Στο χείλος του γκρεμού: το σενάριο που η ΔΕΕΚΑ δεν μοντελοποιεί

Η «Ομάδας Εργασίας 1» της ΔΕΕΚΑ (Διεθνής επιτροπή ειδικών για την κλιματική αλλαγή -IPCC ή GIEC) παρουσίασε χτες την έκθεσή της για τη φυσική βάση του θέματος. Η συμβολή αυτή θα ενταχθεί στην 6η Έκθεση της ΔΕΕΚΑ για το κλίμα, που αναμένεται για τις αρχές του 2022. Τόσο η ίδια η έκθεση όσο και η «συμπύκνωσή» της έχουν γραφτεί με το συγκεκριμένο ύφος και λεξιλόγιο που οι επιστημονικές δημοσιεύσεις χρησιμοποιούν κάνοντας «αντικειμενικές» διαπιστώσεις. Όμως, ποτέ άλλοτε έκθεση ειδικών για την παγκόσμια υπερθέρμανση δεν έχει προκαλέσει τόση αγωνία από την ίδια την επιστημονική ανάλυση των γεγονότων με βάση τους απαράβατους νόμους της φυσικής.

Τρομακτικές προοπτικές…

Η αγωνία πηγάζει, πρώτα – πρώτα, από το πλαίσιο: οι τρομακτικές πλημμύρες και πυρκαγιές που προκαλούν απόγνωση, θάνατο και τρόμο στις τέσσερεις άκρες του πλανήτη συγκεκριμενοποιούν αυτό που προειδοποιεί η ΔΕΕΚΑ εδώ και πάνω από 30 χρόνια, σε σχέση με το οποίο οι κυβερνήσεις δεν έχουν κάτι τίποτα ή σχεδόν. Κατά δεύτερον πηγάζει από το μέγεθος της διαπίστωσης: ακόμα και αν η COP26 (στη Γλασκόβη το Νοέμβρη), αποφάσιζε να εφαρμόσει το πλέον ριζοσπαστικό από τα σενάρια σταθεροποίησης που μελέτησαν οι κλιματολόγοι, δηλαδή αυτό που επιβάλει την πιο γρήγορη μείωση εκπομπών CO2 και ακυρώνει τις παγκόσμιες καθαρές εκπομπές το αργότερο το 2060 (μειώνοντας ταυτόχρονα και τις εκπομπές και των άλλων αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου), η ανθρωπότητα ακόμα και τότε θα είχε να αντιμετωπίσει τρομακτικές προοπτικές. Εν συντομία:

  • τα όρια που είχαν καθοριστεί στο Παρίσι θα έχουν ξεπεραστεί. Η μέση θερμοκρασία επιφανείας του πλανήτη θα ξεπεράσει κατά πάσα πιθανότητα το +1,6°C (+/-0,4), το 2041 με 2060, (σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή), για να επανέλθει, το 2081 ώς το 2100, στο +1,4°C (+/-0,4).
  • σε αυτό προσοχή: εδώ πρόκειται για μέσους όρους. Είναι περίπου βέβαιο ότι η θερμοκρασία στη στεριά θα αυξηθεί πιο γρήγορα απ’ό,τι στην επιφάνεια των ωκεανών (κατά 1,4 με 1,7 φορές περισσότερο). Είναι επίσης σχεδόν σίγουρο ότι η Αρκτική θα συνεχίσει να θερμαίνεται πιο γρήγορα από το μέσον όρο του πλανήτη (το πιο πιθανόν πάνω από δύο φορές γρηγορότερα).
  • Ορισμένες ημίξηρες περιοχές στο μέσο γεωγραφικό πλάτος καθώς και η περιοχή των μουσώνων στη Λατινική Αμερική, θα καταγράψουν ρεκόρ αύξησης θερμοκρασίας κατά τις πιο ζεστές ημέρες (κατά 1,5 με 2 φορές περισσότερο απ’ό,τι ο μέσος όρος του πλανήτη), ενώ η Αρκτική θα καταγράψει επίσης ρεκόρ αύξησης των θερμοκρασιών κατά τις πιο ψυχρές ημέρες (τρεις φορές περισσότερο από τον παγκόσμιο μέσον όρο).
  • Στη στεριά, τα κύματα ζέστης, που δημιουργούνταν μία φορά ανά δεκαετία, θα δημιουργούνται πλέον τέσσερεις φορές ανά δεκαετία, και αυτά που δημιουργούνται μία φορά ανά πενήντα χρόνια θα προκαλούνται σχεδόν εννιά φορές στην ίδια περίοδο.
  • Είναι πολύ πιθανόν η πρόσθετη αύξηση της θερμοκρασίας (πρόσθετη σε σχέση με την ήδη αυξημένη κατά 1,1°C σήμερα) θα ενισχύσει τις ακραίες βροχοπτώσεις και θα αυξήσει και τη συχνότητά τους (στο παγκόσμιο επίπεδο, προβλέπονται κατά 7% περισσότερες βροχοπτώσεις για 1°C αύξησης της θερμοκρασίας). Ίδια τάση αύξησης ισχύει και για τη συχνότητα των έντονων τροπικών κυκλώνων (κατηγορία 4-5) όπως και για την έντασή τους. Οι έντονες βροχοπτώσεις και οι συνδεόμενες με αυτές πλημμύρες αναμένεται να ενισχυθούν και να γίνουν πιο συχνές στις περιοχές της Αφρικής και της Ασίας, της Βορείου Αμερικής και της Ευρώπη. Οι ξηρασίες, γεωργικές και οικολογικές, θα είναι επίσης πιο σοβαρές και πιο συχνές σε ορισμένες περιοχές, σε όλες τις ηπείρους εκτός της Ασίας, σε σχέση με το 1850-1900.
  • Είναι προφανές ότι αυτή η πρόσθετη αύξηση θερμοκρασίας (κατά 0,5°C+/-0,4 σε σχέση με σήμερα) θα συνεχίσει να ενισχύει το λιώσιμο του περμαφρόστ, επομένως και την αποδέσμευση μεθανίου. Αυτή η ενισχυτική θετική ανάδραση της υπερθέρμανσης δεν έχει πλήρως συμπεριληφθεί στα μοντέλα (τα οποία δηλαδή, παρά την αυξανόμενη τελειοποίησή τους, εξακολουθούν να υποτιμούν την πραγματικότητα).
  • Η υπερθέρμανση των ωκεανών, κατά το υπόλοιπο του 21ου αιώνα, θα είναι μάλλον κατά 2 ώς 4 φορές ισχυρότερη απ’ό,τι μεταξύ του 1971 και του 2018. Στρωματοποίηση, οξίνιση και αποξυγόνωση των ωκεανών θα συνεχίσουν να αυξάνουν. Τα τρία αυτά φαινόμενα θα έχουν αρνητικές επιπτώσεις στη θαλάσσια ζωή. Θα χρειαστούν χιλιετίες για να αντιστραφούν.
  • Είναι περίπου σίγουρο ότι οι πάγοι στα βουνά και στη τη Γροιλανδία θα συνεχίσουν να λιώνουν επί αρκετές δεκαετίες και ίσως το λιώσιμο να συνεχίσει και στην Ανταρκτική.
  • Είναι σχεδόν σίγουρο επίσης ότι το επίπεδο των ωκεανών θα ανέβει κατά 0,28 ώς 0,55 του μέτρου μέσα στον 21ο αιώνα, σε σχέση με το 1995-2014. Κατά τα 2.000 επόμενα χρόνια θα συνεχίσει μάλλον να ανεβαίνει -ώς τα 2 με 3 μέτρα- το οποίο θα εξακολουθήσει και μετά. Εξαιτίας αυτού, όπως έχει ήδη διαπιστωθεί από τα μέρη όπου μετριούνται οι παλίρροιες, στα μισά από αυτά καταγράφονται εξαιρετικές παλίρροιες μια φορά κάθε αιώνα, οι οποίες όμως αναμένεται να αυξηθούν και να καταγράφονται κάθε χρόνο, το οποίο σημαίνει πως θα αυξηθούν οι πλημμύρες σε όλες τις περιοχές στο ύψος της θάλασσας.
  • Λιγότερο πιθανά φαινόμενα, αλλά με τρομερές επιπτώσεις, δεν μπορεί να αποκλειστεί πως θα υπάρξουν σε παγκόσμιο ή και σε τοπικό επίπεδο, ακόμα και αν η αύξηση της θερμοκρασίας παρέμενε εντός του προβλεπόμενου φάσματος του ριζικού σεναρίου (+1,6° +/-0,4°C). Γιατί, ακόμα και σε αυτό το σενάριο του +1,5°C, μπορεί να υπάρξουν απότομες φυσικές αντιδράσεις και σημεία καμπής -όπως μεγαλύτερο λιώσιμο των πάγων στην Ανταρκτική ή δάση που να πεθάνουν-, τα οποία δεν μπορούν να αποκλειστούν.
  • Ένα από αυτά τα όχι πολύ πιθανά αλλά όχι και αδύνατα ενδεχόμενα είναι η κατάρρευση του ωκεανικού ρεύματος που ονομάζεται AMOC (Atlantic Meridional Overturning Circulation). Είναι πολύ πιθανόν ο κύκλος του ρεύματος αυτού του Ατλαντικού να εξασθενίσει μέσα στον 21ο αιώνα, αλλά η έκταση του φαινομένου εξακολουθεί να συζητιέται. Μια ενδεχόμενη κατάρρευσή του θα σήμαινε, κατά πάσα πιθανότητα, απότομες αλλαγές στα κλίματα των διαφόρων περιοχών και στον κύκλο του νερού, όπως μεταφορά προς το νότο όλης της ζώνης τροπικών βροχών, μείωση των μουσώνων στην Αφρική και την Ασία, ενίσχυση των μουσώνων στο νότιο ημισφαίριο και ξήρανση της Ευρώπης.

… στην καλύτερη περίπτωση;

Η έκθεση αυτή μας αναγκάζει να κοιτάξουμε την πραγματικότητα κατάματα: βρισκόμαστε κυριολεκτικά στο χείλος του γκρεμού. Ακόμα περισσότερο που (το επαναλαμβάνουμε και επιμένουμε):

  1. Οι προβλέψεις σχετικά με την άνοδο των ωκεανών δεν συμπεριλαμβάνουν τα φαινόμενα αποσύνθεσης των παγόβουνων, που είναι μη γραμμικά φαινόμενα, και άρα δεν μπορούν να μοντελοποιηθούν και ενέχουν τη δυνατότητα να μετατρέψουν την καταστροφή σε κατακλυσμό.
  2. Όλα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω θα συμβούν, σύμφωνα με την ΔΕΕΚΑ, στην περίπτωση που οι κυβερνήσεις του πλανήτη αποφάσιζαν να εφαρμόσουν το πιο ριζικό σενάριο μείωσης των εκπομπών μεταξύ όσων μελετάνε οι επιστήμονες, το σενάριο δηλαδή που έχει ως στόχο να μην ξεπεραστεί (υπερβολικά) μια αύξηση θερμοκρασίας κατά 1,5°C.

Οι επιπτώσεις, στα άλλα σενάρια, θα βάραιναν πολύ το κείμενο αυτό. Ας πούμε απλώς σε σχέση με το επίπεδο των ωκεανών ότι, στο σενάριο business as usual, θα έχουμε άνοδο κατά 2 μέτρα το 2100 και το 2150 «δεν αποκλείεται» άνοδος κατά 5 μέτρα. Μακροπρόθεσμα, σε δύο χιλιάδες χρόνια, με αύξηση της θερμοκρασίας κατά 5°C, οι θάλασσες θα ανέβαιναν αναπόφευκτα και ανεπιστρεπτί (για την κλίμακα της ανθρωπότητας) κατά… 19 ώς 22 μέτρα! Ας επανέλθουμε, όμως:

Η εφαρμογή του πιο ριζικού από τα σενάρια που προτείνονται δεν είναι ωστόσο αυτό που κάνουν οι κυβερνήσεις. Τα σχέδιά τους για το κλίμα (οι «εθνικά καθορισμένες συμβολές») μας οδηγούν σήμερα σε αύξηση της θερμοκρασίας κατά 3,5°C. Μόνο εκατό μέρες πριν από την COP26 είναι ελάχιστοι αυτοί που «αύξησαν τις φιλοδοξίες τους», χωρίς πάντως να φτάσουν, ούτε καν να πλησιάσουν, τα αναγκαία επίπεδα μείωσης των εκπομπών. Έτσι, η ΕΕ, που αυτοπροβάλλεται ως «κλιματικός πρωταθλητής», δεν βάζει καν για στόχο παρά μόνο μια κατά 55% μείωση ώς το 2030, την ώρα που θα χρειαζόταν το 65%.

Ένα απλό μαθηματικό ερώτημα και το πολιτικό του συμπέρασμα

Η Greta Thunberg είπε κάποια στιγμή ότι «η κλιματική και οικολογική κρίση απλώς δεν μπορεί να λυθεί στο πλαίσιο των σημερινών οικονομικών και πολιτικών συστημάτων. Αυτή δεν είναι μια άποψη, είναι απλώς ζήτημα μαθηματικών». Έχει απολύτως δίκιο. Αρκεί να δει κανείς τους αριθμούς, για να πειστεί:

  1. ο κόσμος εκπέμπει περίπου 40GT de CO2 ετησίως
  2. το «ισοζύγιο άνθρακα» (είναι η ποσότητα CO2 που μπορεί να εκπέμπεται ετησίως για να μην ξεπεραστεί το +1,5°C) έχει φτάσει στους 500Gt, για να υπάρχει πιθανότητα κατά 50% να επιτευχθεί ο στόχος (και για μια πιθανότητα κατά 83% να επιτευχθεί ο ίδιος στόχος το ισοζύγιο είναι 300Gt)
  3. σύμφωνα με την ειδική έκθεση 1,5°C της ΔΕΕΚΑ, για να επιτευχθούν οι μηδενικές καθαρές εκπομπές CO2 το 2050, θα πρέπει να μειωθούν οι παγκόσμιες εκπομπές κατά 59% πριν το 2030 (και στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες κατά 65%, δεδομένης της ιστορικής τους ευθύνης)
  4. Το 80% των εκπομπών αυτών οφείλονται στην καύση ορυκτών καυσίμων και, παρά τις πολιτικο-μιντιακές τυμπανοκρουσίες για ανάπτυξη των ανανεώσιμων, εξακολουθούσαν και το 2019 να καλύπτουν το 84%(!) των ενεργειακών αναγκών της ανθρωπότητας
  5. η κατασκευή ορυκτών υποδομών (ορυχεία, αγωγοί, διυλιστήρια, τερματικά αερίων, ηλεκτρικοί σταθμοί, αυτοκινητοβιομηχανίες, κλπ.) δεν μειώνεται (ή ελάχιστα). Επιπλέον, αυτά είναι βαριές υποδομές, στις οποίες το κεφάλαιο επενδύεται για καμιά σαρανταριά χρόνια. Το υπερσυγκεντροποιημένο τους δίκτυο δεν μπορεί να προσαρμοστεί στις ανανεώσιμες (που απαιτούν άλλο, αποκεντρωμένο, ενεργειακό σύστημα): θα έπρεπε επομένως να καταστραφεί χωρίς να έχει αποσβεστεί, από τους ίδιους τους καπιταλιστές, και το ίδιο ισχύει και για να παραμείνουν τα αποθέματα άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου μέσα στη γη.

Επομένως, και ξέροντας ότι τρια δισεκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν ούτε καν τα βασικά για να ζήσουν, ενώ το 10% το πιο πλούσιο του πληθυσμού εκπέμπει το 50% του παγκόσμιου CO2, το συμπέρασμα είναι αμετάκλητο: Το να αλλάξει το ενεργειακό σύστημα, για να παραμείνουμε κάτω από το +1,5°C, αφιερώνοντας ταυτόχρονα περισσότερη ενέργεια για να ικανοποιηθούν οι πιο στοιχειώδεις ανάγκες των απόκληρων αυτό είναι απολύτως ασύμβατο με τη συνέχιση της καπιταλιστικής συσσώρευσης οικολογικών καταστροφών και αυξανόμενων κοινωνικών ανισοτήτων.

Η καταστροφή δεν μπορεί να σταματήσει, με αξιοπρεπή τρόπο για την ανθρωπότητα, παρά μόνο με μια διπλή κίνηση που να μειώνει την παγκόσμια παραγωγή και να την αναπροσανατολίζει ταυτόχρονα προς την εξυπηρέτηση των πραγματικών ανθρώπινων αναγκών, της πλειοψηφίας, όπως δημοκρατικά θα αποφασίζονται. Η διπλή αυτή κίνηση περνάει αναγκαστικά από την κατάργηση όλων των άχρηστων ή και βλαβερών παραγωγών και την απαλλοτρίωση των καπιταλιστικών μονοπωλίων -και πρώτα πρώτα της ενέργειας, του χρηματοπιστωτικού συστήματος και του agrobusiness. Επίσης περνάει από τη δραστική μείωση της παρανοϊκής κατανάλωσης των πλουσίων. Με άλλα λόγια, η εναλλακτική είναι δραματικά απλή: είτε η ανθρωπότητα θα απαλλαγεί από τον καπιταλισμό, είτε ο καπιταλισμός θα σκοτώσει εκατομμύρια αθώους, για να συνεχίσει τη βάρβαρη κούρσα του σε έναν πληγωμένο και ίσως και αβίωτο πλανήτη.

Ληστές ενωμένοι για «τεχνολογίες αρνητικών εκπομπών»

Είναι προφανές ότι οι αφέντες του κόσμου δεν έχουν καμία διάθεση να απαλλαγούν από τον καπιταλισμό… Τί θα κάνουν τότε; Ας αφήσουμε στην άκρη τους κλιματοαρνητιστές τύπου Τραμπ, τους οπαδούς αυτούς του Μάλθους που βασίζονται σε έναν ορυκτό νεοφασισμό, σε μια βουτιά στην πλανητική βαρβαρότητα σε βάρος των φτωχών. Ας αφήσουμε επίσης στην άκρη τους διάφορους Musk και Bezos, όλους αυτούς τους αισχρούς δισεκατομμυριούχους που ονειρεύονται να εγκαταλείψουν το σκάφος Γη, που έχει καταντήσει αβίωτη από την πλεονεξία των καπιταλιστικών τρωκτικών. Και ας επικεντρωθούμε στους άλλους, τους πιο πονηρούς, όλους αυτούς τους διάφορους Macron, Biden, Von der Leyen, Johnson, Xi Jiping…, που τσακώνονται ως κοινοί ληστές για να ευνοηθούν οι ίδιοι απέναντι στους ανταγωνιστές τους από τις συμφωνίες της Γλασκόβης, την ίδια ώρα που σφίγγουν τις γραμμές τους μπροστά στα μίντια για να προσπαθήσουν να μας πείσουν ότι «όλα είναι υπό έλεγχο».

Και τί μας προτείνουν όλοι αυτοί οι κύριοι και κυρίες, ως εναλλακτική;

  • Πρώτα-πρώτα, και βεβαίως, ενοχοποίηση των καταναλωτών, που βομβαρδίζονται για «να αλλάξουν τις συμπεριφορές τους», αλλιώς να υποστούν ποινές.
  • Έπειτα, ένα σύνολο από κολπάκια και πονηριές, μερικές από τις οποίες είναι απλώς χονδροειδείς (για παράδειγμα, να μην συνυπολογίζονται οι εκπομπές των διεθνών, αεροπορικών και θαλάσσιων, μεταφορών) και άλλες λίγο πιο εκλεπτυσμένες -αλλά όχι και αποτελεσματικές- (όπως για παράδειγμα η θεωρία πως αν φυτέψουν δέντρα -στον παγκόσμιο Νότο- αυτά θα μπορούσαν να απορροφήσουν αρκετό άνθρακα, για να αντισταθμίσουν μόνιμα τις εκπομπές ορυκτού CO2 των χωρών του Βορρά).
  • Αλλά, από τα κολπάκια και τις πονηριές αυτές, όλοι οι πολιτικοί διαχειριστές του κεφαλαίου πιστεύουν (ή παριστάνουν ότι το πιστεύουν), και με πολύ αυτοπεποίθηση, ως λύση, σε ένα θαύμα: Στην αύξηση του μεριδίου των «τεχνολογιών χαμηλού άνθρακα» (κωδικό όνομα για τα πυρηνικά, ιδιαίτερα τους «μικροσταθμούς») και, κυρίως, στην ανάπτυξη των λεγόμενων «τεχνολογιών αρνητικών εκπομπών» (TEN ή CDR για Carbon Dioxyde Removal), με τις οποίες υποτίθεται ότι θα ξανα-ψυχράνουν το κλίμα αποσύροντας από την ατμόσφαιρα τεράστιες ποσότητες CO2 και θα τις θάψουν κάτω από τη γη. Είναι η υπόθεση που λέγεται «προσωρινό ξεπέρασμα του ορίου επικινδυνότητας» του 1,5°C.

Για τα πυρηνικά δεν χρειάζεται να επεκταθούμε, μετά την Φουκουσίμα. Όσο για τις «τεχνολογίες αρνητικών εκπομπών», αυτές δεν υπάρχουν καν οι περισσότερες παρά μόνο στο στάδιο των πρωτοτύπων ή της επίδειξης και οι κοινωνικές και οικολογικές τους επιπτώσεις προβλέπεται να είναι τρομακτικές (θα επανέλθουμε). Δεν ιδρώνει το αυτί τους όμως: θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι αυτές θα σώσουν το παραγωγικίστικο / καταναλωτίστικο σύστημα και ότι η ελεύθερη αγορά θα αναλάβει να τις ξεδιπλώσει στην πράξη. Στην πραγματικότητα, το σενάριο αυτό επιστημονικής φαντασίας δεν έχει ως στόχο να σώσει τον πλανήτη: ο στόχος του είναι κυρίως να σώσει την ιερή αγελάδα της καπιταλιστικής ανάπτυξης και να προστατέψει τα κέρδη των κύριων υπεύθυνων για όλες αυτές τις καταστροφές, δηλαδή των πολυεθνικών του πετρελαίου, του άνθρακα, του αερίου και του agrobusiness.

Η ΔΕΕΚΑ ανάμεσα σε επιστήμη και ιδεολογία

Και τί πιστεύει η ΔΕΕΚΑ για την τρέλα αυτή; Οι στρατηγικές προσαρμογής και απάλυνσης των εκπομπών δεν είναι στην ευθύνη της Ομάδας Εργασίας 1. Ωστόσο, η τελευταία δίνει επιστημονικές βάσεις που πρέπει να πάρουν υπόψη τους οι άλλες Ομάδες Εργασίας. Σε σχέση με τις «τεχνολογίες αρνητικών εκπομπών», προσπαθεί δεξιοτεχνικά να μην τις κονιορτοποιήσεις. Η περίληψη για όσους αποφασίζουν λέει τα εξής:

«Η απόσυρση από την ατμόσφαιρα ανθρωπογενούςCO2 (Carbon dioxyde removal, CDR) έχει τη δυνατότητα να εξαλείψει CO2από την ατμόσφαιρα και να το αποθηκεύσει μόνιμα (sic) σε δεξαμενές (με υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης)». Το κείμενο συνεχίζει λέγοντας πως «η απόσυρση (CDR) στοχεύει να αναπληρώσει υπολειμματικές εκπομπές έτσι ώστε να επιτευχθούν μηδενικές καθαρές εκπομπές CO2 ή, αν εφαρμοστεί σε κλίμακα όπου οι ανθρωπογενείς απορροφήσεις ξεπερνούν τις ανθρωπογενείς εκπομπές, για να μειωθεί η θερμοκρασία επιφανείας».

Με πιο απλά λόγια, η συμπύκνωση της Ομάδας Εργασίας 1 στηρίζει την ιδέα ότι οι τεχνολογίες αρνητικών εκπομπών θα μπορούσαν να εφαρμοστούν αποκλειστικά για να συλλεχθούν «υπολειμματικές εκπομπές» από τομείς όπου η απο-ανθρακοποίηση είναι τεχνικά δύσκολη (για παράδειγμα, αεροπορία). Ή θα μπορούσε επίσης να εφαρμοστεί σε μαζική κλίμακα, για να αντισταθμίσει το γεγονός ότι ο παγκόσμιος καπιταλισμός, για λόγους που δεν είναι καθόλου «τεχνικοί», αλλά λόγοι κέρδους, αρνείται να εγκαταλείψει τα ορυκτά καύσιμα. Το κείμενο συνεχίζει, εξάλλου, υμνώντας τα πλεονεκτήματα μιας τέτοιας μαζικής εφαρμογής ως μέσου για να επιτευχθούν αρνητικές καθαρές εκπομπές κατά το δεύτερο ήμισι του αιώνα:

«Με την απόσυρση (CDR) να οδηγεί σε αρνητικές καθαρές παγκόσμιες εκπομπές θα υπήρχε μείωση των ατμοσφαιρικών συγκεντρώσεων CO2και αντιστροφή της οξίνισης στην επιφάνεια των ωκεανών (υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης)».

Η περίληψη εκφράζει βέβαια και μια επιφύλαξη, αν και πολύ σιβυλικά: «Οι τεχνολογίες CDR μπορεί να έχουν δυνητικά εκτεταμένες επιπτώσεις πάνω στους βιογεωχημικούς κύκλους και στο κλίμα, πράγμα που μπορεί είτε να εξασθενίσει είτε να ενισχύσει τη δυνατότητα των μεθόδων αυτών για μείωση του CO2 και μείωση της θερμοκρασίας, και μπορεί επίσης να επηρεάσει τη διαθεσιμότητα και την ποιότητα του νερού, της παραγωγής τροφίμων και της βιοποικιλότητας (υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης)».

Με πιο απλά λόγια, δεν είναι σίγουρο πως οι «τεχνολογίες αρνητικών εκπομπών» είναι τόσο αποτελεσματικές, καθώς ορισμένες «επιπτώσεις» τους θα μπορούσαν να «μειώνουν τη δυνατότητά τους να αφαιρούν CO2». Το τελευταίο τμήμα της φράσης αυτής παραπέμπει στις κοινωνικές και οικολογικές επιπτώσεις: η βιοενέργεια με σύλληψη και αποθήκευση του άνθρακα (η πιο ώριμη από τις CDR προς το παρόν) δεν θα μπορούσε να μειώσει σημαντικά την ατμοσφαιρική συγκέντρωση CO2 παρά μόνο με την προϋπόθεση ότι μια έκταση ίση με πάνω από το ένα τέταρτο των σημερινών μόνιμων καλλιεργειών θα αφιερωνόταν στην παραγωγή ενεργειακής βιομάζας -σε βάρος των αποθεμάτων νερού, βιοποικιλότητας και/ή τροφίμων για τον παγκόσμιο πληθυσμό1.

Έτσι, από τη μια πλευρά, η Ομάδα Εργασίας 1 της ΔΕΕΚΑ βασίζεται στους φυσικούς νόμους του κλιματικού συστήματος για να μας πει ότι βρισκόμαστε στο χείλος του γκρεμού, σε ένα σημείο καμπής πριν πηδήξουμε ανεπιστρεπτί σε έναν κατακλυσμό που δεν μπορούμε να τον φανταστούμε καν. Και, από την άλλη, αντικειμενοποιεί και ρουτινοποιεί την πολιτικο-τεχνολογική φυγή προς τα εμπρός με την οποία ο καπιταλισμός προσπαθεί, για μια ακόμα φορά, να μεταθέσει στο μέλλον την ασυμβατότητα ανάμεσα στη δική του λογική της απεριόριστης συσσώρευσης και στο περιορισμένο του πλανήτη. «Ποτέ άλλοτε έκθεση της ΔΕΕΚΑδεν προκάλεσε τόση αγωνία από την ίδια τηνεπιστημονική ανάλυση των γεγονότων με βάση τους απαράβατους νόμους της φυσικής», γράφαμε ξεκινώντας το παρόν κείμενο. Αλλά και ποτέ άλλοτε μια τέτοια έκθεση δεν απεικόνισε τόσο καθαρά το πώς μια επιστημονική ανάλυση που θεωρεί τη φύση ως απλό μηχανισμό και τους νόμους του κέρδους ως φυσικούς νόμους δεν μπορεί να είναι επιστημονική, αλλά επιστημονικίστικη, δηλαδή εν μέρει τουλάχιστον ιδεολογική.

Πρέπει επομένως να διαβάσουμε την έκθεση της Ομάδας Εργασίας 1 της ΔΕΕΚΑ έχοντας στο νου ότι είναι ταυτόχρονα το καλύτερο και το χειρότερο. Το καλύτερο, γιατί προσφέρει μια αυστηρή διάγνωση απ’όπου μπορούμε να αντλήσουμε εξαιρετικά επιχειρήματα, για να θέσουμε υπό κατηγορία τους κατέχοντες και τους πολιτικούς τους εκπροσώπους. Το χειρότερο, γιατί διασπείρει ταυτόχρονα το φόβο και την ανημποριά, από τα οποία οι κατέχοντες επωφελούνται τη στιγμή που η διάγνωση τους στήνει το εδώλιο! Η επιστημονικίστικη ιδεολογία της πνίγει το κριτικό πνεύμα σε μια ροή από «δεδομένα». Αποστρέφει το βλέμμα από τις συστημικές αιτίες, με δύο συνέπειες: 1) Η προσοχή να περιοριστεί στις «αλλαγές συμπεριφορών» και διάφορες άλλες ατομικές ενέργειες -όλα τους καλών προθέσεων, αλλά απολύτως ανεπαρκή. 2) Αντί να καλύψει το χάσμα ανάμεσα στην οικολογική και την κοινωνική συνείδηση, ο επιστημονικισμός το αναπαράγει.

Να οικολογικοποιήσουμε το κοινωνικό και να κοινωνικοποιήσουμε το οικολογικό είναι η μόνη στρατηγική που μπορεί να σταματήσει την καταστροφή και να αναβιώσει την ελπίδα για καλύτερη ζωή. Μια ζωή με φροντίδα για τους ανθρώπους και για τα οικοσυστήματα, τόσο στο σήμερα όσο και με μακροχρόνια πνοή. Μια ζωή σοβαρή, ευτυχή και γεμάτη νόημα. Μια ζωή που τα σενάρια της ΔΕΕΚΑ ποτέ δεν μοντελοποιούν, όπου η παραγωγή αξιών χρήσης για την ικανοποίηση των πραγματικών αναγκών, δημοκρατικά καθορισμένων, με σεβασμό προς τη φύση, θα αντικαθιστά την παραγωγή εμπορευμάτων για το κέρδος μιας μειονότητας.

Daniel Tanuro

10 Αυγούστου 2021

 

Πηγή: Το άρθρο γράφτηκε για το site της Gauche anticapitaliste, βελγικού τμήματος της 4ης Διεθνούς.

1Βλέπε, για αυτό, το βιβλίο του Daniel Tanuro «Trop tard pour être pessimistes», εκδόσεις. Textuel, Βρυξέλλες 2020.

Πηγή: Gauche Anticapitaliste

Daniel Tanuro