Η αντεπίθεση που εξαπέλυσε η Χαμάς κατά του Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου 2023, μια ημέρα μετά την 50ή επέτειο μιας άλλης αραβικής αιφνιδιαστικής επίθεσης κατά του Ισραήλ, του πολέμου του Οκτωβρίου 1973, είναι ένα πολύ πιο θεαματικό κατόρθωμα από το τελευταίο. Ενώ πριν από πενήντα χρόνια, τα δύο αραβικά κράτη, η Αίγυπτος και η Συρία, εξαπέλυσαν έναν συμβατικό πόλεμο για να επιχειρήσουν να ανακτήσουν τα εδάφη που το Ισραήλ τους είχε καταλάβει έξι χρόνια νωρίτερα, στον πόλεμο του Ιουνίου του 1967, η νέα αντεπίθεση που εξαπέλυσε η Χαμάς θυμίζει την τόλμη του βιβλικού Δαβίδ στη μάχη του εναντίον του γίγαντα Γολιάθ. Συνδυάζοντας υποτυπώδη εναέρια, θαλάσσια και χερσαία μέσα -το ισοδύναμο της σφεντόνας του Δαβίδ- οι μαχητές της Χαμάς εκτέλεσαν μια εκπληκτική και εξαιρετικά τολμηρή επίθεση σε όλο το μήκος της συνοριακής ζώνης μεταξύ της λωρίδας της Γάζας και του ισραηλινού κράτους.
Με τον ίδιο τρόπο που η αλαζονική αυτοπεποίθηση του Ισραήλ απέναντι στους Άραβες γείτονές του καταρρακώθηκε το 1973, η ασφάλεια και η ατιμωρησία που θεωρούσε δεδομένες στην αντιμετώπιση του παλαιστινιακού λαού και στην καταπολέμηση των παλαιστινίων ανταρτών επλήγησαν σοβαρά και ανεπανόρθωτα. Από αυτή τη σκοπιά, η αντεπίθεση της Χαμάς, τον Οκτώβριο, αποτελεί για τον ισραηλινό πληθυσμό και το ισραηλινό κράτος μια ισχυρή υπενθύμιση της ευαλωτότητάς τους και του γεγονότος ότι δεν μπορεί να υπάρξει ασφάλεια χωρίς ειρήνη και ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη.
Όποια κι αν είναι η γνώμη του καθενός για την απόφαση της Χαμάς να εξαπολύσει μια τόσο μαζική επιχείρηση εναντίον του ισραηλινού κράτους, προκαλώντας έτσι αναπόφευκτα και τα μαζικά δολοφονικά αντίποινα της ισραηλινής κυβέρνησης και υποκινώντας την να επιχειρήσει να εξαφανίσει τη Χαμάς και τους συμμάχους της στη Λωρίδα της Γάζας, με τεράστιο κόστος για τους αμάχους, το γεγονός παραμένει ότι αυτή η αντεπίθεση έχει ήδη και αναμφίβολα επιφέρει βαρύ πλήγμα στην αφόρητη υπεροψία της ισραηλινής ρατσιστικής ακροδεξιάς κυβέρνησης και στην πεποίθησή της ότι το Ισραήλ θα μπορούσε ποτέ να φτάσει σε μια "κανονική" κατάσταση συνύπαρξης με την περιοχή γύρω του, διώκοντας τον παλαιστινιακό λαό και επιβάλλοντάς του μια παρατεταμένη Νάκμπα εδαφικής αποστέρησης, εθνοκάθαρσης και απαρτχάιντ.
Εξίσου αφόρητη είναι και η βιασύνη με την οποία οι δυτικές κυβερνήσεις (αλλά και μια ουκρανική κυβέρνηση που θα έπρεπε να γνωρίζει καλύτερα τί σημαίνει νόμιμος αγώνας κατά μιας ξένης κατοχής) έσπευσαν να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους με το Ισραήλ, ακριβώς αντίθετα από τις υποτονικές τους αντιδράσεις στις βάναυσες επιθέσεις του Ισραήλ κατά του παλαιστινιακού πληθυσμού. Η ισραηλινή σημαία προβλήθηκε στην Πύλη του Βρανδεμβούργου του Βερολίνου το βράδυ της 7ης Οκτωβρίου σε μια κατάπτυστη επίδειξη κολακείας προς το κράτος του Ισραήλ, σύνηθες σήμα κατατεθέν μιας γερμανικής αναζήτησης υποτιθέμενης λύτρωσης από τα ναζιστικά εγκλήματα κατά των Ευρωπαίων Εβραίων μέσα από μια υποστήριξη των εγκλημάτων του Ισραήλ κατά των Παλαιστινίων. Αυτό γίνεται ακόμη χειρότερο τη στιγμή που η κυβέρνηση του Ισραήλ αποτελείται από όλη τη γκάμα των εβραϊκών ακροδεξιών δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένων ανθρώπων που ένας διακεκριμένος ισραηλινός ιστορικός του Ολοκαυτώματος δεν δίστασε να χαρακτηρίσει εύστοχα στη Haaretz ως νεοναζί!
Εξίσου ποταπές είναι και οι προσπάθειες “ανάλυσης” της επίθεσης της Χαμάς ως ιρανικής συνωμοσίας για να εκτροχιάσει την εν εξελίξει προσέγγιση που προωθούν οι ΗΠΑ μεταξύ του σαουδαραβικού βασιλείου και του ισραηλινού κράτους. Ακόμα και αν ήταν αλήθεια ότι η Τεχεράνη επιθυμεί να εκτροχιάσει, και όχι να χρησιμοποιήσει, την προσέγγιση αυτή για να ενισχύσει τη δική της αξίωση μονοπωλίου επί του αντισιωνισμού, μια υπόθεση που είναι πολύ αμφισβητήσιμη, ωστόσο η άρνηση αυτονομίας της παλαιστινιακής δράσης μέσα από θεωρίες συνωμοσίας είναι το ακριβές ισοδύναμο της αντίδρασης κάθε καταπιεστικής κυβέρνησης απέναντι στη λαϊκή εξέγερση. Υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν επαρκείς λόγοι για να εξεγείρεται ένας καταπιεσμένος λαός ενάντια στην καταπίεσή του και ότι κάθε τέτοια κίνηση είναι αναγκαστικά εμπνευσμένη από το αόρατο χέρι κάποιας ξένης κυβέρνησης.
Όποιος γνωρίζει τι υπομένει ο παλαιστινιακός λαός εδώ και δεκαετίες και γνωρίζει το είδος της υπαίθριας φυλακής που έχει καταντήσει η Λωρίδα της Γάζας, από τότε που κατελήφθη το 1967 και μετά εκκενώθηκε από τα ισραηλινά στρατεύματα το 2005 -μια υπαίθρια φυλακή που γίνεται περιοδικά στόχος δολοφονικών ισραηλινών “κυνηγετικών χτυπημάτων”- μπορεί εύκολα να καταλάβει ότι ο μόνος λόγος για τον οποίο μια τέτοια σχεδόν απελπισμένη πράξη γενναιότητας όπως η τελευταία επιχείρηση της Χαμάς δεν συμβαίνει στην πραγματικότητα συχνά -τόση είναι η τεράστια στρατιωτική δυσαναλογία μεταξύ του παλαιστινιακού Δαβίδ και του ισραηλινού Γολιάθ. Η τελευταία αντεπίθεση της Γάζας φέρνει πράγματι στο νου την εξέγερση του γκέτο της Βαρσοβίας το 1943.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αυτό το νέο κεφάλαιο θα τελειώσει με ένα τρομερό κόστος για τους Παλαιστίνιους γενικά, τους κατοίκους της Γάζας ειδικότερα και τη Χαμάς ακόμα περισσότερο -πολύ υψηλότερο από το κόστος που υπέστησαν οι Ισραηλινοί, όπως συνέβαινε πάντα σε κάθε γύρο σύγκρουσης μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων. Και ενώ δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς τη λογική του “αρκετά είναι αρκετά” πίσω από την αντεπίθεση της Χαμάς, είναι ωστόσο πολύ πιο αμφίβολο αν αυτό θα βοηθήσει στην προώθηση της παλαιστινιακής υπόθεσης πέρα από το πλήγμα στην αυτοπεποίθηση του Ισραήλ που αναφέρθηκε παραπάνω. Και αυτό θα έχει τότε επιτευχθεί με ένα εξαιρετικά δυσανάλογο κόστος για τους Παλαιστίνιους.
Η ίδια η ιδέα ότι μια τέτοια επιχείρηση, όσο θεαματική και αν ήταν, θα μπορούσε να επιτύχει μια “νίκη” δεν μπορεί παρά να προέρχεται από ένα θρησκευτικό τύπο μαγικής σκέψης που χαρακτηρίζει ένα φονταμενταλιστικό κίνημα όπως η Χαμάς. Η διανομή, από την υπηρεσία πληροφοριών της, ενός βίντεο που δείχνει την ηγεσία του κινήματος να προσεύχεται για να ευχαριστήσει τον Θεό το πρωί της 7ης Οκτωβρίου είναι μια καλή απεικόνιση αυτής της σκέψης. Δυστυχώς, καμία μαγεία δεν μπορεί να αλλάξει το γεγονός της τεράστιας στρατιωτικής υπεροχής του Ισραήλ: το αποτέλεσμα του νέου πολέμου τώρα του Ισραήλ κατά της Γάζας θα είναι σίγουρα καταστροφικό.
Οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στη Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον επέφεραν ένα θεαματικό πλήγμα στην αλαζονεία των Ηνωμένων Πολιτειών. Τελικά, ενίσχυσαν τρομερά τη δημοτικότητα του Τζορτζ Μπους και του επέτρεψαν να ξεκινήσει, 18 μήνες αργότερα, την κατάληψη του Ιράκ που φιλοδοξούσε. Παρομοίως, η αντεπίθεση της Χαμάς τον Οκτώβριο έχει ήδη καταφέρει να επανενώσει ισραηλινή κοινωνία και ένα ισραηλινό πολιτικό σύστημα που βρίσκονταν σε βαθύ διχασμό. Και θα επιτρέψει στον Μπενιαμίν Νετανιάχου να υλοποιήσει τα πιο τρελά του σχέδια για να προκαλέσει μαζική τρομοκρατία στους Παλαιστίνιους, έτσι ώστε να επισπεύσει τον αναγκαστικό εκτοπισμό τους.
Από την άλλη πλευρά, αν η ηγεσία της Χαμάς στοιχηματίζει στη λιβανέζικη Χεζμπολάχ -και στο Ιράν πίσω από αυτήν- για να συμμετάσχουν στον πόλεμο σε επίπεδο που θα έθετε πραγματικά σε κίνδυνο το Ισραήλ, τότε αυτό το στοίχημα θα ήταν πράγματι πολύ επικίνδυνο. Διότι όχι μόνο δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η Χεζμπολάχ θα έπαιρνε το υψηλό ρίσκο να μπει μαζικά σε έναν νέο πόλεμο με το Ισραήλ, αλλά μια τέτοια κατάσταση, αν συνέβαινε, θα οδηγούσε αναπόφευκτα το Ισραήλ να καταφύγει ασυγκράτητα στην τεράστια καταστροφική του δύναμη (η οποία περιλαμβάνει πυρηνικά όπλα), επιφέροντας έτσι μια καταστροφή ασύλληπτων διαστάσεων.
Απέναντι σε έναν καταπιεστή που υπερτερεί κατά πολύ σε στρατιωτικά μέσα, ο μόνος πραγματικά αποτελεσματικός τρόπος αγώνα για τον παλαιστινιακό λαό είναι η επιλογή του εδάφους στο οποίο μπορεί να παρακάμψει αυτή την υπεροχή. Το αποκορύφωμα σε αποτελεσματικότητα του αγώνα των Παλαιστινίων επιτεύχθηκε το 1988 κατά τη διάρκεια της Πρώτης Ιντιφάντα, κατά την οποία οι Παλαιστίνιοι σκόπιμα απέφυγαν τη χρήση βίαιων μέσων. Αυτό οδήγησε σε μια βαθιά ηθική κρίση στην κοινωνία και το πολίτευμα του Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένων των ενόπλων δυνάμεών του, και ήταν ένας βασικός παράγοντας που οδήγησε την ισραηλινή ηγεσία Ράμπιν-Πέρες να διαπραγματευτεί το 1993 τις συμφωνίες του Όσλο με τον Γιασέρ Αραφάτ -όσο μειονεκτικές και να ήταν οι συμφωνίες αυτές, εξαιτίας της τάσης του παλαιστίνιου ηγέτη να αρκεστεί σε κενές υποσχέσεις.
Ο παλαιστινιακός αγώνας πρέπει να στηριχθεί κυρίως στη μαζική πολιτική δράση ενάντια στην καταπίεση, την κατοχή και την αποικιακή επέκταση του Ισραήλ. Η νέα υπόγεια ένοπλη αντίσταση που οργανώνεται από νεαρούς Παλαιστίνιους στην Τζενίν ή τη Ναμπλούς θα μπορούσε να αποτελέσει ένα χρήσιμο βοήθημα του μαζικού λαϊκού κινήματος, υπό την προϋπόθεση ότι θα βασίζεται στην προτεραιότητα του τελευταίου και θα σχεδιάζεται με τέτοιο τρόπο ώστε να το ενθαρρύνει. Η εξωτερική στήριξη από την περιοχή στην οποία θα πρέπει να βασιστεί ο παλαιστινιακός λαός δεν είναι αυτή των τυραννικών κυβερνήσεων όπως του Ιράν, αλλά των λαών που αγωνίζονται ενάντια σε αυτά τα καταπιεστικά καθεστώτα. Εδώ έγκειται η πραγματική προοπτική της δυνατότητας για απελευθέρωση των Παλαιστινίων, που πρέπει να συνδυαστεί με τη χειραφέτηση της ίδιας της ισραηλινής κοινωνίας από τη λογική του σιωνισμού, η οποία έχει αναπόφευκτα οδηγήσει σε ολοένα και μεγαλύτερη διολίσθηση του πολιτεύματός της προς την άκρα δεξιά.
8 Οκτωβρίου 2023
Μετάφραση ΤΠΤ – “4”
από το blog του Gilbert Achcar