Ο Στάλιν παρέδωσε εκατοντάδες κομμουνιστές στον Χίτλερ

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930, πολλοί κομμουνιστές και σοσιαλιστές από τη Γερμανία και την Αυστρία αναζήτησαν καταφύγιο από τους Ναζί στην ΕΣΣΔ. Αλλά σε μια συγκλονιστική προδοσία, η σοβιετική μυστική αστυνομία παρέδωσε εκατοντάδες από αυτούς στην Γκεστάπο του Χίτλερ.

Το σύνταγμα της Σοβιετικής Ένωσης του 1936 παρείχε «το δικαίωμα ασύλου σε ξένους πολίτες που διώκονται για την υπεράσπιση των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού». Αλλά οι σοβιετικές αρχές αθέτησαν επαίσχυντα αυτή τη δέσμευση όταν αντιμετώπισαν εκατοντάδες Γερμανούς και Αυστριακούς εξόριστους, παραδίδοντάς τους στους Ναζί από τα τέλη της δεκαετίας του 1930 και μετά1. Στα θύματα περιλαμβάνονταν βετεράνοι επαναστάτες, Εβραίοι κομμουνιστές και αντιφασίστες αγωνιστές.

Μεταξύ αυτών που απελάθηκαν ήταν και η Γερμανίδα κομμουνίστρια Μαργκαρέτε Μπούμπερ-Νόιμαν [Margarete Buber-Neumann]. Τα απομνημονεύματά της, που δημοσιεύτηκαν το 1949 στα αγγλικά με τον τίτλο Κάτω από δύο δικτάτορες: Στις φυλακές του Στάλιν και του Χίτλερ [Under Two Dictators: Prisoner of Stalin and Hitler], είναι πιθανώς η πιο γνωστή αφήγηση από μία απελάθηκε. Η Μπούμπερ-Νόιμαν περιγράφει τη στιγμή που σοβιετικοί αξιωματούχοι τη μετέφεραν στη ναζιστική φυλακή μαζί με είκοσι εννέα άλλους:

«Επιτέλους το τρένο σταμάτησε και για τελευταία φορά ακούσαμε τη γνωστή κραυγή: “Ετοιμαστείτε. Με τα πράγματα”. Οι πόρτες του κουπέ ξεκλειδώθηκαν ... σε μικρή απόσταση βρισκόταν ένας σταθμός. Μόλις που μπορούσαμε να δούμε το όνομα σε ένα κοντινό σηματοδότη: Μπρεστ-Λιτόφσκ

Στη συνέχεια, η Μπούμπερ-Νόιμαν θυμάται να παρακολουθεί μια ομάδα ανδρών της σοβιετικής μυστικής αστυνομίας –της NKVD, που ακόμα συχνά αναφέρεται με το παλιό της όνομα GPU– να περνάει τη γέφυρα στο γερμανικό έδαφος και να επιστρέφει μετά από λίγο: «Υπήρχαν αξιωματικοί των SS μαζί τους. Ο διοικητής των SS και ο επικεφαλής της GPU χαιρέτησαν ο ένας τον άλλον». Ο σοβιετικός διοικητής άρχισε να διαβάζει τα ονόματα των κρατουμένων:

«Ένας από αυτούς ήταν ένας Εβραίος μετανάστης από την Ουγγαρία, ένας άλλος ήταν ένας νεαρός εργάτης από τη Δρέσδη, ο οποίος είχε εμπλακεί σε μια σύγκρουση με Ναζί το 1933, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ένας Ναζί. Είχε καταφέρει να διαφύγει στη Σοβιετική Ρωσία. Στη δίκη, οι υπόλοιποι του είχαν επιρρίψει όλη την ευθύνη, γνωρίζοντας ότι είναι, ή μάλλον θεωρώντας ότι είναι ασφαλής στη Σοβιετική Ένωση. Η μοίρα του ήταν βέβαιη

Αναζητώντας καταφύγιο από τον Χίτλερ

Γεννημένη το 1901, η Μπούμπερ-Νόιμαν είχε ενταχθεί στο κομμουνιστικό κίνημα νεολαίας της Γερμανίας το 1921 και στο κόμμα, το KPD, πέντε χρόνια αργότερα. Από το 1928 και μετά, εργάστηκε για το περιοδικό της Κομμουνιστικής Διεθνούς, Inprekorr. Εκεί γνώρισε τον Χάιντς Νόιμαν [Heinz Neumann], μέλος της ηγεσίας του KPD, και οι δυο τους έγιναν σύντροφοι. Μετά την κατάληψη της εξουσίας στο Βερολίνο από τους Ναζί, αναζήτησαν και οι δύο καταφύγιο στη Σοβιετική Ένωση.

Αλλά οι εκκαθαρίσεις που εξαπέλυσε ο Γιόζεφ Στάλιν στα τέλη της δεκαετίας του 1930 μετέτρεψαν την ΕΣΣΔ σε τόπο θανάσιμου κινδύνου για τους Γερμανούς κομμουνιστές. Η NKVD συνέλαβε τον Χάιντς Νόιμαν με χαλκευμένες κατηγορίες για κατασκοπεία και τον εκτέλεσε στις 26 Νοεμβρίου 1937. Φυλάκισαν επίσης τη Μαργκαρέτε Μπούμπερ-Νόιμαν και τελικά την απέλασαν το 1940 στη ναζιστική Γερμανία.

Πολλές διαφορετικές ομάδες Γερμανών πολιτών ζούσαν εκείνη την εποχή στη Σοβιετική Ένωση. Ορισμένοι είχαν έρθει εκεί για εργασία. Πολλοί σε αυτή την κατηγορία έβλεπαν με συμπάθεια τον κομμουνισμό, αλλά δεν ήταν απαραίτητα μέλη του κόμματος. Έπειτα υπήρχαν οι πολιτικοί εξόριστοι, οι κομμουνιστές και άλλοι αντιφασίστες, συμπεριλαμβανομένων των Αυστριακών που είχαν γίνει επίσημα Γερμανοί πολίτες μετά την προσάρτηση της Αυστρίας από τους Ναζί το 1938. Κάποιοι άλλοι είχαν αποκτήσει σοβιετική υπηκοότητα.

Οι πληροφορίες για την τύχη αυτών των ανθρώπων είναι διασκορπισμένες σε πολλά αρχεία, ορισμένα από τα οποία είναι ακόμη απρόσιτα στους ερευνητές. Συνεπώς, είναι δύσκολο να είναι κανείς σίγουρος για το πόσοι άνθρωποι είχαν την ίδια μοίρα με την Μπούμπερ-Νόιμαν. Μια συντηρητική εκτίμηση είναι ότι πάνω από εξακόσιοι εκτοπίστηκαν ή απελάθηκαν2.

Η μοίρα του Φραντς Κοριτσόνερ

Μεταξύ των εξόριστων που στάλθηκαν στη ναζιστική Γερμανία ήταν και βετεράνοι του κομμουνιστικού κινήματος, όπως ο Φραντς Κοριτσόνερ [Franz Koritschoner]. Γεννημένος στην Αυστροουγγαρία το 1892, αυτός ο νεαρός Εβραίος σοσιαλιστής είχε αντιταχθεί στην υποστήριξη της πολεμικής προσπάθειας από τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα μετά το 1914. Το 1916, ο Κοριτσόνερ συνάντησε τον Βλαντιμίρ Λένιν κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης του Κίενταλ, μιας συνάντησης επαναστατικών σοσιαλιστών που ήταν κατά του πολέμου.

Ο Κοριτσόνερ συνέχισε να διαδραματίζει ηγετικό ρόλο στις απεργίες και τις διαδηλώσεις στην Αυστροουγγαρία τον Ιανουάριο του 19183. Την ίδια χρονιά εντάχθηκε στο νεοσύστατο Κομμουνιστικό Κόμμα Αυστρίας (KPÖ). Ο Κοριτσόνερ εξέδιδε το περιοδικό του KPÖ και μετέφραζε έργα του Λένιν, ο οποίος τον προσφωνούσε «αγαπητό φίλο»4. Από το 1918 έως το 1924, ο Κοριτσόνερ ήταν μέλος της κεντρικής επιτροπής του KPÖ.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, πήγε στη Σοβιετική Ένωση για να εργαστεί για την Κόκκινη Διεθνή των Εργατικών Συνδικάτων (Profintern), ενώ το 1930 εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης. Η NKVD συνέλαβε τον Κοριτσόνερ το 1936, κατηγορώντας τον ως αντεπαναστάτη. Οι σοβιετικές αρχές αποφάσισαν να τον παραδώσουν στην Γκεστάπο τον Απρίλιο του 1941.

Γνωρίζουμε λίγα πράγματα για τις τελευταίες εβδομάδες της ζωής του Κοριτσόνερ επειδή μοιραζόταν ένα κελί με τον Χανς Λαντάουερ [Hans Landauer], μέλος των Διεθνών Ταξιαρχιών που επέζησε του πολέμου. Σύμφωνα με τον Λαντάουερ, ο Κοριτσόνερ ήταν ένας σοβαρά εξασθενημένος άνθρωπος, που έφερε σημάδια από τα βασανιστήρια που είχε υποστεί από την NKVD και την Γκεστάπο. Δεν του είχαν απομείνει καθόλου δόντια, και είπε στον Λαντάουερ ότι τα είχε χάσει λόγω σκορβούτου σε στρατόπεδο εργασίας στο σοβιετικό μακρινό βορρά. Στις 7 Ιουνίου 1941, οι Ναζί έστειλαν τον Κοριτσόνερ στο Άουσβιτς, όπου θανατώθηκε δύο ημέρες αργότερα.

Προδίδοντας τους Schutzbündler

Οι εκκαθαρίσεις που σάρωσαν τη Σοβιετική Ένωση επί Στάλιν επηρέασαν ακόμη ευρύτερους κύκλους ανθρώπων. Μια ομάδα που έπεσε θύμα ήταν τα πρώην μέλη του αυστριακού Σούτσμπουντ ή του Δημοκρατικού Συνδέσμου Άμυνας, της παραστρατιωτικής πτέρυγας του Αυστριακού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος.

Στις 4 Μαρτίου 1933, ο καγκελάριος της Αυστρίας, Ένγκελμπερτ Ντόλφους [Engelbert Dollfuß], ανέστειλε τη λειτουργία του κοινοβουλίου και εγκαθίδρυσε ένα φασιστικό καθεστώς. Τον Φεβρουάριο του 1934, τα μέλη του Σούτσμπουντ πήραν τα όπλα εναντίον του νέου καθεστώτος, αλλά δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τον βαριά εξοπλισμένο κυβερνητικό στρατό. Περίπου διακόσιοι έχασαν τη ζωή τους στις μάχες ή εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες.

Το κομμουνιστικό κίνημα χαιρέτισε την αντίσταση του Σούτσμπουντ και η Σοβιετική Ένωση τους πρόσφερε άσυλο. Πολλά μέλη του Σούτσμπουντ, απογοητευμένα από την έλλειψη μαχητικότητας που επέδειξε η Σοσιαλδημοκρατία απέναντι στον φασισμό, προσχώρησαν στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Περίπου 750 μέλη του Σούτσμπουντ κατέφυγαν στην ΕΣΣΔ.

Ωστόσο, λίγα χρόνια αργότερα, το σοσιαλδημοκρατικό τους παρελθόν τούς έκανε στόχο διώξεων. Ενώ περίπου οι μισοί εγκατέλειψαν τη Σοβιετική Ένωση, οι περισσότεροι από τους εναπομείναντες Schutzbündler έπεσαν θύματα των εκκαθαρίσεων. Η NKVD απέλασε πολλούς από αυτούς που επέζησαν στη ναζιστική Γερμανία.

Μια ομάδα είκοσι πέντε απελαθέντων που μεταφέρθηκαν τον Δεκέμβριο του 1939 περιλάμβανε δέκα Schutzbündler. Ένας από αυτούς ήταν ο Γκέοργκ Μπόγκνερ [Georg Bogner]. Είχε πολεμήσει κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του Φεβρουαρίου του 1934 στη γενέτειρά του Ατνάνγκ-Πουχάιμ πριν διαφύγει στη Σοβιετική Ένωση. Η σοβιετική μυστική αστυνομία συνέλαβε τον Μπόγκνερ το 1938. Στα τέλη Δεκεμβρίου του 1939 βρισκόταν υπό την επιτήρηση της γερμανικής υπηρεσίας πληροφοριών, της Sicherheitsdienst, στη Βαρσοβία. Το τι του συνέβη στη συνέχεια είναι άγνωστο.

Πριν από το Σύμφωνο

Τον Αύγουστο του 1939, η Σοβιετική Ένωση υπέγραψε σύμφωνο μη επίθεσης με τη ναζιστική Γερμανία.5 Μια εβδομάδα αργότερα, η Βέρμαχτ εισέβαλε στην Πολωνία. Λίγο αργότερα, οι σοβιετικές δυνάμεις επιτέθηκαν στη χώρα από τα ανατολικά. Πριν τελειώσουν οι μάχες, οι δύο κυβερνήσεις κατέληξαν τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους στη «Γερμανοσοβιετική Συνθήκη Συνόρων και Φιλίας»6.

Η συμφωνία ξεπερνούσε την αμοιβαία υπόσχεση μη επίθεσης: τα μέρη δεσμεύονταν να μην υποστηρίξουν κάποιο συνασπισμό που στρεφόταν εναντίον του άλλου και να ανταλλάσσουν πληροφορίες «σχετικά με τα αμοιβαία συμφέροντα». Στις συνθήκες προστέθηκαν επίσης μυστικά πρωτόκολλα7 με τα οποία η Μόσχα και το Βερολίνο μοίραζαν μεταξύ τους το έδαφος των βαλτικών κρατών και της Πολωνίας. Η Σοβιετική Ένωση δεν παραδέχτηκε επίσημα την ύπαρξη αυτών των πρωτοκόλλων μέχρι το 1989.

Πολλοί θεώρησαν ότι οι απελάσεις αντιφασιστών στη ναζιστική Γερμανία συνδέονταν με τη συνθήκη φιλίας. Η Μαργκαρέτε Μπούμπερ-Νόιμαν τις είδε υπό αυτό το πρίσμα, ως «το δώρο του Στάλιν στον Χίτλερ», και άλλοι συγγραφείς χρησιμοποίησαν την ίδια μεταφορά. Ωστόσο, η σύνδεση μεταξύ των απελάσεων και του συμφώνου φαίνεται ότι ήταν λιγότερο άμεση από ό,τι θα μπορούσε να υπονοηθεί.

Η Σοβιετική Ένωση είχε ήδη απελάσει αντιφασίστες κρατούμενους στη ναζιστική Γερμανία πριν από την υπογραφή του συμφώνου. Το 1937-38 απελάθηκαν περίπου εξήντα εξόριστοι, μεταξύ των οποίων Εβραίοι και κομμουνιστές. Μεταξύ των απελαθέντων ήταν και ένας νεαρός άνδρας με το όνομα Έρνστ Φάμπις [Ernst Fabisch].

Γεννημένος στο Μπρέσλαου από εβραϊκή οικογένεια το 1910, ο Φάμπις είχε ενταχθεί στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας (Αντιπολίτευση)8, ή KPO, όταν ήταν δεκαεννέα ετών. Με επικεφαλής τον Χάινριχ Μπράντλερ και τον Αύγουστο Ταλχάιμερ, το KPO ήταν ένα κομμουνιστικό ρεύμα που αποτελούσε μέρος της λεγόμενης «Δεξιάς Αντιπολίτευσης» στο κίνημα, το οποίο συνδεόταν με σοβιετικούς πολιτικούς όπως ο Νικολάι Μπουχάριν, ο τελευταίος μεγάλος αντίπαλος του Στάλιν. Απέρριπτε τη σεχταριστική εχθρότητα του KPD προς τους Σοσιαλδημοκράτες και άλλους σοσιαλιστές και υποστήριζε την ενότητα κατά του φασισμού.

Μετά τις συλλήψεις ηγετικών μελών του KPO από τους Ναζί το 1933, ο Φάμπις προσχώρησε στη νέα, παράνομη ηγεσία, πολλά μέλη της οποίας συνελήφθησαν με τη σειρά τους μέχρι το 1934. Δραπέτευσε στη Σοβιετική Ένωση, αλλά σύντομα κινδύνεψε ξανά. Η NKVD συνέλαβε τον Φάμπις το 1937 και τον απέλασε στη Γερμανία τον επόμενο χρόνο. Η Γκεστάπο έθεσε αμέσως υπό κράτηση τον Φάμπις και δολοφονήθηκε στο Άουσβιτς το 1943.

Μοτίβα συνενοχής

Καθώς δεν υπήρχαν απευθείας σύνορα που να συνδέουν τη Σοβιετική Ένωση με τη ναζιστική Γερμανία εκείνη την εποχή, οι αντίστοιχες αρχές τους συντόνιζαν τη μεταφορά κρατουμένων μεταξύ των δύο κρατών. Οι Σοβιετικοί αξιωματούχοι τους έδιναν διαβατήρια που ίσχυαν μόνο για ταξίδια προς τη Γερμανία και ενημέρωναν τους Ναζί ομολόγους τους για τα ονόματα και το ιστορικό των απελαθέντων. Τέτοιοι φάκελοι, οι οποίοι βρίσκονται σήμερα στα αρχεία της γερμανικής πρεσβείας και του υπουργείου Εξωτερικών, αποτελούν σημαντική πηγή πληροφοριών για τα θύματα.

Οι εκτοπίσεις δεν άρχισαν με την υπογραφή του Συμφώνου Χίτλερ-Στάλιν και τον διαμελισμό της Πολωνίας και η τύχη των κρατουμένων αυτών δεν φαίνεται να ήταν μέρος των συζητήσεων μεταξύ Μόσχας και Βερολίνου. Ωστόσο, ο αριθμός των απελάσεων αυξήθηκε σε αριθμό από εκείνο το σημείο και μετά.

Οι περισσότεροι από τους απελαθέντες κατά την περίοδο αυτή ήταν πολιτικοί εξόριστοι, αντανακλώντας το προφίλ εκείνων των Γερμανών και Αυστριακών που είχαν παραμείνει στη Σοβιετική Ένωση μέχρι αυτό το στάδιο. Μερικές φορές οι γερμανικές αρχές ζητούσαν την απέλαση συγκεκριμένων ατόμων. Άλλες φορές, ωστόσο, οι Ναζί δεν έδειχναν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους απελαθέντες.

Τα έγγραφα της γερμανικής πρεσβείας που παραθέτει ο Αυστριακός ιστορικός Hans Schafranek9 στο βιβλίο του Zwischen NKWD und Gestapo καταδεικνύουν το τελευταίο σημείο. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, οι απελάσεις έγιναν χωρίς καμία αμοιβαία χειρονομία των Ναζί για τη μεταφορά κρατουμένων που ζητούσαν οι σοβιετικές αρχές. Οι απελάσεις συνεχίστηκαν μέχρι τον Μάιο του 1941, λίγες εβδομάδες πριν από την επιχείρηση Μπαρμπαρόσα, όταν οι σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών είχαν ήδη επιδεινωθεί.

Το κίνητρο πίσω από τις απελάσεις ήταν κυρίως εσωτερικό του σοβιετικού συστήματος. Οι εκκαθαρίσεις του Στάλιν είχαν ξεκινήσει ως επίθεση σε μια σαφώς καθορισμένη ομάδα ανθρώπων: κομμουνιστές που θεωρούνταν δυνητικοί υποστηρικτές της αντιπολίτευσης. Με την πάροδο του χρόνου, η χρήση βασανιστηρίων και άλλων μορφών πίεσης για να εξαναγκαστούν οι ύποπτοι να αναφέρουν ονόματα, σε συνδυασμό με μια γενικευμένη ατμόσφαιρα παράνοιας και δυσπιστίας και τη γραφειοκρατική ανάγκη για ποσοστώσεις στις συλλήψεις, διεύρυναν αμείλικτα τον αριθμό αυτών των στοχοποιούνταν.

Φαντασιώσεις και σκευωρίες

Οι κατηγορίες εναντίον υποτιθέμενων προδοτών και κατασκόπων γίνονταν όλο και πιο αλλοπρόσαλλες. Ένας πρώην ηγέτης της παραστρατιωτικής πτέρυγας του KPD, της Roter Frontkämpferbund, υποτίθεται ότι είχε οργανώσει μια τρομοκρατική «τροτσκιστική-φασιστική» οργάνωση. Σοβιετικοί αξιωματούχοι κατηγόρησαν ακόμη και τα παιδιά εξόριστων κομμουνιστών ότι σχημάτισαν μια παράνομη Χιτλερική Νεολαία.

Κατά κανόνα, οι ξένοι κομμουνιστές όπως ο Χάιντς Νόιμαν αντιμετώπιζαν την κατηγορία ότι πληρώνονταν από τις αντίστοιχες «πατρίδες» τους. Ο Στάλιν διέλυσε το Πολωνικό Κομμουνιστικό Κόμμα10 το 1938 και εκτέλεσε τα μέλη του ή τα έστειλε στα Γκούλαγκ, κατηγορώντας τα ότι εργάζονταν ταυτόχρονα ως πράκτορες για την κυβέρνηση της Βαρσοβίας και για τον Λέον Τρότσκι. Όπως επεσήμανε ο ιστορικός Hermann Weber, από τους σαράντα τρεις κορυφαίους ηγέτες του KPD, περισσότεροι πέθαναν υπό την κράτηση της σοβιετικής μυστικής αστυνομίας απ' όσους σκοτώθηκαν από τους Ναζί11. Εκατοντάδες Γερμανοί εξόριστοι εκτελέστηκαν αμέσως, ενώ πολλοί άλλοι πέθαναν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Γεννημένος το 1887, ο Χούγκο Έμπερλαϊν [Hugo Eberlein] ήταν ιδρυτικό μέλος του KPD. Είχε αντικαταστήσει τη Ρόζα Λούξεμπουργκ ως εκπρόσωπος του κόμματος στο ιδρυτικό συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς το 1919. Ο Έμπερλαϊν έφτασε στη Σοβιετική Ένωση το 1936, αλλά συνελήφθη τον επόμενο χρόνο για δήθεν συμμετοχή σε «τρομοκρατική δραστηριότητα» υπέρ των Ναζί.

Μια επιστολή προς τη σύζυγό του που βρέθηκε αργότερα στα αρχεία της NKVD περιέγραφε το μαρτύριό του, αναγκασμένος να στέκεται συνεχώς όρθιος, ενώ ανακρίνονταν «επί δέκα ημέρες και νύχτες χωρίς παύση», χωρίς να έχει τη δυνατότητα να κοιμηθεί και χωρίς να λαμβάνει σχεδόν καθόλου φαγητό. Οι φρουροί χτυπούσαν ανελέητα τον Έμπερλαϊν: «Στην πλάτη μου δεν είχε μείνει δέρμα, μόνο η γυμνή σάρκα. Για εβδομάδες δεν μπορούσα να ακούσω από το ένα αυτί και το ένα μάτι ήταν τυφλό για εβδομάδες». Η NKVD τον σκότωσε τελικά στις 16 Οκτωβρίου 1941.

Θύματα ενός κυνηγιού μαγισσών

Οι Μπούμπερ-Νόιμαν, Φάμπις, Μπόγκνερ, Έμπερλαϊν και πολλοί άλλοι έπεσαν θύματα ενός κυνηγιού μαγισσών. Η τελική τους μοίρα εξαρτήθηκε από αυθαίρετες γραφειοκρατικές αποφάσεις. Σε αρκετές εκατοντάδες περιπτώσεις, οι σοβιετικές αρχές επέλεξαν να αφήσουν τους Ναζί να ασχοληθούν με τα θύματα αντί να το κάνουν οι ίδιες.

Οι Ναζί έστειλαν τη Μαργκαρέτε Μπούμπερ-Νόιμαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης γυναικών Ravensbrück. Τον Απρίλιο του 1945, με την κατάρρευση του καθεστώτος, απελευθερώθηκε. Φοβούμενη ότι μπορεί να συλληφθεί ξανά από Σοβιετικούς αξιωματούχους καθώς ο Κόκκινος Στρατός προέλαυνε, η Μπούμπερ-Νόιμαν διένυσε 150 χιλιόμετρα προς τα δυτικά, όπου τα αμερικανικά στρατεύματα ήταν η κύρια δύναμη κατοχής.

Η Μπούμπερ-Νόιμαν πέθανε το 1989, λίγες εβδομάδες πριν από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Είχε γίνει δεξιά συντηρητική, υποστηρίζοντας ότι η δική της εμπειρία έδειχνε ότι ο φασισμός και ο κομμουνισμός ήταν ιδεολογίες παρόμοιας εγκληματικότητας. Αν οι σοσιαλιστές θέλουν να αντιμετωπίσουν τέτοια επιχειρήματα σήμερα, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε αυτές τις επαίσχυντες ιστορίες. Ο σοσιαλισμός, όπως πρέπει να τον αντιλαμβανόμαστε, θα πρέπει να τηρεί τις δεσμεύσεις του και να έχει στον πυρήνα του την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Δεν οφείλουμε τίποτα λιγότερο στα θύματα.

22/8/2021

Μετάφραση: elaliberta.gr

Πηγή: Alex de Jong, “Stalin Handed Hundreds of Communists Over to Hitler”, Jacobin, 22 Αυγούστου 2021, https://www.jacobinmag.com/2021/08/hitler-stalin-pact-nazis-communist-deportation-soviet. Αναδημοσίευση: Europe Solidaire Sans Frontières, http://www.europe-solidaire.org/spip.php?article60353


 

Σημειώσεις

1 Bini Adamczak, “The Nazi-Soviet Pact: A Betrayal of Communists by Communists”, The MIT Press Reader, https://thereader.mitpress.mit.edu/the-nazi-soviet-pact-a-betrayal-of-communists-by-communists/

2 »An/Nach Deutschland ausgelieferte, abgeschobene, ausgewiesene, ausgereiste Personen aus der Sowjetunion seit August 1939 (Abschluss des Stalin/Hitler-Pakts)«, NKWD und Gestapo, Απρίλιος 2020, http://www.nkwd-und-gestapo.de/auslieferung-1939-41.html

3 Doug Enaa Greene, “Lenin’s Boys: A Short History of Soviet Hungary”, Cosmonaut, 21 Αυγούστου 2020, https://cosmonaut.blog/2020/08/21/lenins-boys-a-short-history-of-soviet-hungary/

4 V. I. Lenin, “To Franz Koritschoner”, Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/oct/25fk.htm [Β. Ι. Λένιν, «Προς τον Κοριτσόνερ», στο Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 49, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα χχε., σελ. 311].

5 “Molotov–Ribbentrop Pact”, Wikipedia, https://en.wikipedia.org/wiki/Molotov%E2%80%93Ribbentrop_Pact

6 “German–Soviet Frontier Treaty”, Wikipedia, https://en.wikipedia.org/wiki/German%E2%80%93Soviet_Frontier_Treaty

7 “September, 1939. Secret Supplementary Protocols of the Molotov-Ribbentrop Non-Aggression Pact, 1939”, Digital Archive. International History Declassified, https://digitalarchive.wilsoncenter.org/document/110994.pdf?v=61e7656de6c925c23144a7f96330517d

8 Theodor Bergmann, “A Communist Doesn’t Whine — He Shows His Teeth”, Jacobin, 7 Οκτωβρίου 2019, https://www.jacobinmag.com/2019/10/theodor-bergmann-german-communist-world-war-ii

9 Dr. Hans Schafranek, https://www.hans-schafranek.at/

10 “Communist Party of Poland”, Wikipedia, https://en.wikipedia.org/wiki/Communist_Party_of_Poland

11 Helmut Müller-Enbergs, »Hermann Weber: „Weiße Flecken“ in der Geschichte. Die KPD-Opfer der Stalinschen Säuberungen und ihre Rehabilitierung«, Kommunismusgeschichte, https://www.kommunismusgeschichte.de/article/detail/hermann-weber-weisse-flecken-in-der-geschichte-die-kpd-opfer-der-stalinschen-saeuberungen-und-ihre-rehabilitierung

 

Alex De Jong