Tempest: Η εξέγερση στη Συρία αιφνιδίασε τον κόσμο και οδήγησε στην πτώση της δικτατορίας της οικογένειας Άσαντ, η οποία κυβερνούσε τη Συρία από τότε που ο πατέρας του Μπασάρ αλ-Άσαντ, ο Χαφέζ, ανέλαβε την εξουσία με πραξικόπημα πριν από 54 χρόνια. Ούτε οι στρατιωτικές δυνάμεις του καθεστώτος ούτε ο αυτοκρατορικός του υποστηρικτής, η Ρωσία, και ο περιφερειακός υποστηρικτής του, το Ιράν, ήταν σε θέση να το υπερασπιστούν. Οι πόλεις που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του καθεστώτος απελευθερώθηκαν, χιλιάδες πολιτικοί κρατούμενοι απελευθερώθηκαν από τα διαβόητα μπουντρούμια του και άνοιξε ο χώρος για έναν νέο αγώνα για μια ελεύθερη, χωρίς αποκλεισμούς και δημοκρατική Συρία για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες.
Ταυτόχρονα, οι περισσότεροι Σύριοι γνωρίζουν ότι ένας τέτοιος αγώνας αντιμετωπίζει τεράστιες προκλήσεις, ξεκινώντας από τις δύο βασικές δυνάμεις των ανταρτών, τη Χαγιάτ Ταχρίρ ασ-Σαμ (HTS) και τον υποστηριζόμενο από την Τουρκία Συριακό Εθνικό Στρατό (SNA). Ενώ πρωτοστάτησαν στη στρατιωτική νίκη, είναι αυταρχικές και έχουν ιστορικό θρησκευτικού και εθνοτικού σεχταρισμού. Ορισμένοι στην Αριστερά ισχυρίστηκαν χωρίς βάση ότι η εξέγερσή τους ενορχηστρώθηκε από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ. Άλλοι έχουν εξιδανικεύσει άκριτα αυτές τις επαναστατικές δυνάμεις ως αναζωπύρωση της αρχικής λαϊκής επανάστασης που παραλίγο να ανατρέψει το καθεστώς του Άσαντ το 2011. Κανένα από τα δύο δεν αποτυπώνει την πολύπλοκη δυναμική που εκτυλίσσεται στη Συρία σήμερα.
Σε αυτή τη συνέντευξη, που πραγματοποιήθηκε εν μέσω μιας ραγδαία μεταβαλλόμενης κατάστασης στη Συρία, το Tempest θέτει στον Ελβετό Σύριο σοσιαλιστή Joseph Daher ερωτήσεις σχετικά με τη διαδικασία που οδήγησε στην πτώση της εξουσίας του Άσαντ, τις προοπτικές των προοδευτικών δυνάμεων και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν στον αγώνα για μια πραγματικά απελευθερωμένη χώρα που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα όλων των λαών και των λαϊκών τάξεων της.
Tempest: Τι αισθάνονται οι Σύριοι μετά την πτώση του καθεστώτος;
Joseph Daher: Η χαρά είναι απίστευτη. Είναι μια ιστορική μέρα. Τα 54 χρόνια τυραννίας της οικογένειας Άσαντ τελείωσαν. Είδαμε βίντεο με λαϊκές διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα, από τη Δαμασκό, την Ταρτούς, τη Χομς, τη Χάμα, το Χαλέπι, το Καμίχλι, τη Σουουέιντα κ.λπ. όλων των θρησκευτικών δογμάτων και εθνοτήτων, που κατέστρεφαν αγάλματα και σύμβολα της οικογένειας Άσαντ.
Και φυσικά, υπάρχει μεγάλη χαρά για την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων από τις φυλακές του καθεστώτος, ιδιαίτερα τη φυλακή Σεντνάγια, γνωστή ως «ανθρώπινο σφαγείο», η οποία μπορεί να είχε 10.000-20.000 φυλακισμένους. Ορισμένοι από αυτούς είναι φυλακισμένοι από τη δεκαετία του 1980. Επίσης, άνθρωποι, οι οποίοι είχαν εκτοπιστεί το 2016 ή νωρίτερα, από το Χαλέπι και άλλες πόλεις, μπόρεσαν να επιστρέψουν στα σπίτια και τις γειτονιές τους, βλέποντας τις οικογένειές τους για πρώτη φορά μετά από χρόνια.
Ταυτόχρονα, τις πρώτες ημέρες μετά τη στρατιωτική επίθεση, οι λαϊκές αντιδράσεις ήταν αρχικά ανάμεικτες και συγκεχυμένες, αντανακλώντας την ποικιλομορφία των πολιτικών απόψεων στη συριακή κοινωνία, τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας. Ορισμένα τμήματα ήταν πολύ χαρούμενα με την κατάκτηση αυτών των εδαφών και την αποδυνάμωση του καθεστώτος, και τώρα την πιθανή πτώση του.
Όμως, ορισμένα τμήματα του πληθυσμού φοβόντουσαν, και εξακολουθούν να φοβούνται, επίσης τον HTS και τον SNA. Ανησυχούν για τον αυταρχικό και αντιδραστικό χαρακτήρα αυτών των δυνάμεων και τα πολιτικά τους σχέδια.
Και ορισμένοι ανησυχούν για το τι θα συμβεί στη νέα κατάσταση. Ειδικότερα, ευρεία τμήματα Κούρδων καθώς και άλλοι, ενώ χαίρονται για την πτώση της δικτατορίας του Άσαντ, έχουν εκδώσει καταγγελίες για τις αναγκαστικές μετακινήσεις και τις δολοφονίες ανθρώπων από την SNA.
Tempest: Μπορείτε να αναφέρετε την αλληλουχία των γεγονότων, ιδίως την προέλαση των ανταρτών, που νίκησαν τις στρατιωτικές δυνάμεις του Άσαντ και οδήγησαν στην πτώση του; Τι συνέβη;
Joseph Daher: Η Χαγιάτ Ταχρίρ ασ-Σαμ (HTS) και ο υποστηριζόμενος από την Τουρκία Συριακός Εθνικός Στρατός (SNA) ξεκίνησαν στρατιωτική εκστρατεία στις 27 Νοεμβρίου 2024 εναντίον των δυνάμεων του συριακού καθεστώτος, σημειώνοντας εντυπωσιακές νίκες. Σε λιγότερο από μια εβδομάδα, ο HTS και ο SNA πήραν τον έλεγχο του μεγαλύτερου μέρους των επαρχιών του Χαλεπιού και του Ίντλιμπ. Στη συνέχεια, η πόλη Χάμα, που βρίσκεται 210 χιλιόμετρα βόρεια της Δαμασκού, έπεσε στα χέρια του HTS και του SNA μετά από έντονες στρατιωτικές συγκρούσεις μεταξύ αυτών και των δυνάμεων του καθεστώτος που υποστηρίχθηκε από τη ρωσική πολεμική αεροπορία. Μετά τη Χάμα, η HTS ανέλαβε τον έλεγχο της Χομς.
Αρχικά, το συριακό καθεστώς έστειλε ενισχύσεις στη Χάμα και τη Χομς και στη συνέχεια, με την υποστήριξη της ρωσικής πολεμικής αεροπορίας, βομβάρδισε τις πόλεις Ίντλιμπ και Χαλέπι και τα περίχωρά τους. Την 1η και 2 Δεκεμβρίου, περισσότερες από 50 αεροπορικές επιδρομές έπληξαν το Ίντλιμπ, τουλάχιστον τέσσερις υγειονομικές εγκαταστάσεις, τέσσερις σχολικές εγκαταστάσεις, δύο στρατόπεδα εκτοπισμένων και έναν σταθμό ύδρευσης. Από τις αεροπορικές επιδρομές εκτοπίστηκαν πάνω από 48.000 άνθρωποι και διαταράχθηκαν σοβαρά οι υπηρεσίες και η παροχή βοήθειας. Ο δικτάτορας Μπασάρ αλ Άσαντ υποσχέθηκε να νικήσει τους εχθρούς του και δήλωσε ότι «η τρομοκρατία καταλαβαίνει μόνο τον λόγο της βίας». Αλλά το καθεστώς του είχε ήδη καταρρεύσει παντού.
Ενώ το καθεστώς έχανε τη μία πόλη μετά την άλλη, οι νότιες επαρχίες Σουουέιντα και Νταράα απελευθερώθηκαν∙ οι λαϊκές και τοπικές ένοπλες δυνάμεις της αντιπολίτευσης, ξεχωριστές και διακριτές από την HTS και τον SNA, πήραν τον έλεγχο. Στη συνέχεια, οι δυνάμεις του καθεστώτος αποσύρθηκαν από τοποθεσίες περίπου δέκα χιλιόμετρα από τη Δαμασκό και εγκατέλειψαν τις θέσεις τους στην επαρχία της Κουνέιτρα, η οποία συνορεύει με τα υψίπεδα του Γκολάν, τα οποία κατέχει το Ισραήλ.
Καθώς διάφορες ένοπλες δυνάμεις της αντιπολίτευσης, και πάλι όχι η HTS ούτε ο SNA, πλησίαζαν την πρωτεύουσα Δαμασκό, οι δυνάμεις του καθεστώτος απλώς κατέρρευσαν και αποσύρθηκαν, ενώ οι διαδηλώσεις και το κάψιμο όλων των συμβόλων του Μπασάρ αλ-Άσαντ πολλαπλασιάστηκαν σε διάφορα προάστια της Δαμασκού. Τη νύχτα της 7ης και 8ης Δεκεμβρίου ανακοινώθηκε ότι η Δαμασκός απελευθερώθηκε. Η ακριβής τύχη και η θέση του Μπασάρ αλ Άσαντ ήταν αρχικά άγνωστη, αλλά ορισμένες πληροφορίες ανέφεραν ότι βρισκόταν στη Ρωσία υπό την προστασία της Μόσχας.
Η πτώση του καθεστώτος απέδειξε τη δομική του αδυναμία, στρατιωτικά, οικονομικά και πολιτικά. Κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη, διότι ήταν προφανές ότι οι στρατιώτες δεν επρόκειτο να πολεμήσουν για το καθεστώς Άσαντ, δεδομένων των κακών μισθών και των συνθηκών εργασίας τους. Προτίμησαν να φύγουν ή απλώς να μην πολεμήσουν αντί να υπερασπιστούν ένα καθεστώς για το οποίο τρέφουν πολύ λίγη συμπάθεια, ιδίως επειδή πολλοί από αυτούς είχαν στρατολογηθεί με τη βία.
Παράλληλα με αυτές τις δυναμικές στο νότο, έχουν εμφανιστεί και άλλες σε διάφορα μέρη της χώρας από την έναρξη της επίθεσης των ανταρτών. Αρχικά, ο SNA πραγματοποίησε επιθέσεις σε εδάφη που ελέγχονται από τις υπό κουρδική ηγεσία Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF) στο βόρειο Χαλέπι και στη συνέχεια ανακοίνωσε την έναρξη νέας επίθεσης εναντίον της βόρειας πόλης Μανμπίτζ, η οποία βρίσκεται υπό την κυριαρχία των SDF. Την Κυριακή 8 Δεκεμβρίου, με την υποστήριξη του τουρκικού στρατού, της πολεμικής αεροπορίας και του πυροβολικού, ο SNA εισήλθε στην πόλη.
Δεύτερον, οι SDF κατέλαβαν το μεγαλύτερο μέρος της διοικητικής περιφέρειας Ντέιρ-εζ-Ζορ που προηγουμένως ελέγχονταν από τις δυνάμεις του συριακού καθεστώτος και τις φιλο-ιρανικές πολιτοφυλακές, αφού αυτές είχαν αποσυρθεί για να μεταφερθούν σε άλλες περιοχές για να πολεμήσουν κατά των HTS και SNA. Στη συνέχεια, οι SDF επέκτειναν τον έλεγχό τους σε τεράστιες εκτάσεις του βορειοανατολικού τμήματος που προηγουμένως βρίσκονταν υπό την κυριαρχία του καθεστώτος.
Tempest: Ποιες είναι οι δυνάμεις των ανταρτών και ειδικότερα ο κύριος αντάρτικος σχηματισμός HTS και SNA; Ποια είναι η πολιτική τους, το πρόγραμμα και το σχέδιό τους; Ποια είναι η άποψη των λαϊκών τάξεων γι’ αυτούς;
Joseph Daher: Η επιτυχής κατάληψη του Χαλεπιού, της Χάμα, της Χομς και άλλων εδαφών σε μια στρατιωτική επιχείρηση υπό την ηγεσία της HTS αντανακλά από πολλές απόψεις τη μετατροπή αυτού του κινήματος κατά τη διάρκεια αρκετών ετών σε μια πιο πειθαρχημένη και πιο δομημένη οργάνωση, τόσο πολιτικά όσο και στρατιωτικά. Τώρα μπορεί να κατασκευάζει μη επανδρωμένα αεροσκάφη και διευθύνει μια στρατιωτική ακαδημία. Η HTS έχει καταφέρει να επιβάλει την ηγεμονία της σε έναν ορισμένο αριθμό στρατιωτικών ομάδων, τόσο μέσω της καταστολής όσο και μέσω της ενσωμάτωσης τα τελευταία χρόνια. Με βάση αυτές τις εξελίξεις, προετοιμάστηκε για να εξαπολύσει αυτή την επίθεση.
Έχει καταστεί οιονεί κρατικός φορέας στις περιοχές που ελέγχει. Έχει ιδρύσει μια κυβέρνηση, τη Συριακή Κυβέρνηση Σωτηρίας (SSG), η οποία λειτουργεί ως πολιτική διοίκηση της HTS και παρέχει υπηρεσίες. Υπήρξε σαφής προθυμία από το HTS και την SSG τα τελευταία χρόνια να παρουσιαστούν ως μια ορθολογική δύναμη στις περιφερειακές και διεθνείς δυνάμεις, προκειμένου να καταστήσουν την κυριαρχία τους νόμιμη. Αυτό είχε κυρίως ως αποτέλεσμα να δοθεί όλο και περισσότερος χώρος σε ορισμένες ΜΚΟ να δραστηριοποιηθούν σε βασικούς τομείς όπως η εκπαίδευση και η υγειονομική περίθαλψη, στους οποίους η SSG στερείται οικονομικών πόρων και τεχνογνωσίας.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει διαφθορά στις περιοχές υπό την κυριαρχία της. Έχει επιβάλει την κυριαρχία της με αυταρχικά μέτρα και αστυνόμευση. Η HTS έχει κυρίως καταστείλει ή περιορίσει δραστηριότητες που θεωρεί ότι αντιβαίνουν στην ιδεολογία της. Για παράδειγμα, η HTS σταμάτησε διάφορα προγράμματα υποστήριξης γυναικών, ιδίως των κατοίκων στρατοπέδων, με το πρόσχημα ότι αυτά καλλιεργούσαν ιδέες για την ισότητα των φύλων που ήταν εχθρικές προς την κυριαρχία της. Η HTS έχει επίσης στοχοποιήσει και συλλάβει πολιτικούς αντιπάλους, δημοσιογράφους, ακτιβιστές και άτομα που θεωρούσε επικριτές ή αντιπάλους.
Η HTS –η οποία εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται τρομοκρατική οργάνωση από πολλές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ– προσπαθεί επίσης να προβάλλει μια πιο μετριοπαθή εικόνα της, προσπαθώντας να κερδίσει την αναγνώριση ότι είναι πλέον ένας ορθολογικός και υπεύθυνος παράγοντας. Η εξέλιξη αυτή χρονολογείται από τη ρήξη των δεσμών της με την Αλ Κάιντα το 2016 και την αναδιατύπωση των πολιτικών της στόχων στο εθνικό πλαίσιο της Συρίας. Έχει επίσης καταστείλει άτομα και ομάδες που συνδέονται με την Αλ Κάιντα και το λεγόμενο Ισλαμικό Κράτος.
Τον Φεβρουάριο του 2021, στην πρώτη του συνέντευξη με Αμερικανό δημοσιογράφο, ο ηγέτης της Αμπού Μοχάμεντ αλ Τζολάνι ή Άχμεντ αλ Σάραα (το πραγματικό του όνομα) δήλωσε ότι η περιοχή που ελέγχει «δεν αποτελεί απειλή για την ασφάλεια της Ευρώπης και της Αμερικής»[1], διαβεβαιώνοντας ότι οι περιοχές υπό την κυριαρχία της δεν θα γίνουν βάση για επιχειρήσεις στο εξωτερικό.
Στην προσπάθειά του αυτή να αυτοπροσδιοριστεί ως νόμιμος συνομιλητής στη διεθνή σκηνή, τόνισε τον ρόλο της οργάνωσης στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Στο πλαίσιο αυτού του μετασχηματισμού, επέτρεψε την επιστροφή των χριστιανών και των Δρούζων σε ορισμένες περιοχές και δημιούργησε επαφές με ορισμένους ηγέτες αυτών των κοινοτήτων.
Μετά την κατάληψη του Χαλεπιού, η HTS συνέχισε να παρουσιάζεται ως υπεύθυνος παράγοντας. Οι μαχητές της HTS, για παράδειγμα, ανάρτησαν αμέσως βίντεο μπροστά από τράπεζες, προσφέροντας διαβεβαιώσεις ότι ήθελαν να προστατεύσουν την ιδιωτική περιουσία και τα περιουσιακά στοιχεία. Υποσχέθηκαν επίσης να προστατεύσουν τους αμάχους και τις θρησκευτικές μειονοτικές κοινότητες, ιδίως τους χριστιανούς, επειδή γνωρίζουν ότι η τύχη αυτής της κοινότητας παρακολουθείται στενά στο εξωτερικό.
Επίσης, η HTS έχει προβεί σε πολλές δηλώσεις υποσχόμενη παρόμοια προστασία για τους Κούρδους και τις ισλαμικές μειονότητες, όπως οι Ισμαηλίτες και οι Δρούζοι. Εξέδωσε επίσης μια δήλωση σχετικά με τους Αλαουίτες που τους καλούσε να έρθουν σε ρήξη με το καθεστώς, χωρίς ωστόσο να υποδηλώνει ότι η HTS θα τους προστατεύσει ή να λέει κάτι σαφές για το μέλλον τους. Σ’ αυτή την ανακοίνωση, η HTS περιγράφει την κοινότητα των Αλαουιτών ως όργανο του καθεστώτος εναντίον του συριακού λαού.
Τέλος, ο ηγέτης της HTS, Αμπού Μοχάμμεντ αλ-Τζολάνι, δήλωσε ότι η πόλη του Χαλεπιού θα διοικείται από μια τοπική αρχή και ότι όλες οι στρατιωτικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της HTS, θα αποσυρθούν πλήρως από την πόλη τις επόμενες εβδομάδες. Είναι σαφές ότι ο αλ-Τζολάνι θέλει να συνεργαστεί έμπρακτα με τις τοπικές, περιφερειακές και διεθνείς δυνάμεις.
Ωστόσο, παραμένει ανοιχτό το ερώτημα αν η HTS θα ακολουθήσει αυτές τις δηλώσεις. Η οργάνωση υπήρξε μια αυταρχική και αντιδραστική οργάνωση με ισλαμική φονταμενταλιστική ιδεολογία και εξακολουθεί να έχει ξένους μαχητές στις τάξεις της. Πολλές λαϊκές διαδηλώσεις τα τελευταία χρόνια σημειώθηκαν στο Ίντλιμπ εναντίον της κυριαρχίας της και των παραβιάσεων των πολιτικών ελευθεριών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων δολοφονιών και βασανιστηρίων αντιπάλων.
Δεν αρκεί να ανεχόμαστε τις θρησκευτικές ή εθνοτικές μειονότητες ή να τους επιτρέπουμε να προσεύχονται. Το βασικό ζήτημα είναι η αναγνώριση των δικαιωμάτων τους ως ισότιμων πολιτών που συμμετέχουν στη λήψη αποφάσεων για το μέλλον της χώρας. Γενικότερα, δηλώσεις του επικεφαλής της HTS, αλ-Τζολάνι, όπως ότι «οι άνθρωποι που φοβούνται την ισλαμική διακυβέρνηση είτε έχουν δει λανθασμένες εφαρμογές της είτε δεν την κατανοούν σωστά»[2], σίγουρα δεν είναι καθησυχαστικές, αλλά το αντίθετο.
Όσον αφορά τον υποστηριζόμενο από την Τουρκία SNA, πρόκειται για έναν συνασπισμό ένοπλων ομάδων κυρίως με ισλαμική συντηρητική πολιτική. Έχει πολύ κακή φήμη και είναι ένοχη για πολυάριθμες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδίως σε βάρος των κουρδικών πληθυσμών στις περιοχές που βρίσκονται υπό τον έλεγχό της. Συμμετείχαν κυρίως στη στρατιωτική εκστρατεία υπό τουρκική ηγεσία για την κατάληψη του Αφρίν το 2018, που οδήγησε στον αναγκαστικό εκτοπισμό περίπου 150.000 αμάχων, στη συντριπτική τους πλειοψηφία Κούρδων.
Στη σημερινή στρατιωτική επιχείρηση, για άλλη μια φορά ο SNA εξυπηρετεί κυρίως τουρκικά σχέδια, στοχεύοντας περιοχές που ελέγχονται από τις υπό κουρδική ηγεσία Συριακές Δυνάμεις Άμυνας (SDF) και έχουν μεγάλους κουρδικούς πληθυσμούς. Ο SNA έχει, για παράδειγμα, καταλάβει την πόλη Ταλ Ριφάατ και την περιοχή Σάχμπα στο βόρειο Χαλέπι, που προηγουμένως βρισκόταν υπό τη διακυβέρνηση των SDF, με αποτέλεσμα τον αναγκαστικό εκτοπισμό περισσότερων από 150.000 αμάχων[3] και πολλές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε βάρος Κούρδων, συμπεριλαμβανομένων δολοφονιών και απαγωγών. Στη συνέχεια, ο SNA ανακοίνωσε στρατιωτική επίθεση, με την υποστήριξη του τουρκικού στρατού, στην πόλη Μανμπίτζ, όπου ζουν 100.000 άμαχοι και η οποία ελέγχεται από τις SDF.
Επομένως, υπάρχουν διαφορές μεταξύ της HTS και του SNA. Η HTS έχει μια σχετική αυτονομία από την Τουρκία σε αντίθεση με τον SNA, ο οποίος ελέγχεται από την Τουρκία και εξυπηρετεί τα συμφέροντά της. Οι δύο δυνάμεις είναι διαφορετικές, επιδιώκουν διαφορετικούς στόχους και έχουν συγκρούσεις μεταξύ τους, αν και προς το παρόν αυτές κρατούνται μυστικές. Για παράδειγμα, η HTS δεν επιδιώκει επί του παρόντος να έρθει σε αντιπαράθεση με τις SDF. Επιπλέον, ο SNA δημοσίευσε μια επικριτική δήλωση κατά της HTS για την «επιθετική συμπεριφορά» της κατά των μελών του SNA, ενώ η HTS φέρεται να κατηγόρησε τους μαχητές του SNA για λεηλασίες.
Tempest: Για πολλούς που δεν παρακολουθούσαν την κατάσταση στη Συρία, αυτό προέκυψε ξαφνικά. Ποιες είναι οι ρίζες αυτής της κατάστασης στην επανάσταση, την αντεπανάσταση και τον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας; Τι συνέβη στο εσωτερικό της χώρας την τελευταία περίοδο και προκάλεσε τη στρατιωτική επίθεση; Ποιες είναι οι περιφερειακές και διεθνείς δυναμικές που άνοιξαν το δρόμο για την προέλαση των ανταρτών;
Joseph Daher: Αρχικά, η HTS ξεκίνησε τη στρατιωτική εκστρατεία ως αντίδραση στην κλιμάκωση των επιθέσεων και των βομβαρδισμών των βορειοδυτικών εδαφών της από το καθεστώς Άσαντ και τη Ρωσία. Στόχος της ήταν επίσης να ανακαταλάβει περιοχές που είχε καταλάβει το καθεστώς, παραβιάζοντας τις ζώνες αποκλιμάκωσης που συμφωνήθηκαν σε μια συμφωνία του Μαρτίου 2020, την οποία διαπραγματεύτηκαν η Μόσχα και η Τεχεράνη. Με την αναπάντεχη επιτυχία τους, ωστόσο, διεύρυναν τις φιλοδοξίες τους και κάλεσαν ανοιχτά σε ανατροπή του καθεστώτος, κάτι που οι ίδιοι και άλλοι έχουν πλέον επιτύχει.
Η επιτυχία των HTS και SNA οφείλεται στην αποδυνάμωση των κύριων συμμάχων του καθεστώτος. Η Ρωσία, ο βασικός διεθνής υποστηρικτής του Άσαντ, έχει εκτρέψει τις δυνάμεις και τους πόρους της στον ιμπεριαλιστικό της πόλεμο κατά της Ουκρανίας. Ως εκ τούτου, η εμπλοκή της στη Συρία ήταν σημαντικά πιο περιορισμένη από ό,τι σε παρόμοιες στρατιωτικές επιχειρήσεις τα προηγούμενα χρόνια.
Οι άλλοι δύο βασικοί σύμμαχοί του, η Χεζμπολάχ του Λιβάνου και το Ιράν, έχουν αποδυναμωθεί σημαντικά από το Ισραήλ μετά τις 7 Οκτωβρίου 2023. Το Τελ Αβίβ έχει δολοφονήσει τους ηγέτες της Χεζμπολάχ, συμπεριλαμβανομένου του Χασάν Νασράλα, έχει αποδεκατίσει τα στελέχη της με τις επιθέσεις με τους βομβητές και έχει βομβαρδίσει τις δυνάμεις της στο Λίβανο. Η Χεζμπολάχ αντιμετωπίζει σίγουρα τη μεγαλύτερη πρόκληση από την ίδρυσή της. Το Ισραήλ έχει επίσης εξαπολύσει κύματα πληγμάτων κατά του Ιράν, εκθέτοντας τα τρωτά του σημεία. Έχει επίσης αυξήσει τους βομβαρδισμούς θέσεων του Ιράν και της Χεζμπολάχ στη Συρία τους τελευταίους μήνες.
Με τους κύριους υποστηρικτές της απασχολημένους και αποδυναμωμένους, η δικτατορία του Άσαντ βρισκόταν σε ευάλωτη θέση. Εξαιτίας όλων των δομικών αδυναμιών της, της έλλειψης υποστήριξης από τον πληθυσμό τον οποίο κυβερνά, της αναξιοπιστίας των δικών της στρατευμάτων, και χωρίς διεθνή και περιφερειακή υποστήριξη, αποδείχθηκε ανίκανη να αντισταθεί στην προέλαση των δυνάμεων των ανταρτών και στη μία πόλη μετά την άλλη και η κυριαρχία της σε αυτές κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος.
Tempest: Πώς αντέδρασαν αρχικά οι σύμμαχοι του καθεστώτος; Ποια είναι τα συμφέροντά τους στη Συρία;
Joseph Daher: Τόσο η Ρωσία όσο και το Ιράν δεσμεύτηκαν αρχικά να υποστηρίξουν το καθεστώς και επίσης το πίεσαν να πολεμήσει την HTS και τον SNA. Τις πρώτες ημέρες της επίθεσης, η Ρωσία προέτρεψε το συριακό καθεστώς να συνέλθει και να «βάλει τάξη στο Χαλέπι», γεγονός που φαίνεται να υποδηλώνει ότι ήλπιζε στην αντεπίθεση της Δαμασκού.
Το Ιράν κάλεσε σε «συντονισμό» με τη Μόσχα για την αντιμετώπιση αυτής της επίθεσης. Υποστήριξε ότι οι ΗΠΑ και το Ισραήλ βρίσκονται πίσω από την επίθεση των ανταρτών κατά του συριακού καθεστώτος, που προσπαθεί να το αποσταθεροποιήσει και να αποσπάσει την προσοχή από τον πόλεμο του Ισραήλ στην Παλαιστίνη και τον Λίβανο. Ιρανοί αξιωματούχοι δήλωσαν την πλήρη υποστήριξή τους προς το συριακό καθεστώς και επιβεβαίωσαν τις προθέσεις τους να διατηρήσουν και μάλιστα να αυξήσουν την παρουσία των «στρατιωτικών συμβούλων» τους στη Συρία για την υποστήριξη του στρατού της. Η Τεχεράνη υποσχέθηκε επίσης να παρέχει πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη στο συριακό καθεστώς και να αναπτύξει ακόμη και δικά της στρατεύματα.
Αλλά αυτό προφανώς δεν λειτούργησε. Παρά τους ρωσικούς βομβαρδισμούς σε περιοχές εκτός του ελέγχου του καθεστώτος, η προέλαση των ανταρτών δεν ανακόπηκε.
Και οι δύο δυνάμεις έχουν πολλά να χάσουν στη Συρία. Για το Ιράν, η Συρία είναι ζωτικής σημασίας για τη μεταφορά όπλων στη Χεζμπολάχ και τον υλικοτεχνικό συντονισμό με αυτήν. Φημολογούνταν μάλιστα πριν από την πτώση του καθεστώτος ότι το λιβανέζικο κόμμα έστειλε έναν μικρό αριθμό «εποπτικών δυνάμεων» στη Χομς για να βοηθήσει τις στρατιωτικές δυνάμεις του καθεστώτος και 2000 στρατιώτες στην πόλη Κουσάιρ, ένα από τα προπύργιά του στη Συρία κοντά στα σύνορα με τον Λίβανο, για να το υπερασπιστούν σε περίπτωση επίθεσης των ανταρτών. Καθώς το καθεστώς έπεφτε, απέσυρε τις δυνάμεις του.
Από την πλευρά της, η ρωσική αεροπορική βάση Χμεϊμίμ στην επαρχία Λατάκεια της Συρίας και η ναυτική της εγκατάσταση στην Ταρτούς στην ακτή, αποτελούν σημαντικές θέσεις για τη Ρωσία προκειμένου να διατηρήσει τη γεωπολιτική της επιρροή στη Μέση Ανατολή, τη Μεσόγειο και την Αφρική. Η απώλεια αυτών των βάσεων θα υπονόμευε το κύρος της Ρωσίας, καθώς η επέμβασή της στη Συρία έχει χρησιμοποιηθεί ως παράδειγμα για το πώς μπορεί να χρησιμοποιεί στρατιωτική δύναμη για να διαμορφώνει γεγονότα εκτός των συνόρων της και να ανταγωνίζεται τα δυτικά κράτη.
Tempest: Ποιος είναι ο ρόλος άλλων περιφερειακών και αυτοκρατορικών δυνάμεων, ιδίως της Τουρκίας, του Ισραήλ και των ΗΠΑ, σε αυτό το σενάριο; Ποιες είναι οι βλέψεις τους στην κατάσταση αυτή;
Joseph Daher: Παρά την εξομάλυνση των σχέσεων της Τουρκίας με τη Συρία, η Άγκυρα έχει απογοητευτεί από τη Δαμασκό. Έτσι, ενθάρρυνε, ή τουλάχιστον έδωσε το πράσινο φως, στη στρατιωτική επίθεση και τη βοήθησε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Στόχος της Άγκυρας ήταν αρχικά να βελτιώσει τη θέση της στις μελλοντικές διαπραγματεύσεις με το συριακό καθεστώς, αλλά και με το Ιράν και τη Ρωσία.
Τώρα, με την πτώση του καθεστώτος, η επιρροή της Τουρκίας είναι ακόμη πιο σημαντική στη Συρία και πιθανώς την καθιστά τον βασικό περιφερειακό παράγοντα στη χώρα. Η Άγκυρα επιδιώκει επίσης να χρησιμοποιήσει τον SNA για να αποδυναμώσει τις SDF, στις οποίες κυριαρχεί η ένοπλη πτέρυγα του κουρδικού κόμματος PYD, αδελφής οργάνωσης του κουρδικού κόμματος PKK της Τουρκίας, το οποίο έχει χαρακτηριστεί ως τρομοκρατικό από την Άγκυρα, τις ΗΠΑ και την ΕΕ.
Η Τουρκία έχει άλλους δύο κύριους στόχους. Πρώτον, επιδιώκει να πραγματοποιήσει την αναγκαστική επιστροφή των Σύριων προσφύγων στην Τουρκία πίσω στη Συρία. Δεύτερον, θέλει να αποκρούσει τις προσδοκίες των Κούρδων για αυτονομία και πιο συγκεκριμένα να υπονομεύσει την υπό κουρδική ηγεσία διοίκηση στη βορειοανατολική Συρία, την Αυτόνομη Διοίκηση της Βόρειας και Ανατολικής Συρίας (AANES [Autonomous Administration of North and East Syria], που ονομάζεται επίσης Ροζάβα), η οποία θα δημιουργούσε προηγούμενο για την κουρδική αυτοδιάθεση στην Τουρκία, μια απειλή για το καθεστώς, όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα.
Ούτε οι ΗΠΑ ούτε το Ισραήλ εμπλέκονται σε αυτά τα γεγονότα. Στην πραγματικότητα, συμβαίνει το αντίθετο. Οι ΗΠΑ ανησυχούσαν ότι η ανατροπή του καθεστώτος θα μπορούσε να δημιουργήσει μεγαλύτερη αστάθεια στην περιοχή. Αξιωματούχοι των ΗΠΑ δήλωσαν αρχικά ότι «η συνεχιζόμενη άρνηση του καθεστώτος Άσαντ να συμμετάσχει στην πολιτική διαδικασία που περιγράφεται στην απόφαση 2254 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και η εξάρτησή του από τη Ρωσία και το Ιράν, δημιούργησαν τις συνθήκες που εκτυλίσσονται τώρα, συμπεριλαμβανομένης της κατάρρευσης των γραμμών του καθεστώτος Άσαντ στη βορειοδυτική Συρία»[4].
Δήλωσαν επίσης ότι «δεν έχει καμία σχέση με αυτή την επίθεση, της οποίας ηγείται η Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ (HTS), μια οργάνωση που έχει χαρακτηριστεί τρομοκρατική». Μετά από επίσκεψή του στην Τουρκία, ο υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν ζήτησε αποκλιμάκωση στη Συρία. Μετά την πτώση του καθεστώτος, Αμερικανοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι θα διατηρήσουν την παρουσία τους στην ανατολική Συρία, περίπου 900 στρατιώτες, και θα λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για να αποτρέψουν την επανάκαμψη του Ισλαμικού Κράτους.
Από την πλευρά τους, Ισραηλινοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι «η κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ θα δημιουργούσε πιθανότατα χάος στο οποίο θα αναπτυχθούν στρατιωτικές απειλές κατά του Ισραήλ»[5]. Επιπλέον, το Ισραήλ δεν υποστήριξε ποτέ πραγματικά την ανατροπή του συριακού καθεστώτος από την εποχή της επαναστατικής απόπειρας του 2011. Τον Ιούλιο του 2018 ο Νετανιάχου δεν είχε αντίρρηση να αναλάβει ο Άσαντ ξανά τον έλεγχο της χώρας και να σταθεροποιήσει την εξουσία του.
Ο Νετανιάχου δήλωσε ότι το Ισραήλ θα δράσει μόνο κατά των εκτιμώμενων απειλών, όπως οι δυνάμεις και η επιρροή του Ιράν και της Χεζμπολάχ, εξηγώντας: «Δεν είχαμε πρόβλημα με το καθεστώς Άσαντ, για 40 χρόνια δεν έπεσε ούτε μία σφαίρα στα Υψίπεδα του Γκολάν»[6]. Λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση της πτώσης του καθεστώτος, ο ισραηλινός στρατός κατοχής πήρε τον έλεγχο της συριακής πλευράς του όρους Ερμόν στα Υψίπεδα του Γκολάν, προκειμένου να αποτρέψει την κατάληψη της περιοχής από αντάρτες την Κυριακή. Νωρίτερα, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου είχε διατάξει τον ισραηλινό στρατό κατοχής να «πάρει υπό τον έλεγχό του» τη νεκρή ζώνη του Γκολάν και «τις παρακείμενες στρατηγικές θέσεις».
Tempest: Πολλοί καμπιστές υπερασπίστηκαν και πάλι τον Άσαντ, αυτή τη φορά υποστηρίζοντας ότι μια ήττα του Άσαντ θα ήταν πλήγμα για τον απελευθερωτικό αγώνα των Παλαιστινίων. Πώς σχολιάζετε αυτό το επιχείρημα; Τι θα σημαίνει αυτό για την Παλαιστίνη;
Joseph Daher: Ναι, οι καμπιστές υποστηρίζουν ότι αυτή η στρατιωτική επίθεση καθοδηγείται από την «Αλ Κάιντα και άλλους τρομοκράτες» και ότι πρόκειται για μια δυτική ιμπεριαλιστική συνωμοσία εναντίον του συριακού καθεστώτος που αποσκοπεί στην αποδυνάμωση του λεγόμενου «Άξονα της Αντίστασης» που καθοδηγείται από το Ιράν και τη Χεζμπολάχ. Δεδομένου ότι αυτός ο Άξονας ισχυρίζεται ότι υποστηρίζει τους Παλαιστίνιους, οι καμπιστές διατείνονται ότι η πτώση του Άσαντ τον αποδυναμώνει και επομένως υπονομεύει τον αγώνα για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης.
Παράλληλα με την αγνόηση οποιασδήποτε δράσης των τοπικών φορέων της Συρίας, το κύριο πρόβλημα με το επιχείρημα που προωθούν οι υποστηρικτές του λεγόμενου «Άξονα της Αντίστασης» είναι η παραδοχή τους ότι η απελευθέρωση της Παλαιστίνης θα έρθει από πάνω, από αυτά τα κράτη ή άλλες δυνάμεις, ανεξάρτητα από τον αντιδραστικό και αυταρχικό χαρακτήρα τους και τις νεοφιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές τους. Αυτή η στρατηγική έχει αποτύχει στο παρελθόν και θα αποτύχει και σήμερα. Στην πραγματικότητα, αντί να προωθήσουν τον αγώνα για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης, τα αυταρχικά και δεσποτικά κράτη της Μέσης Ανατολής, είτε είναι ευθυγραμμισμένα με τη Δύση είτε αντιτίθενται σε αυτήν, έχουν επανειλημμένα προδώσει τους Παλαιστίνιους και μάλιστα τους έχουν καταστείλει.
Επιπλέον, οι καμπιστές αγνοούν το γεγονός ότι οι κύριοι στόχοι του Ιράν και της Συρίας δεν είναι η απελευθέρωση της Παλαιστίνης αλλά η διατήρηση των κρατών τους και των οικονομικών και γεωπολιτικών τους συμφερόντων. Αυτά κάθε φορά τα βάζουν πάνω από την Παλαιστίνη. Η Συρία, ειδικότερα, όπως ο Νετανιάχου έχει καταστήσει απολύτως σαφές στο απόσπασμα που μόλις παρέθεσα, δεν έχει κουνήσει ούτε το δαχτυλάκι της εναντίον του Ισραήλ εδώ και δεκαετίες.
Από την πλευρά του, το Ιράν έχει υποστηρίξει ρητορικά τον παλαιστινιακό αγώνα και στηρίζει τη Χαμάς. Αλλά από τις 7 Οκτωβρίου 2023, ο κύριος στόχος του είναι να βελτιώσει το κύρος του στην περιοχή, ώστε να είναι σε καλύτερη θέση για μελλοντικές πολιτικές και οικονομικές διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ. Το Ιράν επιθυμεί να διασφαλίσει τα πολιτικά συμφέροντα και τα συμφέροντα ασφαλείας του και ως εκ τούτου επιθυμεί να αποφύγει κάθε άμεσο πόλεμο με το Ισραήλ.
Ο κύριος γεωπολιτικός του στόχος σε σχέση με τους Παλαιστίνιους δεν είναι να τους απελευθερώσει, αλλά να τους χρησιμοποιήσει ως μοχλό πίεσης, ιδίως στις σχέσεις του με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αντίστοιχα, η παθητική αντίδραση του Ιράν στη δολοφονία του Νασράλα από το Ισραήλ, τον αποδεκατισμό των στελεχών της Χεζμπολάχ και τον βάναυσο πόλεμο εναντίον του Λιβάνου αποδεικνύουν ότι η πρώτη του προτεραιότητα είναι η προστασία του ίδιου και των συμφερόντων του. Δεν ήταν διατεθειμένο να τα θυσιάσει αυτά και να έρθει να υπερασπιστεί τον βασικό μη κρατικό σύμμαχό του.
Επίσης, το Ιράν έχει αποδειχθεί, στην καλύτερη περίπτωση, ένας ασταθής σύμμαχος της Χαμάς. Είχε μειώσει τη χρηματοδότησή του προς τη Χαμάς όταν τα συμφέροντά τους δεν συνέπιπταν. Έκοψε την οικονομική του βοήθεια προς τη Χαμάς μετά τη συριακή επανάσταση του 2011, όταν το παλαιστινιακό κίνημα αρνήθηκε να υποστηρίξει τη δολοφονική καταστολή των Σύριων διαδηλωτών από το συριακό καθεστώς.
Στην περίπτωση του συριακού καθεστώτος, το επιχείρημα εναντίον της υποτιθέμενης υποστήριξής του προς την Παλαιστίνη είναι ατράνταχτο. Δεν υπερασπίστηκε την Παλαιστίνη τον τελευταίο χρόνο του γενοκτονικού πολέμου του Ισραήλ. Παρά τους βομβαρδισμούς του Ισραήλ στη Συρία, πριν και μετά την 7η Οκτωβρίου, το καθεστώς δεν έχει απαντήσει. Αυτό συνάδει με την πολιτική του καθεστώτος από το 1974, που προσπαθεί να αποφύγει κάθε σημαντική και άμεση αντιπαράθεση με το Ισραήλ.
Επιπλέον, το καθεστώς έχει επανειλημμένα καταστείλει τους Παλαιστίνιους στη Συρία, μεταξύ άλλων δολοφονώντας αρκετές χιλιάδες Παλαιστίνιους μετά το 2011, καταστρέφοντας τον προσφυγικό καταυλισμό Γιαρμούκ στη Δαμασκό. Έχει επίσης επιτεθεί στο ίδιο το παλαιστινιακό εθνικό κίνημα. Για παράδειγμα, το 1976 ο Χαφέζ αλ Άσαντ, πατέρας του διαδόχου του και μόλις αποπεμφθέντος δικτάτορα Μπασάρ αλ Άσαντ, παρενέβη στον Λίβανο και υποστήριξε ακροδεξιά λιβανέζικα κόμματα εναντίον αριστερών παλαιστινιακών και λιβανέζικων οργανώσεων.
Πραγματοποίησε επίσης στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον παλαιστινιακών καταυλισμών στη Βηρυτό το 1985 και το 1986. Το 1990 περίπου 2.500 Παλαιστίνιοι πολιτικοί κρατούμενοι κρατούνταν σε συριακές φυλακές.
Δεδομένης αυτής της ιστορίας, είναι λάθος για το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη να υπερασπίζεται και να ευθυγραμμίζεται με ιμπεριαλιστικά ή υπο-ιμπεριαλιστικά κράτη που θέτουν τα συμφέροντά τους πάνω από την αλληλεγγύη με την Παλαιστίνη, ανταγωνίζονται για γεωπολιτικά οφέλη και εκμεταλλεύονται τους εργαζόμενους και τους πόρους των χωρών τους. Φυσικά, ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ παραμένει ο κύριος εχθρός της περιοχής με την ιδιαίτερή του ιστορία πολέμου, λεηλασίας και πολιτικής κυριαρχίας.
Αλλά δεν έχει νόημα να θεωρούμε τις αντιδραστικές περιφερειακές δυνάμεις και άλλα ιμπεριαλιστικά κράτη όπως η Ρωσία ή η Κίνα συμμάχους της Παλαιστίνης ή του κινήματος αλληλεγγύης γι’ αυτήν. Απλώς δεν υπάρχουν στοιχεία που να τεκμηριώνουν αυτή τη θέση. Η επιλογή ενός ιμπεριαλισμού έναντι ενός άλλου σημαίνει ότι εγγυάται τη σταθερότητα του καπιταλιστικού συστήματος και την εκμετάλλευση των λαϊκών τάξεων. Αντίστοιχα, η υποστήριξη αυταρχικών και δεσποτικών καθεστώτων στην επιδίωξη του στόχου της απελευθέρωσης της Παλαιστίνης δεν είναι μόνο ηθικά λάθος, αλλά έχει επίσης αποδειχθεί μια αποτυχημένη στρατηγική.
Αντί γι’ αυτό, το κίνημα αλληλεγγύης προς την Παλαιστίνη πρέπει να αντιληφθεί ότι η απελευθέρωση της Παλαιστίνης δεν συνδέεται με τα κράτη της περιοχής, αλλά με την απελευθέρωση των λαϊκών τάξεων τους. Αυτές ταυτίζονται με την Παλαιστίνη και βλέπουν τις δικές τους μάχες για δημοκρατία και ισότητα ως στενά συνδεδεμένες με τον αγώνα των Παλαιστινίων για απελευθέρωση. Όταν οι Παλαιστίνιοι αγωνίζονται, αυτό τείνει να πυροδοτεί το περιφερειακό κίνημα για την απελευθέρωση και το περιφερειακό κίνημα ανατροφοδοτεί το κίνημα στην κατεχόμενη Παλαιστίνη.
Αυτοί οι αγώνες συνδέονται διαλεκτικά∙ είναι αλληλένδετοι αγώνες για τη συλλογική απελευθέρωση. Ο ακροδεξιός ισραηλινός υπουργός Αβιγκντόρ Λίμπερμαν αναγνώρισε τον κίνδυνο που εγκυμονούσαν για το Ισραήλ οι περιφερειακές λαϊκές εξεγέρσεις το 2011, όταν είπε ότι η αιγυπτιακή επανάσταση που ανέτρεψε τον Χόσνι Μουμπάρακ και άνοιξε την πόρτα σε μια περίοδο δημοκρατικού ανοίγματος στη χώρα ήταν μεγαλύτερη απειλή για το Ισραήλ από το Ιράν.
Αυτό δεν σημαίνει ότι αρνούμαστε το δικαίωμα της αντίστασης των Παλαιστινίων και των Λιβανέζων στους κτηνώδεις πολέμους του Ισραήλ, αλλά ότι κατανοούμε ότι η ενιαία εξέγερση των λαϊκών τάξεων της Παλαιστίνης και της περιοχής είναι η μόνη που έχει τη δύναμη να μεταμορφώσει ολόκληρη τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, ανατρέποντας αυταρχικά καθεστώτα, εκδιώκοντας τις ΗΠΑ και τις άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Η διεθνής αντιιμπεριαλιστική αλληλεγγύη προς την Παλαιστίνη και τις λαϊκές τάξεις της περιοχής είναι απαραίτητη, γιατί αντιμετωπίζουν όχι μόνο το Ισραήλ και τα αντιδραστικά καθεστώτα της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, αλλά και τους ιμπεριαλιστές υποστηρικτές τους.
Το κύριο καθήκον του κινήματος αλληλεγγύης προς την Παλαιστίνη, ιδιαίτερα στη Δύση, είναι να καταγγείλει τη συνενοχή των κυρίαρχων τάξεών μας στην υποστήριξη όχι μόνο του ρατσιστικού εποικιστικού-αποικιοκρατικού κράτους απαρτχάιντ του Ισραήλ και του γενοκτονικού πολέμου του κατά των Παλαιστινίων, αλλά και των επιθέσεων του Ισραήλ σε άλλες χώρες της περιοχής, όπως ο Λίβανος. Το κίνημα πρέπει να πιέσει αυτές τις άρχουσες τάξεις να διακόψουν κάθε πολιτική, οικονομική και στρατιωτική σχέση με το Τελ Αβίβ.
Με αυτόν τον τρόπο, το κίνημα αλληλεγγύης μπορεί να αμφισβητήσει και να αποδυναμώσει τη διεθνή και περιφερειακή υποστήριξη προς το Ισραήλ, ανοίγοντας τον δρόμο για τους Παλαιστίνιους να απελευθερωθούν μαζί με τις λαϊκές τάξεις της περιοχής.
Tempest: Η προέλαση των ανταρτών στη Συρία θα ανοίξει χώρο για τις προοδευτικές δυνάμεις να ανανεώσουν τον επαναστατικό αγώνα και να προσφέρουν μια εναλλακτική λύση τόσο απέναντι στο καθεστώς όσο και απέναντι στον ισλαμικό φονταμενταλισμό;
Joseph Daher: Δεν υπάρχουν προφανείς απαντήσεις παρά μόνο περισσότερα ερωτήματα. Θα είναι δυνατός ο αγώνας από τα κάτω και η αυτοοργάνωση στις περιοχές από τις οποίες έχει εκδιωχθεί το καθεστώς; Θα μπορέσουν οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών (όχι με τον στενό ορισμό των ΜΚΟ, αλλά με την γκραμσιανή έννοια των λαϊκών μαζικών σχηματισμών έξω από το κράτος) και οι εναλλακτικές πολιτικές δομές με δημοκρατική και προοδευτική πολιτική να συγκροτηθούν, να οργανωθούν και να αποτελέσουν μια πολιτική και κοινωνική εναλλακτική λύση απέναντι στην HTS και τον SNA; Θα αφήσει η εξάπλωση των δυνάμεων της HTS και του SNA χώρο για οργάνωση σε τοπικό επίπεδο;
Αυτά είναι τα βασικά ερωτήματα, κατά τη γνώμη μου, χωρίς σαφείς απαντήσεις. Αν εξετάσουμε τις πολιτικές της HTS και του SNA στο παρελθόν, δεν ενθάρρυναν την ανάπτυξη ενός δημοκρατικού χώρου, αλλά το αντίθετο. Ήταν αυταρχικές. Καμία εμπιστοσύνη δεν πρέπει να δοθεί σε τέτοιες δυνάμεις. Μόνο η αυτοοργάνωση των λαϊκών τάξεων που αγωνίζονται για δημοκρατικά και προοδευτικά αιτήματα θα δημιουργήσει αυτόν τον χώρο και θα ανοίξει έναν δρόμο προς την πραγματική απελευθέρωση. Αυτό θα εξαρτηθεί από το ξεπέρασμα πολλών εμποδίων, από την κόπωση του πολέμου μέχρι την καταστολή, τη φτώχεια και την κοινωνική αποσύνθεση.
Το κύριο εμπόδιο ήταν, είναι και θα είναι οι αυταρχικοί παράγοντες, προηγουμένως το καθεστώς, αλλά τώρα πολλές από τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης, ιδίως η HTS και ο SNA. Η κυριαρχία τους και οι στρατιωτικές συγκρούσεις μεταξύ τους έχουν αφανίσει τον χώρο για τις δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις να καθορίσουν δημοκρατικά το μέλλον τους. Ακόμη και στους χώρους που απελευθερώθηκαν από τον έλεγχο του καθεστώτος δεν έχουμε ακόμη δει λαϊκές καμπάνιες δημοκρατικής και προοδευτικής αντίστασης. Και, όπου ο SNA κατέκτησε κουρδικές περιοχές, παραβίασε τα δικαιώματα των Κούρδων, τους κατέστειλε με βία και εκτόπισε με τη βία μεγάλο αριθμό από αυτούς.
Πρέπει να αντιμετωπίσουμε το σκληρό γεγονός ότι υπάρχει μια κραυγαλέα απουσία ενός ανεξάρτητου δημοκρατικού και προοδευτικού μπλοκ που είναι σε θέση να οργανωθεί και να αντιταχθεί ξεκάθαρα στο συριακό καθεστώς και στις ισλαμικές φονταμενταλιστικές δυνάμεις. Η οικοδόμηση αυτού του μπλοκ θα πάρει χρόνο. Θα πρέπει να συνδυάσει αγώνες ενάντια στην απολυταρχία, την εκμετάλλευση και όλες τις μορφές καταπίεσης. Θα χρειαστεί να εγείρει αιτήματα για δημοκρατία, ισότητα, αυτοδιάθεση των Κούρδων και απελευθέρωση των γυναικών, προκειμένου να οικοδομήσει την αλληλεγγύη μεταξύ των εκμεταλλευόμενων και καταπιεσμένων της χώρας.
Για την προώθηση τέτοιων αιτημάτων, αυτό το προοδευτικό μπλοκ θα πρέπει να οικοδομήσει και να ανασυγκροτήσει λαϊκές οργανώσεις, από συνδικάτα μέχρι φεμινιστικές οργανώσεις, κοινοτικές οργανώσεις και εθνικές δομές που θα τις φέρει σε επαφή. Αυτό θα απαιτήσει τη συνεργασία μεταξύ δημοκρατικών και προοδευτικών φορέων σε ολόκληρη την κοινωνία.
Ωστόσο, υπάρχει ελπίδα, ενώ η βασική δυναμική ήταν αρχικά στρατιωτική και καθοδηγούμενη από την HTS και τον SNA, τις τελευταίες ημέρες, είδαμε αυξανόμενες λαϊκές διαδηλώσεις και ανθρώπους να βγαίνουν στους δρόμους σε όλη τη χώρα. Δεν ακολουθούν καμία εντολή της HTS, του SNA ή άλλων ένοπλων ομάδων της αντιπολίτευσης. Υπάρχει τώρα ένας χώρος, με τις αντιφάσεις και τις προκλήσεις του, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, για να προσπαθήσουν οι Σύριοι να ξαναχτίσουν τη λαϊκή αντίσταση των πολιτών από τα κάτω και τις εναλλακτικές δομές εξουσίας.
Επιπλέον, ένα από τα βασικά καθήκοντα θα είναι η αντιμετώπιση του κεντρικού εθνοτικού διαχωρισμού της χώρας, του διαχωρισμού μεταξύ Αράβων και Κούρδων. Οι προοδευτικές δυνάμεις πρέπει να διεξάγουν έναν ξεκάθαρο αγώνα κατά του αραβικού σοβινισμού για να ξεπεραστεί αυτός ο διαχωρισμός και να σφυρηλατηθεί η αλληλεγγύη μεταξύ αυτών των πληθυσμών. Αυτό αποτελεί πρόκληση από την αρχή της συριακής επανάστασης το 2011 και θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και να επιλυθεί με προοδευτικό τρόπο προκειμένου ο λαός της χώρας να απελευθερωθεί πραγματικά.
Υπάρχει απεγνωσμένη ανάγκη να επιστρέψουμε στις αρχικές προσδοκίες της Συριακής Επανάστασης για δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα – και μάλιστα με τρόπο που να υποστηρίζει την αυτοδιάθεση των Κούρδων. Ενώ το κουρδικό PYD μπορεί να επικριθεί για τα λάθη και τη μορφή διακυβέρνησής του, δεν αποτελεί το κύριο εμπόδιο για μια τέτοια αλληλεγγύη μεταξύ Κούρδων και Αράβων. Το εμπόδιο ήταν οι φιλοπόλεμες και σοβινιστικές θέσεις και πολιτικές των αραβικών δυνάμεων της αντιπολίτευσης στη Συρία –αρχίζοντας με τον αραβοκρατούμενο Συριακό Εθνικό Συνασπισμό που ακολουθήθηκε από τον Εθνικό Συνασπισμό των Συριακών Επαναστατικών και Αντιπολιτευτικών Δυνάμεων, τα κύρια όργανα της αντιπολίτευσης στην εξορία που υποστηρίζονται από τη Δύση και τις περιφερειακές χώρες και προσπάθησαν να ηγηθούν της Συριακής Επανάστασης στα πρώτα χρόνια της– και σήμερα εκείνες των δύο βασικών στρατιωτικών δυνάμεων, της HTS και του SNA.
Στο πλαίσιο αυτό, οι προοδευτικές δυνάμεις πρέπει να επιδιώξουν τη συνεργασία μεταξύ Σύριων Αράβων και Κούρδων, συμπεριλαμβανομένης της AANES. Το εγχείρημα AANES και τα πολιτικά του όργανα εκπροσωπούν μεγάλα τμήματα του κουρδικού πληθυσμού και τον έχουν προστατεύσει από διάφορες τοπικές και εξωτερικές απειλές.
Ωστόσο, έχει και αυτό ελαττώματα και δεν πρέπει να υποστηρίζεται άκριτα. Το PYD και η AANES έχουν χρησιμοποιήσει βία και καταστολή εναντίον πολιτικών ακτιβιστών και ομάδων που αμφισβητούν την εξουσία τους. Και έχουν επίσης παραβιάσει τα ανθρώπινα δικαιώματα των αμάχων. Παρ’ όλα αυτά, έχει σημειώσει ορισμένα σημαντικά επιτεύγματα, ιδίως την αύξηση της συμμετοχής των γυναικών σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας, καθώς και την κωδικοποίηση των κοσμικών νόμων και τη μεγαλύτερη ενσωμάτωση των θρησκευτικών και εθνοτικών μειονοτήτων. Ωστόσο, σε κοινωνικοοικονομικά ζητήματα, δεν έχει έρθει σε ρήξη με τον καπιταλισμό και δεν έχει ανταποκριθεί επαρκώς στα παράπονα των λαϊκών τάξεων.
Όποια και αν είναι η κριτική που μπορεί να ασκούν οι προοδευτικοί στο PYD και την AANES, πρέπει να απορρίψουμε και να αντιταχθούμε στις αραβικές σοβινιστικές περιγραφές του ως «διάβολο» και «αποσχιστικό» εθνοτικό-εθνικιστικό εγχείρημα. Αλλά απορρίπτοντας έναν τέτοιο φανατισμό, δεν πρέπει να εξιδανικεύουμε άκριτα την AANES, όπως έκαναν ορισμένοι δυτικοί αναρχικοί και αριστεροί, παρουσιάζοντάς την λανθασμένα ως μια νέα μορφή δημοκρατικής εξουσίας από τα κάτω.
Έχει ήδη υπάρξει κάποια συνεργασία μεταξύ των Σύριων Αράβων δημοκρατών και προοδευτικών και της AANES και των θεσμών που συνδέονται με αυτήν, και αυτό πρέπει να αξιοποιηθεί και να επεκταθεί. Αλλά, όπως και σε κάθε είδους συνεργασία, αυτό δεν πρέπει να γίνεται άκριτα.
Αν και είναι σημαντικό να υπενθυμίσουμε σε όλους ότι το καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ και οι σύμμαχοί του είναι οι πρώτοι υπεύθυνοι για τη μαζική δολοφονία εκατοντάδων χιλιάδων αμάχων, τις μαζικές καταστροφές, την εντεινόμενη εξαθλίωση και τη σημερινή κατάσταση στη Συρία, ο στόχος της συριακής επανάστασης υπερβαίνει τα όσα είπε ο ηγέτης της HTS, αλ-Τζολάνι, στη συνέντευξή του στο CNN. Δεν είναι μόνο η ανατροπή αυτού του καθεστώτος, αλλά η οικοδόμηση μιας κοινωνίας που θα χαρακτηρίζεται από δημοκρατία, ισότητα και πλήρη δικαιώματα για τις καταπιεσμένες ομάδες. Διαφορετικά, απλώς αντικαθιστούμε ένα κακό με ένα άλλο.
Tempest: Τι αντίκτυπο θα έχει η πτώση του καθεστώτος στην περιοχή και στις αυτοκρατορικές δυνάμεις; Ποια στάση πρέπει να κρατήσει η διεθνής Αριστερά σε αυτή την κατάσταση;
Joseph Daher: Μετά την πτώση του καθεστώτος, ο ηγέτης της HTS αλ-Τζολάνι, δήλωσε ότι οι κρατικοί θεσμοί της Συρίας θα εποπτεύονται από τον πρωθυπουργό του πρώην καθεστώτος Μοχμμεντ Τζαλάλι μέχρι να παραδοθούν σε μια νέα κυβέρνηση με πλήρεις εκτελεστικές εξουσίες, μετά από εκλογές, σηματοδοτώντας τις προσπάθειες για την εξασφάλιση μιας ομαλής μετάβασης. Ο Σύριος υπουργός τηλεπικοινωνιών Εγιάντ αλ-Χάτιμπ συμφώνησε να συνεργαστεί με τους εκπροσώπους της HTS για να διασφαλίσει ότι οι τηλεπικοινωνίες και το διαδίκτυο θα συνεχίσουν να λειτουργούν.
Αυτές είναι σαφείς ενδείξεις ότι η HTS θέλει να πραγματοποιήσει μια ελεγχόμενη μετάβαση της εξουσίας προκειμένου να κατευνάσει τους φόβους από το εξωτερικό, να δημιουργήσει επαφές με περιφερειακές και διεθνείς δυνάμεις και να κερδίσει την αναγνώριση ως νόμιμη δύναμη με την οποία μπορεί να γίνει διαπραγμάτευση. Εμπόδιο σε μια τέτοια εξομάλυνση αποτελεί το γεγονός ότι η HTS εξακολουθεί να θεωρείται τρομοκρατική οργάνωση, ενώ η Συρία τελεί υπό κυρώσεις.
Παρόλα αυτά, θα πρέπει να περιμένουμε μια περίοδο αστάθειας στη χώρα. Στη Δαμασκό, την επομένη της πτώσης του καθεστώτος, παρατηρήθηκε κάποιο χάος στους δρόμους, η κεντρική τράπεζα για παράδειγμα λεηλατήθηκε.
Είναι ακόμη δύσκολο να πούμε τι αντίκτυπο θα έχει η πτώση του καθεστώτος στις περιφερειακές και αυτοκρατορικές δυνάμεις. Για τις ΗΠΑ και τα δυτικά κράτη, ο κύριος στόχος είναι τώρα ο έλεγχος των ζημιών για να αποφευχθεί η επέκταση του χάους στην περιοχή. Τα περιφερειακά κράτη είναι σαφές ότι δεν είναι ικανοποιημένα με την τρέχουσα κατάσταση, καθώς είχαν εισέλθει σε μια διαδικασία εξομάλυνσης των σχέσεων με το καθεστώς τα τελευταία χρόνια. Όσον αφορά την Τουρκία, ο κύριος στόχος της θα είναι να εδραιώσει τη δύναμη και την επιρροή της στη Συρία και να απαλλαγεί από την υπό κουρδική ηγεσία ΑΑΝΕΣ στα βορειοανατολικά. Ο κορυφαίος διπλωμάτης της Τουρκίας δήλωσε μάλιστα την Κυριακή ότι το τουρκικό κράτος βρίσκεται σε επαφή με τους αντάρτες στη Συρία για να διασφαλίσει ότι το Ισλαμικό Κράτος και συγκεκριμένα το «PKK» δεν θα εκμεταλλευτούν την πτώση του καθεστώτος της Δαμασκού για να επεκτείνουν την επιρροή τους.
Οι διάφορες δυνάμεις έχουν, ωστόσο, έναν κοινό στόχο: να επιβάλουν μια μορφή αυταρχικής σταθερότητας στη Συρία και την περιοχή. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ενότητα μεταξύ των περιφερειακών και αυτοκρατορικών δυνάμεων. Η καθεμία έχει τα δικά της, και συχνά ανταγωνιστικά, συμφέροντα, αλλά δεν επιθυμούν την αποσταθεροποίηση της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, ιδίως οποιαδήποτε αστάθεια που θα διέκοπτε τη ροή του πετρελαίου προς τον παγκόσμιο καπιταλισμό.
Η διεθνής Αριστερά δεν πρέπει να πάρει το μέρος των υπολειμμάτων του καθεστώτος ή των τοπικών, περιφερειακών και διεθνών δυνάμεων της αντεπανάστασης. Αντίθετα, η πολιτική πυξίδα των επαναστατών θα πρέπει να είναι η αρχή της αλληλεγγύης με τους λαϊκούς και προοδευτικούς αγώνες από τα κάτω. Αυτό σημαίνει υποστήριξη ομάδων και ατόμων που οργανώνονται και αγωνίζονται για μια προοδευτική και χωρίς αποκλεισμούς Συρία και οικοδόμηση αλληλεγγύης μεταξύ αυτών και των λαϊκών τάξεων της περιοχής.
Εν μέσω μιας ασταθούς συγκυρίας στη Συρία, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική πρέπει να αποφύγουμε τις διπλές παγίδες της εξιδανίκευσης και της ηττοπάθειας. Αντίθετα, πρέπει να ακολουθήσουμε μια στρατηγική κριτικής, προοδευτικής, διεθνούς αλληλεγγύης μεταξύ των λαϊκών δυνάμεων στην περιοχή και σε ολόκληρο τον κόσμο. Αυτό είναι το κρίσιμο καθήκον και η ευθύνη της Αριστεράς, ειδικά σε αυτούς τους πολύ περίπλοκους καιρούς.
Joseph Daher
9 Δεκεμβρίου 2024
Μετάφραση: elaliberta.gr από το: Joseph Daher, “Understanding the rebellion in Syria”, Tempest, 9 Δεκεμβρίου 2024, https://tempestmag.org/2024/12/understanding-the-rebellion-in-syria/.
Σημειώσεις
[1] “Abu Mohammad al-Jolani. Military Leader, Hayat Tahrir al-Sham”, pbs, https://www.pbs.org/wgbh/frontline/interview/abu-mohammad-al-jolani/.
[2] Jomana Karadsheh, Gul Tuysuz, Brice Laine, Lauren Kent and Eyad Kourdi, “Syrian rebel leader says goal is to ‘overthrow’ Assad regime”, CNN, 6 Δεκεμβρίου 2024, https://edition.cnn.com/2024/12/06/middleeast/syria-rebel-forces-hayat-tahrir-al-sham-al-jolani-intl-latam/index.html.
[3] “Mass displacement of 100,000 people to Tabqa”, Rudaw, 3 Δεκεμβρίου 2024, https://www.rudaw.net/english/middleeast/syria/031220245.
[4] “Statement by NSC Spokesperson Sean Savett on Syria”, The White House, 30 Νοεμβρίου 2024, https://www.whitehouse.gov/briefing-room/statements-releases/2024/11/30/statement-by-nsc-spokesperson-sean-savett-on-syria/.
[5] Shirit Avitan Cohen and Shachar Kleiman , “Assad regime’s potential collapse raises new security concerns for Israel”, Israel Hayom, 2 Δεκεμβρίου 2024, https://www.israelhayom.com/2024/12/02/assad-regimes-potential-collapse-raises-new-security-concerns-for-israel/.
[6] Noa Landau, “Netanyahu: Israel Has No Problem With Assad, but Cease-fire Agreements Must Be Upheld”, Haaretz, 12 Ιουλίου 2018, https://www.haaretz.com/israel-news/2018-07-12/ty-article/netanyahu-israel-has-no-problem-with-assad-agreements-must-be-upheld/0000017f-e1aa-d804-ad7f-f1faccdb0000.