγο πιο επαγγελματικά οργανωμένες και συντονισμένες, εάν οι νομικοί ελιγμοί δεν ήταν στα χέρια ενός όρθιου πτώματος όπως ο Rudy Giuliani, εάν μερικοί πολιτειακοί ή ομοσπονδιακοί δικαστές ήταν εξίσου διεφθαρμένοι με τον ίδιο τον Τραμπ -και ίσως εάν οι θέσεις των κυβερνητών του Μίσιγκαν, της Πενσυλβάνια και του Ουίσκονσιν είχαν παραμείνει σε ρεπουμπλικανικά χέρια μετά το 2018-, τότε οι ΗΠΑ μπορεί πράγματι να είχαν να αντιμετωπίσουν πιο υπαρξιακή απειλή για τους συνταγματικούς τους θεσμούς, που έχουν τόσο καλά εξυπηρετήσει τις ελίτ τους ώς τώρα, για πάνω από δύο αιώνες.

Η επισφαλής κατάσταση της αμερικανικής δημοκρατίας την καθιστά εξίσου ευάλωτη από τα μέσα όσο ευάλωτα είναι, απ’ό,τι φαίνεται, και τα πληροφοριακά συστήματα της κυβέρνησης και των επιχειρήσεων απέναντι στους ρώσους χάκερς. Εάν έφτανε στα άκρα του, ένα άλλο παρόμοιο σενάριο “Μεγάλης Εκλογικής Κλοπής” θα μπορούσε να πλήξει γερά τη χώρα, όχι τώρα, αλλά κάποια στιγμή στο μέλλον. Ναι, κάτι τέτοιο εδώ θα μπορούσε να γίνει.

5. Η χτεσινή απότομη κατάρρευση διέλυσε ό,τι παρέμενε από την προεδρεία Τραμπ και ίσως (αν και κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος) να κατέστρεψε και τις μελλοντικές πολιτικές φιλοδοξίες τις δικές του και της οικογένειάς του. Ο Rush Limbaugh [δημοσιογράφος ραδιοφώνου -ΣτΜ] το έθεσε οξυδερκώς: “Εάν θέλετε να έχετε προοπτική σήμερα στην Ουόσιγκτον DC, θα πρέπει να καταγγείλετε τον Τραμπ τώρα” (εκπομπή, 7 Ιανουαρίου). Δεν χρειάζεται κανείς να είναι Λίμποου για να καταλάβει την υποκρισία αυτών των ξαφνικών μεταστροφών από ρεπουμπλικάνους.

Τέλος, οι ηγετικοί κύκλοι της επιχειρηματικής άρχουσας τάξης πήραν θέση, όταν η Twitter και η Facebook κατάργησαν την πρόσβαση του Τραμπ στους “λατρεμένους του followers”, εκ των οποίων η National Association of Manufacturers ζήτησε την απομάκρυνσή του με βάση την 25η τροπολογία [απομάκρυνση προέδρου για ακαταλληλότητα, από το υπουργικό του συμβούλιο, ΣτΜ], ή διάφοροι επικεφαλής χρηματοπιστωτικών εταιρειών όπως ο David Salomon, επικεφαλής της Goldmans Sachs, ή ο Jamie Dimon και άλλοι, τόσο ευνοημένοι σκανδαλωδώς από τις πολιτικές του Τραμπ, που στράφηκαν εναντίον του. Δεν τους είναι πλέον χρήσιμος.

Μια κάθοδος του Τραμπ στις εκλογές του 2024 θα μπορούσε και να καταστρέψει οριστικά το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Αλλά αυτό δεν σημαίνει και το τέλος αυτού που ονομάστηκε “τραμπισμός”, έστω και αν πλέον τώρα πρέπει να προχωρήσει χωρίς τον Τραμπ.

Από την άποψη αυτήν, η ανάλυση του Samuel Farber, που δημοσιεύτηκε στις 3 Ιανουαρίου στο Jacobin, “Trumpism Will Endure[“Ο τραμπισμός θα αντέξει” ΣτΜ], συνίσταται ανεπιφύλακτα. Παρόλο που γράφτηκε πριν από τη χτεσινή του αυτο-παγίδευση, ο Φάρμπερ επισημαίνει το κρίσιμο στοιχείο του: “Ίσως ο πιο χρήσιμος τρόπος να καταλάβει κανείς τον τραμπισμό είναι ως μια ακροδεξιά απάντηση στις αντικειμενικές συνθήκες της οικονομικής παρακμής και της ηθικής παρακμής” [που αισθάνονται οι φτωχοί λευκοί άνδρες βλέποντας τα προνόμιά τους να χάνονται ΣτΜ].

Στο πλαίσιο αυτό η “αντίληψη ηθικής παρακμής” πηγάζει από ένα δεξιό αντανακλαστικό στη διαπίστωση ότι το επίπεδο και τα προνόμια που πολλοί άνδρες λευκοί τα είχαν ως δεδομένα βρίσκονται πλέον σε αμφισβήτηση. Αυτό απαιτεί βαθύτερη συζήτηση απ’όσο μπορούμε να κάνουμε εδώ, αλλά φτάνει στην καρδιά μιας πραγματικότητας της κοινωνίας των ΗΠΑ και, ιδιαίτερα, στο κεντρικό ζήτημα που έχουν να αντιμετωπίσουν όσοι από μας βρίσκονται στη σοσιαλιστική αριστερά: Ένα μεγάλο τμήμα της εργαζόμενης τάξης, ιδιαίτερα από τους λευκούς εργάτες, έχει στρατευτεί σε αυταρχικές, δεξιές, ρατσιστικές πολιτικές.

Μένει να δούμε κατά πόσο η πίστη τους αυτή μπορεί να μεταβιβαστεί από τη λατρεία του Τραμπ σε κάποια νέα σημαία. Είναι όμως αυτό δευτερεύον σε σχέση με το γεγονός του ότι ο “τραμπισμός” της εργατικής τάξης θα παραμένει ένα από τα κύρια εμπόδια για αγώνες προς σοβαρές μεταρρυθμίσεις που μπορούν να κερδηθούν και να κρατηθούν.

Για να καταλάβουμε γιατί και πώς αυτό συνέβη, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε και τη δεύτερη πραγματικότητα της κατάστασής μας: την αντικειμενική έκταση των κρίσεων που περιμένουν τον Μπάιντεν και το, μόλις ελεγχόμενο από το Δημοκρατικό Κόμμα, Κογκρέσο. Η καταστροφή του Covid, η κατάρρευση του συστήματος υγείας και το μπέρδεμα με την εκστρατεία εμβολιασμού, τα δεκάδες εκατομμύρια των οικογενειών εργατικής και μεσαίας τάξης που αντιμετωπίζουν εξώσεις, μόνιμη ανεργία, χρεοκοπίες, καταστροφή από τα χρέη και τις δαπάνες περίθαλψης, πολιτειακές και τοπικές κυβερνήσεις να βρίσκονται απελπιστικά κάτω από το μηδέν, και πάνω από όλα αυτά να συνεχίζει και η κλιματική αλλαγή και οι περιβαλλοντικές καταστροφές, που επιδεινώθηκαν από τα τέσσερα χρόνια του Τραμπ.

Η κατάσταση απαιτεί απολύτως μεγάλα μέτρα: Μια οικονομική τόνωση και ανακούφιση μεγάλης κλίμακας, κινητοποίηση δημόσιας υγείας και ενδεχομένως και στρατιωτικών πόρων για να γίνει ο εμβολιασμός, μια “ακαριαία” μετάβαση από τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων σε ένα αληθινό πράσινο New Deal και σε Medicare for All [περίθαλψη για όλους ΣτΜ], άμεσο κλείσιμο των αισχρών κερδοφόρων κέντρων κράτησης μεταναστών, μεταξύ άλλων. Τί να περιμένουμε, λοιπόν, από όλες αυτές τις διαφημιζόμενες ως “μετριοπαθείς” δυνάμεις και των δύο κομμάτων, τη στιγμή που οι Δημοκρατικοί το ψάχνουν πώς να χρησιμοποιήσουν την εξουσία που του δόθηκε και οι Ρεπουμπλικάνοι αναρωτιούνται αν πρέπει να είναι “συναινετικοί” ή “σκοταδιστές”;

Για την αριστερά και τα κοινωνικά κινήματα, αυτό που είναι το πιο σημαντικό είναι να παραμείνουν όσο πιο ενεργοί και κινητοποιημένοι, για να παλέψουν για αυτά που χρειαζόμαστε, όχι για λίγα ψίχουλα. Να γιορτάσουμε την αυτοκαταστροφή του Τραμπ είναι ασφαλώς σωστό. Ένας μήνας του μέλιτος της αριστεράς για τον Μπάιντεν σίγουρα δεν είναι.

Δημοσιεύτηκε στο Soldarity, 8 Ιανουαρίου 2021

David Finkel, για την Εθνική Επιτροπή της Solidarity

 

David Finkel