Η 4η Διεθνής παρακολουθεί με ιδιαίτερη προσοχή και ανησυχία την εξέλιξη της πολιτικής κατάστασης στη Βενεζουέλα. Ασφαλώς, η Βενεζουέλα είναι μια χώρα υπό πολιορκία από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και από τις ευρωπαϊκές ιμπεριαλιστικές χώρες. Και η οικονομία της πλήττεται σοβαρά από την επίθεση αυτή, με άμεσες επιπτώσεις στις συνθήκες ζωής της εργατικής τάξης. Είναι πολύ σημαντικό να καταγγέλλονται οι εγκληματικές επιπτώσεις των μονομερών περιοριστικών μέτρων (MCU - UCM) για τον πληθυσμό και να συνοδεύουν πάντα τις τοποθετήσεις.
Αλλά δεν είναι μόνο οι MCU που επιδεινώνουν την υλική κατάσταση και τους μισθούς της εργατικής τάξης: πρέπει να προστεθεί και η αναισθησία της κυβέρνησης απέναντι στο καθημερινό δράμα αυτών που ζουν από τη δουλειά τους, με έναν ελάχιστο μηνιαίο μισθό 4,5 δολαρίων, και από επαγγελματικούς μισθούς χαμηλότερους των 20 δολαρίων μηνιαίως. Γιατί με το σημερινό εισόδημα της Βενεζουέλας, θα μπορούσαν να πληρώνονται καλύτεροι μισθοί: επομένως πρόκειται για ένα σοβαρό πρόβλημα άδικης κατανομής του εθνικού πλούτου, η οποία δικαιολογείται με τα κλασικά μονεταριστικά και νεοφιλελεύθερα επιχειρήματα, σύμφωνα με τα οποία μια αύξηση των μισθών θα ωθούσε και πάλι τον πληθωρισμό.
Τα τελευταία χρόνια, η κυβέρνηση του Νικολάς Μαδούρο εγκατέλειψε τους κύριους άξονες της κοινωνικής πολιτικής και η διοίκησή του έχει υιοθετήσει μια αυταρχική στροφή. Η δικαστική παραπομπή των αριστερών κομμάτων (μεταξύ άλλων και των MEP, PPT, Tupamaros) έχει γίνει ρουτίνα, όπως και η ποινικοποίηση των κοινωνικής διαμαρτυρίας και των εργαζομένων που παλεύουν για αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και μισθούς.
Για πρώτη φορά στην ιστορία της Βενεζουέλας, δημιουργήθηκε ειδικό κονδύλι στον προϋπολογισμό, ύψους 4%, για την “προώθηση της πίστης”, ενώ το κονδύλι για τον προϋπολογισμό στις επιστήμες φτάνει μόλις στο 2%, σε μια χώρα όπου τα δημόσια σχολεία δέχονται τα παιδιά της εργατικής τάξης για μόλις για 2 ή 3 μέρες και όπου τα νοσοκομεία του δημόσιου συστήματος υγείας έχουν ελλείψεις στα πιο στοιχειώδη προϊόντα, εξαιτίας της αποεπένδυσης τόσο στη συντήρηση όσο και στους μισθούς, πράγμα που ωθεί την ανάπτυξη εκπαίδευσης και υγείας με διαχείριση του ιδιωτικού τομέα. Το δράμα της μαζικής μετανάστευσης -και τα μεταναστευτικά εμβάσματα- είναι που επέτρεψε την αποφυγή μιας τρομακτικής κοινωνικής καταστροφής. Παραδόξως, η διαφθορά στα υψηλότερα επίπεδα της δημόσιας διοίκησης λειτουργεί ως μια διαδικασία αστικής αναδιάρθρωσης. Πρόσφατα, ο πρόεδρος Μαδούρο κατάγγειλε την “εξάτμιση” τριών δισεκατομμυρίων δολαρίων από τα δημόσια ταμεία, αριθμός που αυξήθηκε και έφτασε τα 23 δισεκατομμύρια δολάρια, για το οποίο συνελήφθησαν μέλη της ηγεσίας του PSUV, κυβερνήτες και βουλευτές του επίσημου κόμματος, καθώς και εκατοντάδες ανώτατοι υπάλληλοι.
Σε αυτό το πλαίσιο είναι που αναδύθηκε μια πληθυντική αντιπολίτευση στα αριστερά του μαδουρισμού, οικοδομώντας και μια ενωτική πορεία συμμετοχής στις προεδρικές εκλογές του 2024 με την κάρτα του Κομμουνιστικού Κόμματος Βενεζουέλας (PCV), το τακτικό συνέδριο του οποίου, μόλις πριν μερικούς μήνες, επικύρωσε τη γραμμή ρήξης του με την κυβέρνηση, την οποία την κατηγορεί ως νεοφιλελεύθερη με αριστερή ρητορική. Αυτό οδήγησε, με την καθοδήγηση της κυβέρνησης, σε μια καμπάνια δυσφήμισης του PCV, στην οποία συμμετείχαν τμήματα που είχαν υπάρξει μέλη του κόμματος, με τη σαφή πρόθεση αυτή η οργάνωση να γίνει στόχος δικαστικής παρέμβασης. Η επιζήμια αυτή πρωτοβουλία συγκεκριμενοποιήθηκε στο αίτημα δικαστικής προσφυγής με στόχο να αντικατασταθεί η σημερινή ηγεσία του PCV από μια διορισμένη ηγεσία. Στις 11 Αυγούστου του 2023, το Ανώτατο Δικαστήριο της Βενεζουέλας δέχτηκε το παρανοϊκό αυτό αίτημα και το PCV υπήρξε αντικείμενο δικαστικής παρέμβασης, στερώντας του νόμιμης και θεμιτής ηγεσίας, περιουσίας και εκλογικής συμμετοχής. Αυτή η ποινικοποίηση της αριστεράς που αντιτίθεται στην κυβέρνηση του Μαδούρο αποτελεί ένδειξη του αυταρχισμού της, αλλά και συγκροτεί μια επίθεση κατά των θεμελιωδών δημοκρατικών ελευθεριών στη χώρα, εκφραζόμενη στη συγκεκριμένη περίπτωση με την παρέμβαση σε μια πολιτική οργάνωση που λειτουργεί εδώ και περισσότερο από 92 χρόνια.
Μια από τις σοβαρές επιπτώσεις της κατάστασης αυτής είναι ότι οι διαφοροποιούμενοι στα αριστερά του μαδουρισμού βρίσκονται σήμερα χωρίς πραγματική πολιτική δυνατότητα να παρουσιάσουν αυτόνομη εναλλακτική παρουσία στις προεδρικές εκλογές του 2024.
Η επίθεση κατά του PCV είναι το τελευταίο συμβάν ενός μακριού καταλόγου που φαίνεται ότι επιβεβαιώνει την οριστική εγκατάλειψη, από την κυβέρνηση Μαδούρο, της διαδικασίας που είχε εγκαινιάσει ο Τσάβες.
Η 4η Διεθνής επικρίνει έντονα την κυβερνητική αυτή στροφή και τα αντιλαϊκά μέτρα της κυβέρνησης του Νικολάς Μαδούρο, επιβεβαιώνοντας την αλληλεγγύη μας με το νόμιμο PCV, καλώντας να επιτραπεί η αυτόνομη λειτουργία του, πράγμα που περιλαμβάνει την ακύρωση της δικαστικής εμμονής κατά του κόμματος αυτού. Επίσης, επαναλαμβάνουμε το αίτημα που αναδύεται από την ίδια την βενεζουελάνικη εργατική τάξη για να επανέλθει η κυβέρνηση το δρόμο που είχε χαράξει ο Τσάβες.
Εκτελεστικό Γραφείο της 4ης Διεθνούς
4/9/2023
Μετάφραση ΤΠΤ-“4”