Μαρτινίκη και Γουαδελούπη, πάντα ταραγμένες, κρατάνε την ανάσα τους

Όπως και η Γουιάνα, για την οποία δεν θα μιλήσουμε εδώ, τα δύο αυτά γαλλικά αποικιακά εδάφη της Λατινικής Αμερικής απασχολούν τα λεγόμενα «εθνικά» ΜΜΕ.

Επαναλαμβανόμενες κρίσεις και κρίση του συστήματος

Οι ταραχές που τις κλονίζουν, ακολουθούν έναν όλο και πιο συχνό ρυθμό. Αυτός μεταφράζει τη συστημική κρίση του αποικιοκρατικού συστήματος, που υποβόσκει κάτω από ένα περίπλοκο ένδυμα. Αυτές οι «παλιές αποικίες», που είχαν βαπτιστεί με το παλιό λεξιλόγιο «υπερπόντιες», ονομάζονται τώρα «υπερπεριφερειακές περιοχές», στην τεχνοκρατική γλώσσα (η Ευρώπη δεν μπορεί παρά να αποτελεί ΤΟ κέντρο!).

Η κρίση έχει για υπόβαθρο την εξάντληση του οικονομικού μοντέλου που κληροδότησε η δουλοκτητική περίοδος: «νησιά ζάχαρης», μετά μπανάνας, για την ευρωπαϊκή αγορά. Το σύστημα αυτό έχει πάψει να είναι στο κέντρο, έστω και αν μερικοί μεγάλοι παραγωγοί Békés εξακολουθούν να είναι σε θέση να παίρνουν επιδοτήσεις [Békés, στα τοπικά κρεολικά, καλούνται οι λευκοί απόγονοι των πρώτων αποίκων, κυρίως Γάλλων, στμ]. Ωστόσο, υπήρξε διεύρυνση της κοινωνικής βάσης του καθεστώτος, μέσω της « départementalisation » [δηλαδή της μετατροπής των νησιών σε απλούς γαλλικούς νομούς, στμ.], με τη συγκρότηση μιας διοικητικής μικροαστικής τάξης, που βασίζεται στην καταλήστευση μέσω ειδικής κατανάλωσης. Η οικονομική και κοινωνική εξάρτηση που πηγάζει από αυτήν δεν είναι παρά το αντικαθρέφτισμα μιας ακραίας πολιτικής εξάρτησης.

Στις τελευταίες δεκαετίες, με την ιδιαίτερη προώθηση της τουριστικής δραστηριότητας, αναπτύχθηκε εκ νέου και η παραγωγή ρούμι πολυτελείας που σήμανε και έναν αγροτοδιατροφικό τομέα, έστω αδύναμο.

Οι οικονομικές αυτές αλλαγές και κοινωνικές μεταλλάξεις δείχνουν ωστόσο τα όρια και τις αντιφάσεις τους: η ανεργία εκτινάσσεται. Το κόστος ζωής επίσης. Κατά μέσον όρο, 3.000 νέοι εγκαταλείπουν τη χώρα κάθε χρόνο την τελευταία περίοδο. Και η παραβατικότητα αναπτύσσεται στη βάση του εμπορίου ναρκωτικών.

Ο σιωπηλός θυμός που όλα αυτά προκαλούν στον πληθυσμό συνδυάζεται και με ένα αίσθημα αδυναμίας για την οποία οι «Πολιτικοί» βιώνονται ως το σύμβολό της. Αυτό με τη σειρά του επιδράει στη διάρθρωση όλου του πολιτικού χώρου.

Η αφομοίωση (όπως ονομάστηκε ο μετασχηματισμός των αποικιών σε «υπερπόντιους νομούς», που πραγματοποιήθηκε σε κλίμα λαϊκής ευφορίας το 1946, με την αιγίδα του Εμέ Σεζέρ [Aimé Césaire] και των κομμουνιστών, των οποίων ήταν ένας από τους ηγέτες τους) γρήγορα έφτασε σε κρίση οδηγώντας στην παθιασμένη διαφοροποίηση ανάμεσα σε δεξιά των «υπερπόντιων νομών» και σε αριστερά της «αυτονομίας». Στα αριστερά της τελευταίας, μια «ανεξαρτησιακή άκρα αριστερά» αναδύθηκε κατά τη δεκαετία του ‘60 και κυρίως του ‘70. Οι δυσκολίες των αντιαποικιακών να κερδίσουν μεγάλη λαϊκή απήχηση οδήγησαν σε, συχνά ανομολόγητες, «προσαρμογές».

Η επικράτηση αριστερά, κατά τις δεκαετίες ‘60, ‘70 και ‘80 του αυτονομιστικού ρεύματος, των PCM (Parti communiste martiniquais =Κομμουνιστικό Κόμμα Μαρτινίκας) και PPM (Parti progressiste martiniquais =Προοδευτικό Κόμμα Μαρτινίκας) του Εμέ Σεζέρ μετά τη ρήξη του με τους πρώτους, άρχισε να περιορίζεται ήδη από τη δεκαετία του 1990 από ένα «πατριωτικό στρατόπεδο», σύντομα με την ηγεμονία του MIM (Mouvement Independantiste Martiniquais =Ανεξαρτησιακό Κίνημα Μαρτινίκας) του Alfred Marie-Jeanne, του οποίου η χαρισματικότητα ξεπερνούσε κατά πολύ την σφαίρα των ανεξαρτησιακών. Ο εκλογικός του προσανατολισμός τον οδήγησε στην κορυφή του Περιφερειακού Συμβουλίου (1998) και μετά της Επαρχίας της Μαρτινίκας (2015), ενώ το PPM (του πλέον μακαρίτη Εμέ Σεζέρ) είχε γίνει ο κύριος αντίπαλός του.

Ο εκλογικός ανταγωνισμός PPM/MIM οδήγησε το τελευταίο σε μια, πολύ επίσημη, «διαχειριστική συμμαχία» με τη δεξιά χάρη στην οποία παρέμεινε «στην εξουσία» από το 2015 ώς το 2020, πριν απομακρυνθεί και πάλι (βλ. την παρένθεση 2010-2015) από το PPM και τους συμμάχους του (στους οποίους συμμετέχουν ακόμα και γνωστά στοιχεία της τοπικής δεξιάς). Ορισμένες ανεξαρτησιακές οργανώσεις τοποθετήθηκαν πίσω από την εκλογική λοκομοτίβα του Αλφρέντ Μαρί-Ζάν, όπως το CNCP (conseil national des comités populaires =Εθνικό Συμβούλιο Λαϊκών Επιτροπών) και μια από τις διασπάσεις του, το Palima (parti de la libération de la Martinique =Κόμμα Απελευθέρωσης της Μαρτινίκας), αλλά ακόμα και το αυτονομιστικό PCM (που όμως πλέον δεν είναι παρά η σκιά αυτού που ήταν ιστορικά).

Άλλα ριζοσπαστικά ρεύματα [όπως το PKLS (Parti Kominis pou libérasyon ek sosyalism =Κομμουνιστικό Κόμμα για την απελευθέρωση και το σοσιαλισμό), που είναι μια ανεξαρτησιακή διάσπαση του PCM, ή το CNCP-comités populaires, που είναι μια άλλη διάσπαση του αρχικού CNCP] δεν συμμετέχουν σε θεσμικές διαδικασίες και συνδέονται περισσότερο με την αμφισβήτηση της αποικιοκρατίας.

Η GRS [Groupe Révolution Socialiste =Ομάδα Σοσιαλιστική Επανάσταση -τμήμα της 4ης Διεθνούς], έχει περάσει από τον προπαγανδισμό και την ιδεολογική διαπάλη των αρχών της σε μια σημαντική παρέμβαση στο μαζικό κίνημα, συνδικαλιστικό, φεμινιστικό, αντιαποικιοκρατικό, όπου οι ευθύνες της αναγνωρίζονται.

Η Combat Ouvrier (=Εργατικός Αγώνας), οργάνωση της γαλλικής Lutte Ouvrière (=Εργατική Πάλη) στις Αντίλες, επικεντρώνει τις δυνάμεις της στη συνδικαλιστική δουλειά, όπου ηγείται της C.G.T. (confédération générale des travailleurs =Γενική Συνομοσπονδία Εργαζομένων) τόσο στη Μαρτινίκα όσο και στη Γουαδελούπη.

Μαρτινίκα, Γουαδελούπη: Ίδιος αγώνας, αλλά με διαφορές

Οι πιο μεγάλες διαφορές ανάμεσα στα λαϊκά κινήματα της Μαρτινίκας και της Γουαδελούπης πηγάζουν από την απόκλιση που υπήρξε μετά τη σφαγή του 1967 στη Γουαδελούπη. Η απόρριψη της αποικιοκρατίας που προκλήθηκε έφτασε σε ένα πολύ πιο υψηλό σημείο στις μάζες απ’ό,τι στη Μαρτινίκα. Το διαπιστώσαμε και το 2009. Το διαπιστώνουμε πάλι σήμερα. Η ηγεμονία της U.G.T.G (union générale des travailleurs guadeloupéens =Γενική Ένωση Εργαζομένων της Γουαδελούπης), η οποία εγγράφεται σε ένα είδος επαναστατικού συνδικαλισμού με εθνικιστικό και ταξικό περιεχόμενο, διευκολύνει μια ενοποιητική συνοχή και προκαλεί πολύ πιο σαφή ρήξη, στη Γουαδελούπη, ανάμεσα στο κοινωνικό κίνημα και στη γενικότερη πολιτική αντιπροσώπευση.

Οι αμφισβητησιακές πολιτικές εκφράσεις στη Μαρτινίκη, έξω από τους πιο κλασικούς χώρους, είναι πολύ πιο αδύναμες απ’ό,τι στη Γουαδελούπη.

Μαρτινίκη: Αντιαποικιοκράτες και εργατικό κίνημα καλούνται να τοποθετηθούν

Η εκλογικίστικη στροφή του MIM, που ξεκίνησε ήδη μετά την πρώτη του είσοδο στο Περιφερειακό Συμβούλιο [1998] και που ενισχύθηκε όταν ανέλαβε τον έλεγχο αυτού του οργάνου, το οδήγησε σε μια απροκάλυπτη σύγκρουση με τις αποικιακές και καπιταλιστικές πραγματικότητες.

Όπως και η αριστερά, μετά τη νίκη του Μιτεράν, η προσαρμογή του στη νεοφιλελεύθερη διαχείριση το κατέστησε ανίκανο να βρει έστω και μια ελάχιστη λύση στα προβλήματα που ταλανίζουν τη χώρα και εξηγούν την εκλογή του. Η αποικιοκρατική απολυταρχία δεν μειώνεται ούτε κατ’ελάχιστο. Ο στιγματισμός των «Πολιτικών» γενικεύτηκε. Η ανικανότητα επίλυσης των καθημερινών προβλημάτων, ο νεποτισμός, η διαφθορά, που έγιναν πλέον τρέχουσες καταγγελίες, αυξάνουν το παλιό υπόβαθρο της αποχής από την πολιτική στις «παλιές αποικίες».

Η πιο ριζοσπαστική αριστερά κρατήθηκε εκτός θεσμών με ένα εκλογικό σύστημα που προέβλεπε κατώφλι εισόδου του 10%, για να εμποδιστούν οι μικρές οργανώσεις, και μια αντίστοιχη επιβράβευση για τον «πρώτο». Ο αναμφισβήτητος αγωνιστικός δυναμισμός της δεν της επέτρεψε να ξεπεράσει την αίσθηση γενικότερης αδυναμίας, το οποίο επίσης εντείνεται από τις μνημειώδεις της διαιρέσεις. Επομένως και αυτήν την αφορούν τα ερωτήματα που θέτουν οι νέες αμφισβητησιακές δυνάμεις.

Δυνάμεις και αντιφάσεις μιας νέας αμφισβητησιακής κίνησης

Πολύ δεμένη με το ζήτημα των συμβόλων, η εθνικιστική αυτή κίνηση, με αφρικανική εθνική χροιά, έχει διακριθεί στην καταγγελία των Μπεκέ (Békés) και του ρόλου ορισμένων από αυτούς στη δηλητηρίαση των Αντίλων με χλωρδεκόνη, στην απαίτηση για αποκατάσταση του εγκλήματος αυτού, στη μάχη για να φύγουν όλα τα σύμβολα της δουλείας που παραμένουν σε δημόσιους χώρους, στο σπάσιμο των προτομών του Victor Schoelcher, της αυτοκρατόρισσας Ιωσηφίνας και του Belain Desnambuc και σήμερα και στην αμφισβήτηση της υγειονομικής πολιτικής της εξουσίας, με έντονη επιρροή από την antivax κουλτούρα.

Σχεδόν μισός αιώνας υποχώρησης της μαρξιστικής σκέψης εξηγεί το ότι οι θεμιτές προσδοκίες αυτού του αγωνιστικού κομματιού, το θάρρος του, η δίκαιη θέλησή του να προχωρήσει σε κριτικό απολογισμό όλου του υπαρκτού, δεν αρκούν ωστόσο για να μπορέσει να θέσει τα στρατηγικά και τακτικά ζητήματα του αγώνα για χειραφέτηση, στο φως των μαθημάτων μιας τεράστιας εμπειρίας αγώνων για τον κοινωνικό μετασχηματισμό, χτες και σήμερα.

Έτσι, ακόμα και αυτό το κομμάτι διαπερνάται από τους παλαιούς δαίμονες, των οποίων το μονοπώλιο δεν το έχουν μόνο οι «παλιοί», με το δράμα των εγωισμών και μια ορισμένη υπεροψία να μην είναι από τα λιγότερο σημαντικά.

Το επείγον είναι εδώ!

Η ανυπομονησία δεν είναι καλός σύμβουλος, αλλά είναι θεμιτή. Γιατί το επείγον του πράγματος είναι εδώ. Πολλές δεκαετίες πάνε που στοχαστές από τους πιο διορατικούς της πραγματικότητας στις Αντίλες (μεταξύ τους οι Aimé Césaire, Édouard Glissant) μιλάνε για τον κίνδυνο του αφανισμού μας ως λαού, κάτω από το συνδυασμό παραγόντων ιστορικών, οικονομικών, κοινωνικών, πολιτιστικών, δημογραφικών.

Για να ακυρωθούν οι σκοτεινές αυτές προβλέψεις, είναι ζωτικό να ανεβάσουμε και πάλι στο βάθρο την επαναστατική πολιτική. Αυτή μας μαθαίνει να είμαστε καχύποπτοι με τις μοιρολατρικές προβλέψεις που αρνούνται το ρόλο της πολιτικής πρωτοβουλίας των μαζών.

Η ιστορία δεν είναι μια ατελείωτη αλυσίδα σκοτεινών συνωμοσιών. Είναι υπόθεση των κοινωνικών τάξεων και των αγώνων τους και, επομένως, του μεταβαλλόμενου συσχετισμού δυνάμεων, συγκυριών, βαθύτερων ωθήσεων και συνειδητών επιλογών την κάθε στιγμή. Ένα από τα σημερινά καθήκοντα στη Μαρτινίκη είναι να οικοδομήσουμε τη συγχώνευση των εμπειριών και της ενέργειας των εργαζόμενων μαζών και των αγωνιστικών γενεών, που αποτελούν το πολιτικό υποκείμενο που είναι σε θέση να επιτεθεί αποφασιστικά στο κυρίαρχο σύστημα και τα στηρίγματά του.

Οι μαρξιστές θα πρέπει να απαντήσουν στα επείγοντα ερωτήματα χωρίς να παραποιούν με χρύσωμα το χειραφετητικό σχέδιο. Κραδαίνοντας την κουδουνίστρα του αυτονομισμού, για να αποπροσανατολίσει, ο υπουργός αποικιών δείχνει εμμέσως ότι ξέρει καλά ποιό είναι το ιστορικό καθήκον των τελευταίων αποικιών σήμερα. Αυτονομία και ανεξαρτησία των εδαφών μας είναι προφανής ορίζοντας. Αυτό θα αρκούσε για να αισθάνονται ευτυχείς κάποιες μερίδες εθνικιστών σήμερα. Αλλά η χειραφέτηση θα ήταν η καρικατούρα του εαυτού της, εάν η αποαποικιοποίηση δεν σήμαινε ταυτόχρονα και την κατάληψη της εξουσίας από τις εργαζόμενες μάζες που αποτελούν την καρδιά και το αίμα των εθνών στις Αντίλες.

Το έργο αυτό θα ήταν απλώς λόγια εάν το προλεταριάτο και οι λαοί των τελευταίων αποικιών δεν εργάζονταν σε κοινό αγώνα, τόσο κατά της αποικιοκρατίας όσο και κατά του καπιταλισμού, με τη διεθνιστική στήριξη και των εργαζομένων της μητρόπολης, των οποίων επίσης είναι το ίδιο συμφέρον.

Τελευταίες εβδομάδες

Οι τελευταίες εβδομάδες δείχνουν πως το σύστημα, αν δεν είναι στριμωγμένο στη γωνία, είναι πάντως πολύ ανήσυχο. Η σύλληψη και η απελευθέρωση αμέσως μετά του Élie Domota, προσώπου κλειδί της κινητοποίησης στη Γουαδελούπη ενάντια στην εμβολιαστική υποχρέωση και στο υγειονομικό (ή μήπως εμβολιαστικό;) πάσο, με την ευκαιρία μιας ειρηνικής διαδήλωσης, αποτελεί παράδειγμα του πανικού αυτού. Η εξουσία συνδυάζει τη βίαιη καταστολή με τις τακτικές υποχωρήσεις.

Υπήρχε ήδη η καταστολή, που οδήγησε 4 αγωνιστές της Μαρτινίκης στη φυλακή, όπου εκτίουν ποινή για απλή διαδήλωση στο δημόσιο χώρο. Και μετά την αποστολή των ειδικών σωμάτων καταστολής GIGN και Raid για να καταστείλουν την κινητοποίηση, την απεργία και μερικούς μπαχαλάκηδες, πετάνε τώρα, για τρίτη φορά, στη Μαρτινίκη προθεσμίες για κυρώσεις κατά του υγειονομικού προσωπικού και άλλων που δεν έχουν εμβολιαστεί. Αναγγέλλουν βέβαια πως η μετατροπή του υγειονομικού πάσου σε εμβολιαστικό πάσο μετατίθεται λίγο στις αποικίες, για να αποφευχθούν οι ταραχές.

Γεγονός όμως είναι πως απέναντι βρίσκεται μια τεράστια επιφυλακτικότητα για την εμβολιαστική πολιτική, πολύ πιο πέρα απ’ό,τι φαντάζονταν. Η πλειοψηφική άποψη είναι πως το εμβόλιο είναι «πειραματική ένεση», αν δεν είναι δηλητήριο με στόχο τη γενοκτονία. Η εξήγηση της επιφυλακτικότητας αυτής δεν χρειάζεται να αναζητηθεί στην υπόγεια προπαγάνδα των ευαγγελικών αιρέσεων που ενεργοποιούνται από τις ΗΠΑ ώς τη Βραζιλία. Έρχεται αποκλειστικά από τη χαοτική, και σε εμάς και αποικιοκρατική, διαχείριση της κρίσης. Ούτε καν μόνο από το σκάνδαλο της χλωρδεκόνης, αποικιακό κρατικό έγκλημα που και ο Μακρόν αναγκάστηκε εν μέρει να το παραδεχτεί. Η επιφυλακτικότητα αντλεί τις ρίζες της στα βάθη μιας ιστορίας γεμάτης ψέματα, με το πρώτο τους να είναι η άρνηση της ανθρωπιάς μας κατά το εμπόριο των σκλάβων.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι σύντροφοί μας ακολούθησαν μια πολύ δύσκολη γραμμή. Να αντιταχθούν με σαφήνεια στην εμβολιαστική υποχρέωση και στο υγειονομικό πάσο, να συμμετάσχουν στον αγώνα κατά της κυβερνητικής επιβολής, ενάντια στις κυρώσεις που προβλέπονταν σε βάρος των αντιεμβολιαστών, αλλά και χωρίς καμία συγκατάβαση απέναντι στις αηδίες με τις οποίες βομβαρδίζει η ακροδεξιά, η οποία ποτέ δεν είχε τέτοια απήχηση στα μέρη μας.

Το 2022 ξεκινάει με πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Η εξουσία θα καταφέρει άραγε να εφαρμόσει την κοινωνική δολοφονία χιλιάδων ανεμβολίαστων, πλήττοντας επικίνδυνα τη συνέχιση της φροντίδας σε ένα ήδη διαλυμένο, και πολύ περισσότερο απ’ό,τι στη «μητρόπολη», νοσοκομειακό σύστημα; Όπως το γράφαμε σε μια από τις προκηρύξεις μας: η λειτουργία δεν έχει ακόμα τελειώσει! Οι διαδηλώσεις συνεχίζονται και μεταξύ Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς. Οι Αντίλες κρατούν την ανάσα τους.

Patrice Mhidi

Fort-de-France, 31 Δεκεμβρίου 2021


Ο Patrice Mhidi είναι μέλος της Groupe Révolution Socialiste, αντιλέζικο τμήμα της 4ης Διεθνούς.

Μετάφραση : ΤΠΤ

 

Patrice Mhidi