Ενάντια στον Μακρόν και την ακροδεξιά, ενότητα στους δρόμους και στην κάλπη

Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών ήχησαν σαν κεραυνός εν αιθρία. Το ποσοστό της ακροδεξιάς, ακολουθούμενο από την ανακοίνωση του Μακρόν για τη διάλυση της Εθνοσυνέλευσης, κατέστησε ζωτικής σημασίας για το σύνολο της αριστεράς –τα κόμματα, τα συνδικάτα και όλες τις οργανώσεις του εργατικού κινήματος– να ενωθούν και να κινητοποιηθούν για να δώσουν φωνή στις προσδοκίες των εργαζομένων τάξεων.

Το αποτέλεσμα αυτών των εκλογών, αν και δεν αποτέλεσε πραγματική έκπληξη, ανάγκασε το κοινωνικό μας στρατόπεδο να τοποθετηθεί γρήγορα σε μια πρωτοφανή πολιτική κατάσταση. Πριν από αρκετούς μήνες, οι δημοσκοπήσεις προέβλεπαν ήδη αυτή την καταστροφή, η οποία είναι κυρίως το καθυστερημένο αποτέλεσμα της ήττας της κινητοποίησης για τις συντάξεις. Η τελευταία οδήγησε στην πραγματικότητα σε παραίτηση μεταξύ των εργαζομένων και σε ανανεωμένη ενεργητικότητα από την πλευρά της ακροδεξιάς. Οι κυβερνώντες δεν επωφελούνται από τη νίκη τους, διότι δεν επιτρέπει στην άρχουσα τάξη να εδραιώσει τις θέσεις της στο συνολικό πλαίσιο της κρίσης του συστήματος.

Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών αποτέλεσαν συνέχεια των αποτελεσμάτων των τελευταίων προεδρικών και βουλευτικών εκλογών. Τη δεκαετία του 1930, ο Τρότσκι είχε προβλέψει για τη Γαλλία: «Οι μετατοπίσεις που έχουν σημειωθεί έχουν για μας σημασία όχι αυτές καθ’ αυτές αλλά μόνο ως συμπτώματα των αλλαγών στη συνείδηση των μαζών. Δείχνουν ότι το μικροαστικό κέντρο έχει ήδη αρχίσει να δίνει τη θέση του στα δύο στρατόπεδα των άκρων. Αυτό σημαίνει ότι τα απομεινάρια του κοινοβουλευτικού καθεστώτος πρόκειται να φθείρονται όλο και περισσότερο. Τα στρατόπεδα των άκρων πρόκειται να μεγαλώσουν. Οι συγκρούσεις μεταξύ τους πλησιάζουν. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε ότι αυτές οι εξελίξεις είναι απολύτως αναπόφευκτη».[1] Η κατάσταση φαίνεται παρόμοια: το Μακρονικό Κέντρο αποδυναμώνεται, η ακροδεξιά ενισχύεται σημαντικά, ενώ η αριστερά προσπαθεί να ανασυγκροτηθεί.

Αυτή η γενική τάση αντικατοπτρίζεται σε ολόκληρη την Ευρώπη, αν και δεν θα επεκταθούμε σε αυτό το άρθρο. 

Ένας κίνδυνος που έρχεται από μακριά

Για να κάνει τις λαϊκές τάξεις να πληρώσουν για την κρίση, η αστική τάξη μπορεί να είναι έτοιμη να μεταπηδήσει από τον αυταρχικό φιλελευθερισμό σε μια φασιστική λύση (όπως ο Μπολορέ), ενώ το προλεταριάτο είναι αποπροσανατολισμένο, εν μέρει αποθαρρυμένο και κακώς οργανωμένο, και οι μεσαίες τάξεις προσβλέπουν όλο και περισσότερο στην ακροδεξιά ή ακόμη και προσχωρούν σε αυτήν.

Ο κίνδυνος μιας ανόδου του φασισμού αυξάνεται και είναι πιθανό η ακροδεξιά να κερδίσει την πλειοψηφία των βουλευτών ή να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για έναν μεγάλο συνασπισμό μεταξύ δεξιάς και ακροδεξιάς που θα κυβερνήσει τη χώρα. Πρέπει να έχουμε επίγνωση αυτού του κινδύνου, ο οποίος θα μπορούσε να επιταχύνει την οικοδόμηση μιας νεοφασιστικής δύναμης, με μια σειρά μέτρων που θα επιτίθενται κατά μέτωπο στα δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα, θα επιτίθενται με τη βία στο εργατικό κίνημα και θα επιταχύνουν τις ρατσιστικές, ΛΟΑΤΚΙ-φοβικές και μισογυνικές επιθέσεις.

Όλα αυτά συνδέονται στενά με την κατάσταση του καπιταλισμού, ο οποίος βρίσκεται σε βαθιά και πολυπαραγοντική κρίση, και με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι κυρίαρχες τάξεις να διατηρήσουν τα κέρδη τους και οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις να διατηρήσουν τις σφαίρες επιρροής τους, ιδίως η Γαλλία, η Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Έτσι, η οικονομική κρίση συνεχίζεται, με τον πληθωρισμό να συνδυάζεται πλέον με αυτό που παρουσιάστηκε ως λύση του προβλήματος, τα υψηλότερα επιτόκια. Ως εκ τούτου, η οικονομική στασιμότητα εντείνεται, με ανάπτυξη 0,1% το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2023, την παραγωγικότητα και τη συνολική αγοραστική δύναμη να λιμνάζουν και τις κοινωνικές ανισότητες να εκρήγνυνται. Η οικονομία απειλείται με κραχ, ιδίως στα ακίνητα, τομέας στον οποίο έχουν σχηματιστεί φούσκες στην Κίνα, ενώ στις ΗΠΑ μόνο το 1/3 των δανείων αποπληρώθηκε το 2024 (έναντι 99% το 2021), το Δημόσιο δανείζεται με επιτόκια άνω του 4,5%, η Standard & Poor’s μείωσε την αξιολόγηση της Γαλλίας από ΑΑ σε ΑΑ- και το έλλειμμα ανέρχεται στο 5,5% του ΑΕΠ αντί του αναμενόμενου 4,9%.

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, οι κυρίαρχες τάξεις δελεάζονται από αυταρχικές λύσεις που τους επιτρέπουν να δεκαπλασιάσουν την εκμετάλλευση και να διατηρήσουν την αποικιοκρατική κυριαρχία τους. Μπροστά σε αυτό, η λύση μπορεί να προέλθει μόνο από την ανασυγκρότηση της εμπιστοσύνης του προλεταριάτου στη δύναμή του, την ανασυγκρότηση της τάξης για τον εαυτό της, έτσι ώστε να είναι ικανή να αντιταχθεί στους διάφορους εκπροσώπους της αστικής τάξης και να προχωρήσει σε μια αντιπαράθεση μαζί της, πρώτα για να υπερασπιστεί τα δικαιώματά της, να αντισταθεί και να κερδίσει κοινωνικές νίκες, και στη συνέχεια να ανοίξει το δρόμο για μια αντικαπιταλιστική ρήξη.

Αυτή η προοπτική είναι η στρατηγική μας γραμμή και καθορίζει ολόκληρο τον τακτικό μας προσανατολισμό.

Το επικίνδυνο παιχνίδι της διάλυσης της Εθνοσυνέλευσης

Η απάντηση του Μακρόν, με το ρίσκο της διάλυσης της Εθνοσυνέλευσης, επιταχύνει την τρέχουσα διαδικασία και αυξάνει τον φασιστικό κίνδυνο. Η λογική αυτής της πολιτικής οδηγεί σε μια εκστρατεία για ένα ρεπουμπλικανικό μέτωπο από τους Les Républicains προς τα αριστερά, σε μια προσπάθεια των Μακρονιστών να ανακτήσουν μια κοινωνική και θεσμική βάση που θα τους επιτρέψει να συνεχίσουν να εφαρμόζουν τις πολιτικές τους.

Το ρεπουμπλικανικό μέτωπο είναι αδιέξοδο. Συγκεντρώνοντας οργανώσεις από διαφορετικές τάξεις με στόχο τη συμφιλίωση και τη σταθεροποίηση του συστήματος, αποθαρρύνει το εργατικό κίνημα, τις λαϊκές τάξεις και τις οργανώσεις τους και αργά ή γρήγορα ανοίγει το δρόμο για το φασισμό. Ο υπολογισμός του Μακρόν θα μπορούσε να είναι ακόμη και να χάσει τις βουλευτικές εκλογές και να διορίσει τον Μπαρντελά πρωθυπουργό, ελπίζοντας να αντεπιτεθεί στις προεδρικές εκλογές. Μια τέτοια διαδικασία είναι τρομακτικά επικίνδυνη.

Ωστόσο, ο Μακρόν φαίνεται να έχει υποτιμήσει την ικανότητα της εργατικής τάξης να αντιδράσει. Πράγματι, η εμπειρία που συσσωρεύτηκε τα τελευταία χρόνια στις κινητοποιήσεις και η ενωτική της μετάφραση με τη Nouvelle Union populaire écologique et sociale (NUPES), ώθησε τα πιο δεξιά τμήματα της αριστεράς που είναι διαλλακτικά απέναντι στον Μακρονισμό, όπως το PS, να αρνηθούν σε αυτό το στάδιο ένα ρεπουμπλικανικό μέτωπο προκειμένου να συμμαχήσουν με το σύνολο της αριστεράς.

Το κόμμα του Μακρόν φαίνεται να αντιμετωπίζει προβλήματα, με τη διάσπαση των Les Républicains και τη σχετική συνοχή της αριστεράς, έστω και αν η τελευταία είναι πολύ εύθραυστη λόγω των βαθιών διαφωνιών που υπάρχουν στο εσωτερικό της, μεταξύ ενός Σοσιαλιστικού Κόμματος (PS) που είναι πολύ ενσωματωμένο στο σύστημα και του La France Insoumise (LFI), το οποίο είναι πολύ πιο αντικαθεστωτικό και προσπαθεί να συσπειρώσει τις πιο λαϊκές τάξεις. Ωστόσο, η διαδικασία δεν έχει τελειώσει και είναι πιθανό οι σειρήνες του ρεπουμπλικανικού μετώπου να ακουστούν ξανά, μεταξύ των δύο γύρων ή μετά τις εκλογές, ιδιαίτερα στην πιθανή περίπτωση που η Συνέλευση δεν θα έχει πλειοψηφία.

Ένα ενιαίο μέτωπο στους δρόμους και στην κάλπη

Σε αυτό το πλαίσιο, το κόμμα μας έχει ρίξει όλες τις δυνάμεις του, όσο μικρές κι αν είναι, στη μάχη για ένα ενιαίο μέτωπο. Η επιδείνωση του συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ των τάξεων και η δυναμική της τρέχουσας διαδικασίας –με τις αυθόρμητες διαδηλώσεις ή εκείνες που καλούνται από το εργατικό κίνημα ενάντια στην ακροδεξιά και τον Μακρόν– συνδέουν στενά την εκλογική ενότητα και την ενότητα στους αγώνες. Για τις μάζες, είναι απολύτως συνεπές να διαδηλώνουν κατά της ακροδεξιάς και να κινητοποιούνται σε μια εκλογική καμπάνια, ελπίζοντας να επιτύχουν τη νίκη ή, τουλάχιστον, να αποτρέψουν την έλευση της ακροδεξιάς.

Για εμάς, η ενότητα στην κάλπη είναι κατά βάση τακτική: θέλουμε να συμβάλουμε στην ήττα της ακροδεξιάς και του Μακρόν, ή ακόμη και να επιτρέψουμε μια νίκη της αριστεράς, αλλά γνωρίζουμε βαθιά μέσα μας ότι το ουσιαστικό παίζεται στην αυτενέργεια των μαζών και στους κοινωνικούς αγώνες. Και, ιδιαίτερα, στην ικανότητα των εργαζομένων και των εργατικών γειτονιών να αναδειχθούν σε πολιτική δύναμη. Είναι οι κινητοποιήσεις που παράγουν τον πολιτικό συσχετισμό δυνάμεων και που καθορίζουν τόσο μια πιθανή εκλογική νίκη όσο και τη δυνατότητα συνέχισης μετά, ενάντια στις αστικές πολιτικές και για μια αντεπίθεση του προλεταριάτου.

Έχουμε ελάχιστο έλεγχο στην εκλογική συμφωνία της Αριστεράς, στο προγραμματικό της περιεχόμενο και στις κύριες δυναμικές της, ακόμη και αν υπερασπιζόμαστε τις πολιτικές μας σε αυτό το επίπεδο. Επιπλέον, δεν είμαστε καν καλεσμένοι στις συζητήσεις! Οι μεγάλοι ηγέτες της αριστεράς θέλουν ουσιαστικά να μας χρησιμοποιήσουν για να μη χάσουν τις ψήφους των πιο αμφιλεγόμενων τμημάτων της αριστεράς. Κατάφεραν ωστόσο να βρουν μια μικρή θέση για εμάς, με την υποψηφιότητα του Φιλίπ Πουτού στην Οντ. Τον χώρο που θα αποκτήσουμε, σε γενικές γραμμές, θα πρέπει να τον βρούμε μέσα από συγκρούσεις.

Ενότητα χωρίς να χάσουμε την πυξίδα μας

Πρέπει να διατηρήσουμε σαφή τον προσανατολισμό μας όσον αφορά την ταξική πάλη και τη στρατηγική... πολύ περισσότερο ως μέρος μιας συμμαχίας όπου εκπροσωπούνται τα πιο δεξιά τμήματα του PS, ακόμη και η Καρόλ Ντελγκά και ο Φρανσουά Ολάντ!

Σημειώνουμε όμως ότι οι οργανώσεις που αρνούνται να συμμετάσχουν σε αυτή την ενωτική δυναμική (όπως η LO, η RP ή η NPA-R) εμφανίζονται περιθωριακές και σεχταριστικές σε σχέση με τα διακυβεύματα της κατάστασης, και κατά συνέπεια άχρηστες για το κοινωνικό μας στρατόπεδο.

Η μάχη για ένα ενιαίο μέτωπο αντιτίθεται στο ρεπουμπλικανικό μέτωπο και συνδυάζει την οικοδόμηση μιας ισορροπίας δυνάμεων στους δρόμους με την εκλογική ενότητα. Η πρόκληση είναι να ασκηθεί η μέγιστη επιρροή μέσω κινητοποιήσεων στους δρόμους υπό την καθοδήγηση όλων των οργανώσεων του εργατικού κινήματος, ιδίως των συνδικάτων. Τα πλαίσια για την εκλογική και την αγωνιστική κινητοποίηση δεν είναι ξεχωριστά.

Επομένως, μέσα από συνασπισμούς που συνδυάζουν αγώνες και εκλογές υπερασπιζόμαστε τις πολιτικές μας, καταπολεμούμε τις εκλογικές αυταπάτες και επισημαίνουμε τις προδοσίες της νεοφιλελεύθερης αριστεράς στην εξουσία. Υποστηρίζουμε ότι η μόνη εγγύηση για τις εργατικές τάξεις είναι να παραμείνουν κινητοποιημένες, να οικοδομήσουν την κοινωνική αντιπολίτευση προκειμένου να θέσουν τους εκλεγμένους βουλευτές υπό τον έλεγχο του κοινωνικού κινήματος. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο όπου οι ταξικές αντιθέσεις οδηγούν όχι προς τη συνδιαλλαγή αλλά προς την αντιπαράθεση και πρέπει να το εξηγήσουμε αυτό. Η σύνδεση μεταξύ των δράσεων για την Παλαιστίνη και του σημερινού κινήματος είναι ένα πολύ σημαντικό σημείο, με αυτές τις συνδέσεις να είναι η παρουσία των εργατικών γειτονιών στις κινητοποιήσεις, στη δράση ενάντια στο ρατσισμό, ενάντια στο φασισμό και σε κάθε μορφή αποικιοκρατίας, τόσο εδώ όσο και εκεί.

Τέσσερις βασικοί στόχοι

Πιέζουμε, όπου είναι δυνατόν, για μαζικές διαδηλώσεις, κινητοποιήσεις στους χώρους εργασίας, μεταξύ των νέων και στις λαϊκές γειτονιές, ώστε η απόρριψη των βίαιων, αντικοινωνικών πολιτικών του Μακρόν και της ακροδεξιάς να εκφραστεί στους δρόμους και, όπου είναι δυνατόν, με απεργίες.

Βοηθάμε στην οικοδόμηση ενός ενιαίου μετώπου που θα συγκεντρώνει όλη ανεξαιρέτως την πολιτική και κοινωνική αριστερά, στους δρόμους και στις κάλπες. Για να το πετύχουμε αυτό, μιλάμε με όλες τις οργανώσεις, από τη βάση μέχρι την κορυφή, προτείνοντας γενικές συνελεύσεις, συναντήσεις, ό,τι είναι εφικτό για την κινητοποίηση του προλεταριάτου. Αυτό αφορά τα συνδικάτα, αλλά και τις ενώσεις και τις συλλογικότητες, με σεβασμό στην αυτονομία τους, και τα πολιτικά κόμματα. Είμαστε υπέρ της συμμετοχής όλων των οργανώσεων του εργατικού κινήματος, του κοινωνικού κινήματος, στη μάχη, υπερβαίνοντας τις κοινωνικές και πολιτικές διαχωριστικές γραμμές. Το κίνημα του προλεταριάτου είναι αυτό που θα καθορίσει τη νίκη ή την ήττα, γιατί θα δημιουργήσει ή δεν θα δημιουργήσει μια δυναμική που θα πείσει τους παθητικούς ψηφοφόρους.

Στο πλαίσιο αυτού του μετώπου, δίνουμε τη μάχη για να διασφαλίσουμε ότι το πρόγραμμα θα είναι όσο το δυνατόν πιο ριζοσπαστικό: χρειαζόμαστε μέτρα ρήξης για να αντισταθούμε στον καπιταλισμό που καταστρέφει τις ζωές μας και τον πλανήτη, να έρθουμε σε ρήξη με αντικοινωνικές, ρατσιστικές και κατασταλτικές πολιτικές και να σταθούμε αλληλέγγυοι στα δικαιώματα των λαών, ιδιαίτερα των Παλαιστινίων και των Ουκρανών. Πρωτοστατούμε επίσης στη συζήτηση για την ανάγκη μαζικής κινητοποίησης και αυτοοργάνωσης, με στόχο την οικοδόμηση μιας αντιδύναμης.

Συνεχίζουμε να αναπτύσσουμε τον προσανατολισμό της αντικαπιταλιστικής ρήξης: ο καπιταλισμός βρίσκεται σε βαθιά κρίση και μας φέρνει τα χειρότερα, από τους πολέμους μέχρι την ακροδεξιά στην εξουσία. «Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα!» Πρέπει να έρθουμε σε ρήξη με αυτό το σύστημα, ξεκινώντας από την υλοποίηση των αιτημάτων που έθεσαν τα κοινωνικά κινήματα και το εργατικό κίνημα τους τελευταίους μήνες, τα οποία αποτελούν τη βάση μιας εναλλακτικής λύσης που επιβάλλουν οι κινητοποιήσεις μας: συνταξιοδότηση στα 60, αύξηση μισθών κατά 400 ευρώ, κατώτατος μισθός 1.800 ευρώ, επέκταση των δωρεάν δημόσιων υπηρεσιών για όλα τα κοινά αγαθά (ενέργεια, μεταφορές, στέγαση, αλλά και υγεία και εκπαίδευση), τέλος στον παραγωγισμό και τον εξορυκτισμό, το δικαίωμα των λαών στην αυτοδιάθεση και το δικαίωμα στην αντίσταση στην Παλαιστίνη, το Κανάκι και την Ουκρανία ειδικότερα, άνοιγμα των συνόρων, ίσα δικαιώματα για όλους. Για να το πετύχουμε αυτό, υπερασπιζόμαστε την ανάγκη να οργανωθούμε μακροπρόθεσμα, οικοδομώντας μια μεγάλη πολιτική δύναμη «για τη ρήξη και τον κοινωνικό μετασχηματισμό της κοινωνίας», που θα ενσαρκώνει μια πρακτική ενιαία και επαναστατική.

Δράση!

Η οργάνωσή μας είναι έτοιμη για μάχη, είτε αναλαμβάνοντας την πρωτοβουλία είτε συμμετέχοντας στις συλλογικότητες που οργανώνουν δράση. Δεν είμαστε αφελείς, ξέρουμε ότι η αντιμετώπιση της κατάστασης δεν είναι εκλογική, ότι θα καθοριστεί από ταξικές αντιπαραθέσεις για τις οποίες η εκλογική σφαίρα δεν είναι ο ουσιαστικός χώρος, αλλά μάλλον ένα υποχρεωτικό σημείο διέλευσης, δεδομένων των αυταπατών, των ελπίδων και των προσδοκιών μεγάλου μέρους των λαϊκών τάξεων, για να προχωρήσουμε παραπέρα. Για το λόγο αυτό αναπτύσσουμε δημόσια τον προσανατολισμό μας, τις εξηγήσεις μας, τους προγραμματικούς μας άξονες, πεπεισμένοι ότι σε αυτές τις εκλογές διακυβεύονται ωστόσο σημαντικά ζητήματα. Υπάρχει, φυσικά, το ζήτημα του ποιος θα κερδίσει και οι δυνατότητες που μπορεί να ανοίξουν ή να μην ανοίξουν ως αποτέλεσμα. Αλλά με αυτή τη διαδικασία, βλέπουμε επίσης τις απαρχές των στοιχείων της ανασύνθεσης της Αριστεράς. Προς το παρόν, αυτά γίνονται αντιληπτά κυρίως στους αγώνες μεταξύ των κομμάτων. Αλλά ποιος ξέρει, ένα μεγάλο κίνημα ακτιβιστικών τμημάτων, που θα ταράξει τους συσχετισμούς δύναμης και τους μηχανισμούς, θα μπορούσε επίσης να ανοίξει προοπτικές για την οικοδόμηση ενός κόμματος ρήξης και επαναστατικού μετασχηματισμού της κοινωνίας.

NPA-l’Anticapitaliste

 

Το κείμενο αποτελεί επικαιροποιημένη έκδοση του κειμένου που αποτέλεσε τη βάση για τις συζητήσεις στο Εθνικό Πολιτικό Συμβούλιο του NPA-l’Anticapitaliste στις 11 Ιουνίου 2024. [Αναδημοσίευση από το elaliberta.gr. Μετάφραση: elaliberta.gr από: National Political Council of the NPA-l’Anticapitaliste, “Against Macron and the far right, unity in the streets and in the ballot box”, International Viewpoint, 1 Ιουλίου 2024, https://internationalviewpoint.org/spip.php?article8580. Μεταφράστηκε από τα γαλλικά στα αγγλικά από το International Viewpoint.]

 

Σημειώσεις

[1] Leon Trotsky, “Whither France?” [9 Νοεμβρίου 1934], διαθέσιμο στο Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/trotsky/1936/whitherfrance/ch00.htm [Λέον Τρότσκι, «Πού βαδίζει η Γαλλία;», στο Λέον Τρότσκι, Πού βαδίζει η Γαλλία;, Πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη, Αθήνα 1977, σελ. 15].

 

[αναπαραγωγή από το: http://tpt4.org/2024/07/05/npa010724/]

NPA-L'Anticapitaliste