[υιοθετήθηκε από το εκτελεστικό γραφείο στις 30 Αυγούστου 2021]
Δέκα χρόνια μετά την απόσυρση του στρατού των ΗΠΑ από το Ιράκ, ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός υφίσταται και πάλι μια πραγματική κατάρρευση, τη φορά αυτή στο Αφγανιστάν. Θα δούμε, κατά την ερχόμενη περίοδο, σε ποιό βαθμό αυτό θα επηρεάσει τις φιλοδοξίες του να ελίσσεται και να κυριαρχεί στην παγκόσμια γεωπολιτική σκηνή ως πρώτη παγκόσμια δύναμη, όπως το έκανε κατά την τελευταία εικοσαετία με την κατοχή των δύο αυτών χωρών με την εγκληματική στρατιωτική του δύναμη.
Στη νέα χιλιετία, το Αφγανιστάν ήταν η πρώτη χώρα, σε μια σειρά από άλλες, που υπέστη τέτοιες στρατιωτικές επιθέσεις. Το κατεστημένο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής είχε ήδη χαρακτηρίσει την Κίνα, το Ιράν, τη Ρωσία ως χώρες που πρέπει να παρακολουθούνται. Στο πλαίσιο αυτό, το Αφγανιστάν, όπως και το Πακιστάν, γειτονεύει με το Ιράν, την Κίνα και τις φιλορώσικες δημοκρατίες της κεντρικής Ασίας, που και αυτές διαθέτουν σημαντικούς ανεκμετάλλευτους πόρους σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Η κατάληψη της Καμπούλ από τους ταλιμπάν, στις 15 Αυγούστου, συνοδεύτηκε από λουτρό αίματος, από συλλήψεις και μετακινήσεις πληθυσμών, που δείχνουν ένα αβέβαιο μέλλον για την πλειοψηφία των 38 εκατομμυρίων Αφγανών. Το γεγονός ότι οι ταλιμπάν πήραν και πάλι την εξουσία -και πολύ πιο γρήγορα απ’ό,τι το προέβλεπαν οι ΗΠΑ- αποτελεί σκληρό χτύπημα στην πολιτική φερεγγυότητα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Οι αφγανοί λακέδες του κατέρρευσαν.
Χαοτική κατάρρευση του ιμπεριαλισμού
Η νίκη των ταλιμπάν διευκολύνθηκε, από πολλές απόψεις, από τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Η συμφωνία της Ντόχα με τους ταλιμπάν άνοιξε το δρόμο για την κατάληψη της εξουσίας από αυτούς. Με την άμεση και έμμεση εμπλοκή του Κατάρ, του Πακιστάν, της Ρωσίας, του Ιράν και της Κίνας, οι ΗΠΑ έκλεισαν συμφωνία με τους ταλιμπάν. Ο εικοσαετής πόλεμος των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν δεν απέδωσε τίποτα. Με την απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν, η χώρα αφήνεται τώρα στο έλεος των ισχυροποιημένων ταλιμπάν. Σε καμιά στιγμή ο αφγανικός λαός δεν αναμείχθηκε στις αποφάσεις για το μέλλον του. Ο Ντόναλντ Τραμπ κατηγορεί τώρα τον πρόεδρο Μπάιντεν. Αλλά στην πραγματικότητα είναι και οι δυο τους συνένοχοι. Ο Μπάιντεν συνεχίζει τις ιμπεριαλιστικές πολιτικές του Τραμπ τόσο απέναντι στο Αφγανιστάν ή το Ισραήλ όσο και απέναντι στην Κούβα και τη Βενεζουέλα και άλλες χώρες.
Ο Τραμπ έκλεισε τη συμφωνία και ο Μπάιντεν την εφάρμοσε. Η απόσυρση των ΗΠΑ δείχνει τη μείωση της στήριξης σε έναν «πόλεμο χωρίς τέλος» στη χώρα αυτή και επέτρεψε στον ιμπεριαλισμό να αποσυρθεί στρατιωτικά από το αφγανικό έλος και να συγκεντρώσει τα μέσα του αλλού. Οι ΗΠΑ ήθελαν να εγκαταλείψουν το Αφγανιστάν σε κάθε περίπτωση. Αποσύρθηκαν με το χειρότερο δυνατόν τρόπο, χωρίς να έχουν οργανώσει μια προηγούμενη εκκένωση πολιτών.
Η απόσυρση αυτή, χωρίς προγραμματισμό, σόκαρε πολλούς από τους συμμάχους τους. Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί, εξοργισμένοι που δεν συμμετείχαν στα αμερικανικά σχέδια απόσυρσης, μιλούν τώρα και πάλι για τη δημιουργία μιας ένοπλης δύναμης που θα μπορούσε να επιχειρεί αυτόνομα από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Ενώ είχαν γιορτάσει με εφορία την κατάληψη της Καμπούλ από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις πριν από 20 χρόνια, η ήττα και, κυρίως, η γρήγορη κατάρρευση του καθεστώτος μαριονέτας δημιούργησε σημαντικές διαφωνίες μεταξύ των συμμάχων. Ο ένας από τους πανηγυρίζοντες εταίρους του Μπους τότε, το 2001, ο Τόνι Μπλερ, καταδίκασε την «εγκατάλειψη» της χώρας ως «επικίνδυνης» και «όχι αναγκαίας».
Κίνα και Ρωσία, εγγυητές του καθεστώτος ταλιμπάν
Η επιστροφή των ταλιμπάν ανοίγει τη δυνατότητα μιας νέας ενίσχυσης της επιρροής στην περιοχή των ανταγωνιστών των ΗΠΑ, όπως η Ρωσία και η Κίνα. Αντίθετα από την εποχή που κατέλαβαν την Καμπούλ οι ΗΠΑ, το 2001, η Κίνα και η Ρωσία δεν βρίσκονται πλέον στο πλευρό του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Και οι δύο χώρες συνομιλούν σοβαρά με τους ταλιμπάν για το «πώς να αναπτυχθεί το Αφγανιστάν» και πώς να ολοκληρωθούν τα σχέδια που εγκατέλειψε ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ. Η Ρωσία και η Κίνα είναι ξεδιάντροπα έτοιμες να αναγνωρίσουν τη δικτατορία των ταλιμπάν. Χωρίς να έχουν να δώσουν λογαριασμό στους δικούς τους λαούς για το τί θα γίνει με τον αφγανικό λαό. Οι δικτατορίες έχουν τα δικά τους «πλεονεκτήματα»...
Οι διαφωνίες ανάμεσα στους συμμάχους των ΗΠΑ και η ενίσχυση της επιρροής των ανταγωνιστών τους δείχνουν πως η συμφωνία της Ντόχα αποτελεί συμβιβασμό για τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Στη μακρυά και δύσκολη παρακμή του, συνειδητοποιεί ότι δεν είναι σε θέση να καθορίσει τα γεγονότα, όπως προέβλεπε να το κάνει όταν ξεκίνησε τον λεγόμενο «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», πριν από δύο δεκαετίες.
Μια επιχείρηση μεγάλης κλίμακας και χαοτικής αερομεταφοράς ακολούθησε την κατάληψη της Καμπούλ από τους ταλιμπάν. Οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ εκκένωσαν δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους από το αεροδρόμιο της Καμπούλ. Την ώρα που ταραχές και επιθέσεις οδήγησαν σε δεκάδες νεκρούς, χιλιάδες άλλοι περιμένουν ακόμα να μπορέσουν να διαφύγουν με κάποιο θαύμα από τη χώρα, για να αποφύγουν τα τάγματα θανάτου των ταλιμπάν. Παρά τους χιλιάδες ανθρώπους που περίμεναν στο αεροδρόμιο τη βοήθεια των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, ο πρόεδρος Τζό Μπάιντεν παρέμεινε αποφασισμένος να θέσει τέλος στη δραματική επιχείρηση εκκένωσης στις 31 Αυγούστου. Αυτή είναι η αδιαφορία των ΗΠΑ για τη μοίρα των Αφγανών.
Οι ΗΠΑ πάγωσαν τα 9,5 δισεκατομμύρια δολάρια των αφγανικών αποθεμάτων στην κεντρική τράπεζα του Αφγανιστάν, ενώ το ΔΝΤ ανέστειλε τα 450 εκατομμύρια δολάρια που προορίζονταν για το Αφγανιστάν στο πλαίσιο του προγράμματος αντιμετώπισης του κορονοϊού. Αυτό σημαίνει ότι το Αφγανιστάν, έβδομη πιο φτωχή χώρα στον κόσμο, αφημένη στο έλεος των ταλιμπάν, θα συνεχίσει να βυθίζεται στη φτώχεια.
Όλα όσα δαπανήθηκαν στο Αφγανιστάν, στο όνομα της ανάπτυξης, της «δημοκρατίας» και της δημιουργίας ενόπλων δυνάμεων, κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια, είναι χωρίς προηγούμενο σε επενδυτικούς όρους. Σύμφωνα με το Cost of War Project, οι ΗΠΑ δαπάνησαν στο Αφγανιστάν 2.226 δισεκατομμύρια δολάρια. Τα χρήματα αυτά θα μπορούσαν να είχαν επιτρέψει να χορηγηθεί βασική εκπαίδευση και περίθαλψη σε όλο τον κόσμο. Σύμφωνα με την έκθεση του αμερικανικού υπουργείου άμυνας του 2020, οι ΗΠΑ είχαν δαπανήσει τότε 815,7 δισεκατομμύρια δολάρια σε πολεμικές δαπάνες.
Ο αριθμός των θυμάτων του πολέμου αυτού μπορεί να εκτιμηθεί από το ότι ώς τον Απρίλιο του 2021, οι νεκροί έφταναν τους 47.235 πολίτες, 72 δημοσιογράφους και 444 εργαζόμενους σε ανθρωπιστικές αποστολές. Κάπου 66.000 αφγανοί στρατιώτες υπήρξαν επίσης τα θύματα του πολέμου αυτού.
Οι ΗΠΑ έχασαν 2.442 στρατιώτες και είχαν 20.666 τραυματίες. Επιπλέον, σκοτώθηκαν και 3.800 πράκτορες ιδιωτικών εταιρειών φύλαξης. Επίσης συμμετείχαν και στρατιώτες από 40 χώρες στις αφγανικές δυνάμεις του ΝΑΤΟ. Σε αυτές οι νεκροί ήταν 1.144. Ο αριθμός όσων κατέφυγαν έξω από τη χώρα είναι 2,7 εκατομμύρια, ενώ 4 εκατομμύρια είναι οι μετανάστες στο εσωτερικό της χώρας. Ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ δανείστηκε ασύστολα για να χρηματοδοτήσει τον πόλεμο αυτόν. Πλήρωσε κάπου 536 δισεκατομμύρια δολάρια μόνο για τόκους. Επιπλέον, δαπάνησε και 296 δισεκατομμύρια δολάρια σε ιατρικά και άλλα έξοδα για τα μάχιμα στρατεύματά του που επέστρεψαν στη χώρα. 88 δισεκατομμύρια δολάρια δαπανήθηκαν για να εκπαιδευτούν οι 300.000 αφγανοί στρατιώτες, που παραδόθηκαν χωρίς μάχη, και 36 δισεκατομμύρια δολάρια δαπανήθηκαν σε έργα ανοικοδόμησης όπως φράγματα, αυτοκινητόδρομους, κλπ. 9 δισεκατομμύρια δολάρια ξοδεύτηκαν ως αντισταθμίσματα για να μην καλλιεργούν οι Αφγανοί παπαρούνα και να μην πουλάνε ηρωίνη.
Ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ επικαλέστηκε τον κίνδυνο των ταλιμπάν και της Αλ-Κάϊντα, για να δημιουργήσει μυστικά στρατόπεδα και φυλακές, για να μπορέσει να χρησιμοποιεί βασανιστήρια, να διαιωνίζει τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, να φυλακίζει ανθρώπους χωρίς κανονικές διαδικασίες στο Γκουαντάναμο, να ενισχύσει την CIA και την NSA, να ψηφίσει τον Patriot Act, κλπ.
Κατάρρευση ενός βίαιου, ανίκανου και διεφθαρμένου καθεστώτος
Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους είχαν υποσχεθεί ότι η κατοχή τους θα έφερνε ανάπτυξη και θα απελευθέρωνε τις γυναίκες από το καταπιεστικό καθεστώς των ταλιμπάν. Αλλά δεν έγινε αυτό. Ήδη από την αρχή, η κατοχή στηρίχτηκε στη διαφθορά, τη βία και τις συμφωνίες με τους κάτοχους καταπιεστικών εξουσιών και τους τέως πολέμαρχους και όχι σε μια αληθινή τοπική στήριξη. Όπως το λέει και ο Επαναστατικός Σύνδεσμος Αφγανών Γυναικών, «η κατοχή στο μόνο που οδήγησε ήταν σε αιματοχυσίες, καταστροφή και χάος. Μετέτρεψε τη χώρα μας στο πλέον διεφθαρμένο μέρος, με τη μεγαλύτερη ανασφάλεια, το πλέον μαφιόζικο και το πιο επικίνδυνο, ιδιαίτερα για τις γυναίκες». Η κατοχή απέτυχε οικτρά στον υποτιθέμενο στόχο της να εξαφανίσει τη φτώχεια. Σήμερα, το ποσοστό ανεργίας στο Αφγανιστάν είναι 25% και το ποσοστό φτώχειας 47%, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας. Ο Ασράφ Γκάνι και Σία μπλέκονταν σε μεγα-διαφθορά. Οι διαχωρισμοί των κοινωνικών τάξεων ήταν πολύ μεγάλες.
Οι Αφγανοί δεν πολέμησαν για τους Αμερικάνους: γιατί να πολεμήσουν για τους τοπικούς τους πράκτορες; Ο αφγανικός λαός και οι αφγανοί στρατιώτες προφανώς δεν είχαν καμία ιδεολογική βάση για να πολεμήσουν στο όνομα του καθεστώτος κατά των ταλιμπάν. Το καθεστώς κατέρρευσε όχι επειδή η στήριξη στους ταλιμπάν ήταν συντριπτική, αλλά επειδή η βία του, η ανικανότητά του, η διαφθορά του έκανε ελάχιστους ανθρώπους να θέλουν να πολεμήσουν για αυτό. Το ιστορικό μάθημα από το Αφγανιστάν είναι πως οι δυνάμεις που δημιουργεί μια ξένη στρατιωτική επέμβαση δεν μπορούν να υπερασπιστούν μια χώρα ή να βελτιώσουν σημαντικά τις συνθήκες ζωής της πλειοψηφίας. Επί 20 χρόνια, οι δυνάμεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ ήταν παρούσες στο Αφγανιστάν, αλλά ο αφγανικός στρατός που έφτιαξαν διαλύθηκε χωρίς μάχη. Η προηγούμενη σοβιετική κατοχή -που την είχαμε καταγγείλει με τον ίδιο τρόπο- δεν μπόρεσε ούτε αυτή να εγκαθιδρύσει ένα καθεστώς μακρυάς πνοής.
Ο Ασράφ Γκάνι και Σία αντιπροσωπεύουν τη χειρότερη μορφή καπιταλισμού. Οι ταλιμπάν, από την πλευρά τους, μπορούν να εκμεταλλευτούν πονηρά τη θρησκεία. Θέλουν ένα θρησκευτικό κράτος. Ο Ασράφ Γκάνι ποτέ δεν διευκρίνισε τί κράτος ήθελε. Δεν υπάρχει μεγάλη ελπίδα να αναδυθεί σύντομα στο Αφγανιστάν μια σοβαρή αντιπολίτευση. Οι περισσότεροι πολέμαρχοι (συχνά παλιοί μουτζαχεντίν), που στάθηκαν στο πλευρό της Ουάσιγκτον, τα τελευταία 20 χρόνια, και που βρίσκονται ακόμα στο Αφγανιστάν, έχουν ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τους ταλιμπάν για μια λεγόμενη «κυβέρνηση ενότητας στον καταμερισμό της εξουσίας». Έχουν αποδεχτεί την ήττα τους και τώρα βιάζονται να δεχτούν τα ψίχουλα που θα μπορούσαν να τους μοιράσουν οι ταλιμπάν. Τέτοιοι πολέμαρχοι χρησιμοποιούνται από τους ταλιμπάν, για να τους διώξουν αργότερα με τη «δικαιοσύνη» τους και να τους χρησιμοποιήσουν ως άλλοθι για τη μελλοντική τους ανικανότητα να βοηθήσουν τους πληθυσμούς. Η υποτιθέμενη «αντίσταση κατά των ταλιμπάν», που σήμερα προβάλλεται από ορισμένα δυτικά μέσα ενημέρωσης, αποτελείται από πολέμαρχους εξίσου φθαρμένους στα μάτια του κόσμου και δεν αποτελεί εναλλακτική.
Οι ταλιμπάν παγιώνουν την εξουσία τους με τη βία
Οι ταλιμπάν παγιώνουν την εξουσία τους με μια σειρά από στρατηγικές. Από τη μια, ετοιμάζονται και εμπλέκονται σε στοχευμένες δολοφονίες αντιπάλων τους σε διάφορες περιοχές του Αφγανιστάν. Από την άλλη, προσπαθούν να κερδίσουν τη στήριξη αρχηγών φυλών και τέως κυβερνητικών υπαλλήλων. Ο στόχος τους είναι να δώσουν την εντύπωση μιας περιεκτικής κυβέρνησης. Οι χειρονομίες αυτές συμπερίληψης δεν είναι τίποτε άλλο από φάρσα. Με την Καμπούλ στον έλεγχό τους, οι ταλιμπάν διαθέτουν την πολυτέλεια να προσφέρουν μια συμβολική συμμετοχή στην εξουσία με αντάλλαγμα την αναγνώριση του καθεστώτος τους.
Για την ώρα, οι ταλιμπάν προσπαθούν στην Καμπούλ να ενεργούν με προσοχή, όμως εδώ και μήνες, παντού όπου περνούσαν, έδειχναν τη συνηθισμένη τους βία. Ο ίδιος ο ΟΗΕ και το Human Rights Watch έχουν κάνει δηλώσεις για εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν από τους ταλιμπάν τις τελευταίες εβδομάδες.
«Ταλιμπάν» σημαίνει «η βαρβαρότητα είναι η πολιτική μας». Η αληθινή τους στρατηγική συνίσταται στο να κρατούν τους ανθρώπους με το φόβο και να τους πειθαρχούν με την τρομοκρατία. Κατά συνέπεια, οι άγριες ποινές (όπως το κόψιμο μύτης ή χεριών, οι λιθοβολισμοί, οι δημόσιες εκτελέσεις, το πέταγμα ανθρώπων από ελικόπτερα) εφαρμόζονται ακριβώς για να σπείρουν το φόβο όσο το δυνατόν. Σπάνε την αντίσταση μέσω τρομοκράτησης.
Την προηγούμενη φορά, μόνο τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Σαουδική Αραβία και το Πακιστάν είχαν αναγνωρίσει το καθεστώς ταλιμπάν. Τώρα, οι κυβερνήσεις της Τουρκίας, της Ρωσίας, της Κίνας, του Πακιστάν και άλλων χωρών έχουν εκφράσει την επιθυμία τους να συνεργαστούν με τους ταλιμπάν. Και αν οι πολιτικοί των δυτικών ιμπεριαλιστικών χωρών καταδικάζουν υποκριτικά τη βία των ταλιμπάν, αφήνουν και αυτοί ανοιχτό το ενδεχόμενη μιας «συνεργασίας» μαζί τους στο μέλλον. Η ιστορία βρίθει από παραδείγματα υποστήριξης των ΗΠΑ σε αντιδραστικά κινήματα, τόσο στο Αφγανιστάν όσο και στην περιοχή. Οι ΗΠΑ συμμάχησαν με τη δεξιά δικτατορία του στρατηγού Ζία-ουλ-Χακ στο Πακιστάν και με το αντιδραστικό σαουδικό καθεστώς, για να υποστηρίξουν ένα παγκόσμιο δίκτυο τζιχαντιστών ενάντια στην αφγανική κυβέρνηση που στήριζαν οι Σοβιετικοί. Όταν ανατράπηκε η κυβέρνηση του Ναζιμπουλάχ, οι ταλιμπάν πήραν την εξουσία στο Αφγανιστάν μετά από έναν παρατεταμένο και αιματηρό εμφύλιο πόλεμο. Η ιμπεριαλιστική γεωπολιτική και ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός εκτίθενται έτσι σε όλη τους την ασκήμια. Το αντίτιμο αυτό θα το πληρώσουν οι Αφγανοί και οι άλλοι λαοί του κόσμου.
Μια νέα φάση εμφυλίου πολέμου
Η ήττα του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν δεν σημαίνει καθόλου μια νίκη των αντι-ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Ο ιμπεριαλισμός υπέστη ένα χτύπημα από μια αντιδραστική δύναμη, που δεν έχει καμία σχέση με τη δημοκρατία, τα δικαιώματα του ανθρώπου και των γυναικών, την οικολογία ή την κοινωνική ανάπτυξη των λαών. Η πρώτη θητεία του καθεστώτος ταλιμπάν, από το 1996 ώς το 2001, ήταν ένας εφιάλτης για τις μειονότητες, τις γυναίκες και την κοινή γνώμη στο Αφγανιστάν. Οι ταλιμπάν δεν έχουν αλλάξει. Είναι απλώς πιο πονηροί και λειτουργούν με πιο εκλεπτυσμένες μεθόδους απ’ό,τι στο παρελθόν. Οι ταλιμπάν έχουν ένα συνολικό πρόγραμμα «ισλαμικής νίκης». Θα επαναλάβουν, με διαφορετικές μορφές αυτό που έκαναν και κατά τα προηγούμενα χρόνια που ήταν στην εξουσία στο Αφγανιστάν. Και τη φορά αυτήν θα μπορούσαν να κρατηθούν στην εξουσία περισσότερο χρόνο.
Η νίκη των ταλιμπάν, επομένως, δεν είναι καθόλου ένδειξη ειρήνης, αλλά ανοίγει μια νέα φάση εμφυλίου πολέμου. Η δημιουργία ενός ακόμα φανατικού θρησκευτικού κράτους στη νότιο Ασία θα είναι συνώνυμη καταπίεσης στο εσωτερικό των συνόρων του και προώθησης του θρησκευτικού σεχταρισμού σε όλη την περιοχή. Η ειρήνη θα παραμείνει απούσα. Η νίκη των ταλιμπάν αποτελεί κακή είδηση για τους προοδευτικούς σε όλο τον κόσμο. Η κριτική μας ενάντια στους πράκτορες των ΗΠΑ δεν σημαίνει καμία στήριξη στους ταλιμπάν.
Κάθε λαϊκή αντίσταση θα προσκρούσει σε μια βίαιη καταστολή και σε τεράστια εμπόδια. Ωστόσο, βλέπουμε ήδη σημάδια αντίστασης. Δεν είναι δυνατόν να υποταχθεί ο αφγανικός λαός με τα όπλα.
Η αντίθεση στον ιμπεριαλισμό και στο αντιδραστικό καθεστώς των ταλιμπάν πρέπει να συνεχίσει. Μόνο η νίκη των αληθινά δημοκρατικών και σοσιαλιστικών δυνάμεων μπορεί να θέσει τέλος στη μελλοντική αιματοχυσία στο Αφγανιστάν. Οι προοδευτικές και ριζοσπαστικές διεθνιστικές δυνάμεις πρέπει να κάνουν το παν για να αμβλύνουν τη σημερινή καταστροφή και να ανοίξουν το δρόμο σε μια εναλλακτική για το μέλλον. Η στήριξη προς τις κοινωνικές οργανώσεις στο Αφγανιστάν και προς τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα της προσφυγικής διασποράς είναι ουσιαστική για να σχηματιστεί μια εναλλακτική απέναντι στον ιμπεριαλισμό και στους ταλιμπάν.
-
Καμία χώρα δεν πρέπει να αναγνωρίσει το καθεστώς των ταλιμπάν ως αντιπροσωπευτική κυβέρνηση του Αφγανιστάν
-
Να μην υπάρχει κανένας περιορισμός σε όσους αναζητήσουν καταφύγιο ή άσυλο και να παρθούν κατάλληλες διευθετήσεις ώστε αυτοί να μείνουν ή να εγκατασταθούν όπου θέλουν.
-
Αντί να εμποδιστεί η ανθρωπιστική βοήθεια ή να χρησιμοποιηθεί ως ανταλλακτικό μέσον με τους ταλιμπάν, η βοήθεια πρέπει να χορηγείται μέσω οργανώσεων του τοπικού πληθυσμού.
-
Οι προοδευτικές και ριζοσπαστικές διεθνιστικές δυνάμεις πρέπει να προσπαθήσουν να συνδεθούν με τις προοδευτικές δυνάμεις των Αφγανών όπου και να είναι αυτές και, ιδιαίτερα, να δοθεί στήριξη στα καλέσματα των οργανώσεων Αφγανών γυναικών.
-
Οι δυνάμεις αυτές πρέπει να αντισταθούν σε κάθε επιχείρηση διοργάνωσης μιας νέας ιμπεριαλιστικής επέμβασης. Πρέπει να αντιταχθούν στη ρατσιστική προπαγάνδα που παρουσιάζει τους ταλιμπάν ως προϊόν «ισλαμικής καθυστέρησης», την ώρα που αυτοί είναι το προϊόν του ιμπεριαλισμού και της επέμβασής του.
-
Όχι στον ιμπεριαλισμό, όχι στους ταλιμπάν!
Εκτελεστικό Γραφείο της 4ης Διεθνούς
30 Αυγούστου 2021
Μετάφραση ΤΠΤ