
[Η παρούσα απόφαση υιοθετήθηκε από το 18ο παγκόσμιο συνέδριο με 107 υπέρ, 12 κατά, 3 λευκά και 9 αποχές, στις 28 Φλεβάρη 2025.]
1. Γιατί τα κοινωνικά κινήματα είναι στρατηγικά σημαντικά
Εδώ και πολλά χρόνια, η 4η Διεθνής έχει αναπτύξει μια πρακτική -και σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό μια θεωρητική κατανόηση- του ότι τα κοινωνικά κινήματα, σε όλη τους την ποικιλομορφία, μπορούν και συχνά θα παίξουν ουσιαστικό ρόλο στον αγώνα για το σοσιαλισμό.
Υπάρχει ένα πλήθος κοινωνικών κινημάτων: για παράδειγμα, συνδικάτα, κινήματα γειτονιάς, αγρότες και γεωργοί, οικολόγοι, γυναικεία κινήματα, κινήματα ΛΟΑΤΚΙΑ+, κινήματα ιθαγενών, κινήματα φυλετικών διακρίσεων, κινήματα ατόμων με αναπηρία. Αυτά τα κοινωνικά κινήματα έχουν συχνά πολλές διαστάσεις: ενάντια στην εκμετάλλευση στον εργασιακό χώρο, για την υπεράσπιση των έμβιων ειδών και της ίδιας της ζωής, και για την απελευθέρωση απέναντι στις καταπιέσεις (ιδιαίτερα των γυναικών, των ΛΟΑΤΚΙΑ+, των ιθαγενών, των φυλετικών ατόμων και των ατόμων με αναπηρία). Η προσέγγισή μας είναι να υποστηρίζουμε αυτές τις πολλαπλές διαστάσεις των αγώνων, να τους ενισχύσουμε και να στοχεύουμε σε μια ρητή σύνδεση των διαφορετικών πτυχών και πεδίων του αγώνα προς μια συνολική αντιπαράθεση με τις άρχουσες τάξεις, οι οποίες βασίζονται στην εκμετάλλευση, την καταπίεση και την καταστροφή των έμβιων ειδών και της ίδιας της ζωής.
Αυτά τα κινήματα είναι σημαντικά γιατί αποτελούν την αυτοοργάνωση όσων αμφισβητούν το καπιταλιστικό σύστημα με διαφορετικούς τρόπους. Η διαδικασία της αυτοοργάνωσης, ιδίως στους χώρους εργασίας, αλλά και σε άλλα συλλογικά πλαίσια (σχολεία, γειτονιές, αγροτικές κοινότητες, κ.λπ., ή στη βάση μιας κοινής εμπειρίας καταπίεσης) ευνοεί την ανάπτυξη μιας ταξικής συνείδησης απέναντι στις προκλήσεις του καπιταλιστικού συστήματος, ιδιαίτερα της εργοδοσίας και του κράτους, την πολιτικοποίηση και την επεξεργασία των βάσεων ενός προγράμματος αμφισβήτησης του καπιταλιστικού συστήματος και στην προοπτική μιας διαφορετικής κοινωνίας.
Ενώ ένα αντικαπιταλιστικό κόμμα στοχεύει στην ανάπτυξη ενός προγράμματος ταξικής πάλης ως σύνθεση αιτημάτων προς το συμφέρον των εκμεταλλευόμενων και των καταπιεσμένων, η ανάπτυξη και η διατύπωση αυτών των αιτημάτων είναι καλύτερο να γίνεται από τους πιο άμεσα εμπλεκόμενους/ες.
Εμείς αρχίσαμε να αναπτύσσουμε αυτή την αντίληψη από τη δουλειά μας στο γυναικείο κίνημα, και αυτή η προσέγγιση βρίσκεται σε κείμενα που υιοθετήσαμε σε διάφορα συνέδρια και ηγετικές συναντήσεις σε σχέση με τον αγώνα για την απελευθέρωση των γυναικών και τον προσανατολισμό μας για την οικοδόμηση των κινημάτων γυναικείας απελευθέρωσης [“Η Σοσιαλιστική Επανάσταση και ο Αγώνας για την Απελευθέρωση των Γυναικών” (1979), ιδιαίτερα το Μέρος ΙΙ “Η 4η Διεθνής και ο Αγώνας για την Απελευθέρωση των Γυναικών: Ο προσανατολισμός μας”. “Λατινική Αμερική: η δυναμική των μαζικών κινημάτων και των φεμινιστικών ρευμάτων” (1991), ιδίως το μέρος ΙΙΙ “Ο προσανατολισμός μας”. “Δυτική Ευρώπη: Εξελίξεις στον αγώνα για την απελευθέρωση των γυναικών” (1991)].
Το πρώτο κείμενο εκθέτει, μεταξύ άλλων, τις διαφορές μας τόσο με εκείνους/ες στην αριστερά που υποτιμούν την καταπίεση των γυναικών θεωρώντας τες αποκλειστικά ως μισθωτές, όσο και με εκείνους/ες που βλέπουν την πατριαρχία και τις ταξικές σχέσεις ως παράλληλες διαδικασίες, αυτό που σήμερα θα ονομάζαμε θεωρία των διπλών συστημάτων.
Όπως υποστηρίζει το έγγραφο απαντώντας στο πρώτο αυτό ερώτημα: «Από αυτή την άποψη δίνουν βάρος και σημασία μόνο στους αγώνες που διεξάγουν οι γυναίκες ως εργαζόμενες στους χώρους εργασίας τους. Θεωρούν ότι οι γυναίκες θα απελευθερωθούν, παρεμπιπτόντως, από τη σοσιαλιστική επανάσταση και ότι, επομένως, δεν έχουν καμία ανάγκη να οργανωθούν ως γυναίκες που αγωνίζονται για τα δικά τους αιτήματα. Αρνούμενοι την ανάγκη των γυναικών να οργανωθούν για να καταπολεμήσουν τη δική τους καταπίεση, το μόνο που κάνουν είναι να ενισχύουν τις διαιρέσεις μέσα στην εργατική τάξη και να καθυστερούν την ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης των γυναικών που αρχίζουν να εξεγείρονται ενάντια στην κατώτερη θέση τους». Ο κύριος άξονας του δεύτερου μέρους του εγγράφου μπορεί να συνοψιστεί στο σύνθημα: Δεν υπάρχει απελευθέρωση των γυναικών χωρίς σοσιαλιστική επανάσταση και δεν υπάρχει σοσιαλιστική επανάσταση χωρίς απελευθέρωση των γυναικών.
Η αρχική μας ανάλυση βασιζόταν υπερβολικά στην εμπειρία μας από το γυναικείο κίνημα στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες και αυτό διορθώθηκε και αναπτύχθηκε ιδιαίτερα από τη δουλειά μας στο γυναικείο κίνημα της Λατινικής Αμερικής. Η γενική κατανόηση ότι οι συγκεκριμένες καταπιέσεις δεν θα ηττηθούν απλώς από τον αγώνα στο χώρο εργασίας, χωρίς η ηγεσία των καταπιεσμένων κινημάτων να δείξει αυτό το δρόμο και αναδείξει την πραγματικότητα των συγκεκριμένων καταπιέσεων, είναι γενικά πιο ορθή.
Σε μικρότερο βαθμό, αλλά πάντως σημαντικά, έχουμε εγκρίνει ανάλογα κείμενα που αντλούν διδάγματα από τους αγώνες των φτωχών αγροτών/ισσών και των εργατών/τριών γης, από τα κινήματα LGBTQIA+, τους αγώνες γύρω από το χρέος και τα σχετικά κινήματα, τα κινήματα κατά της παγκοσμιοποίησης και του πολέμου και τα κινήματα των ιθαγενών/πρώτων εθνών και τα περιβαλλοντικά κινήματα, καθώς και, φυσικά, τον συνεχή ρόλο των συνδικάτων. [“Κοινωνικές αναταράξεις, αντιστάσεις και εναλλακτικές λύσεις” - Παγκόσμιο Συνέδριο 2018].
i) Κάθε ένα από αυτά, αλλά και άλλα, κινήματα έχει τη δική του ιστορία, δυναμική και συσχετισμό δυνάμεων. Υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των κοινωνικών κινημάτων των καταπιεσμένων και των γενικότερων κοινωνικών κινημάτων. Στο παρόν κείμενο, προσπαθούμε επίσης να προσδιορίσουμε ορισμένες γενικές αρχές που πιστεύουμε ότι είναι σημαντικές:
α) Τα κοινωνικά κινήματα είναι ένα ουσιαστικό μέσο για την κινητοποίηση τμημάτων της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των πιο εκμεταλλευόμενων, καταπιεσμένων και συχνά περιθωριοποιημένων, υπέρ της κοινωνικής αλλαγής -ακόμα δυνητικά και στο πλαίσιο μιας επαναστατικής αλλαγής. Τα κοινωνικά κινήματα είναι, πρώτα και κύρια, η βασική μορφή οργάνωσης για την υπεράσπιση ενάντια στο σύστημα σε θέματα κοινωνικά, δημοκρατικά ή διακρίσεων. Από αυτή την άποψη, μπορούν να αποτελέσουν το πλαίσιο δράσης των εκμεταλλευόμενων, αντιπροσωπεύοντας την κοινωνική τους δύναμη. Οι άνθρωποι κινητοποιούνται γύρω από τη δική τους πολιτική κατάσταση και στη συνέχεια αντλούν, από αυτή την εμπειρία τους, γενικότερα πολιτικά διδάγματα. Από αυτή την άποψη, η δουλειά στα κοινωνικά κινήματα μπορεί και πρέπει να αποτελέσει βασικό τομέα στρατολόγησης για τις οργανώσεις μας σήμερα -αλλά και εκπαίδευσης συντρόφων/ισσών, ιδιαίτερα από πιο περιθωριοποιημένες ομάδες, για τη μαζική δουλειά.
Τα κοινωνικά κινήματα μπορούν να επηρεάζουν το ένα το άλλο -για παράδειγμα, τα ζητήματα του κλίματος είναι αποδεκτά ως μέρος της ατζέντας των συνδικάτων σε πολλά μέρη, ενώ δεν ήταν πριν από δέκα χρόνια.
Παίζουν βασικό πολιτικό ρόλο, επειδή οι κινητοποιήσεις που προκύπτουν παρέχουν ένα χώρο αντιμετώπισης των πολιτικών των καπιταλιστών και των κυβερνήσεών τους, καθώς και των καταστάσεων καταπίεσης και εκμετάλλευσης. Οι συσσωρευτικές κρίσεις που βιώνουμε στη σημερινή οικολογική, δημοκρατική και κοινωνική κατάσταση ενισχύουν τη θέση και το βάρος των κοινωνικών κινημάτων.
β) Τα κινήματα αυτά έχουν στρατηγική σημασία για εμάς, διότι η κινητοποίηση των λαϊκών τάξεων γύρω από τα αιτήματά τους αποτελεί το φυτώριο της ταξικής πάλης και της οικοδόμησης πολιτικών σχέσεων εξουσίας ενάντια στον καπιταλισμό. Αποτελούν επομένως το χωνευτήρι των μεταβατικών αντικαπιταλιστικών αιτημάτων.
γ) Έχουν επίσης και μια άλλη στρατηγική διάσταση, αυτή του ότι αποτελούν το χωνευτήρι της αυτοοργάνωσης, της ανάληψης των δικών τους συμφερόντων και της πολιτικής δράσης άμεσα από τους ίδιους τους εκμεταλλευόμενους/ες και καταπιεσμένους/ες. Με αυτόν τον τρόπο, σκιαγραφούν το πώς θα μπορούσε να είναι μια κοινωνία βασισμένη στη δημοκρατία των συμβουλίων, των δομών αυτοοργάνωσης, των ενώσεων και των οργανώσεων στους χώρους εργασίας, στις γειτονιές και στις πόλεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα είναι επαρκή εργαλεία για την επίτευξη μιας δημοκρατίας των συμβουλίων -η οποία θα περιλαμβάνει αναγκαστικά και μια επαναστατική οργάνωση- αλλά αποτελούν ουσιαστική προϋπόθεση.
Προωθούμε τις αρχές της Παρισινής Κομμούνας (εναλλαγή θέσεων, διαφάνεια στη λογοδοσία και άμεση δημοκρατία στη λήψη αποφάσεων), στις οποίες προσθέτουμε την ανάγκη να αναδημιουργηθεί η κουλτούρα της ζωντανής μετάδοσης κάθε διαδικασίας διαπραγμάτευσης με κυβερνήσεις και αρχές, ώστε να μπει τέλος στην αντιδημοκρατική κουλτούρα της μυστικότητας.
Ως εκ τούτου, αγωνιζόμαστε για να διασφαλίσουμε ότι αυτά τα κινήματα θα κρατήσουν την ανεξαρτησία τους από τις εξουσίες, συμπεριλαμβανομένων των κομμάτων που ισχυρίζονται ότι πολεμούν το σύστημα. Οι πρόσφατες εμπειρίες των κυβερνήσεων του Λούλα, του ΣΥΡΙΖΑ, της Αραβικής Άνοιξης και πολλών άλλων δείχνουν τη σημασία της παρουσίας του μαζικού κινήματος για να διασφαλίζοντα τα συμφέροντα των εκμεταλλευόμενων.
ii) Ως εκ τούτου, επιδιώκουμε να προωθήσουμε την οικοδόμηση κοινωνικών κινημάτων και να παρέμβουμε στο εσωτερικό τους, αγωνιζόμενοι για αιτήματα και τρόπους οργάνωσης που προβάλλουν μια ατζέντα που αγωνίζεται για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, αγωνιζόμενοι έτσι ώστε να υιοθετηθεί από το κίνημα στο σύνολό του μια προοπτική ταξικής πάλης. Οι ακτιβιστές μας υιοθετούν μια στάση να ακούν και να μαθαίνουν από ό,τι κάνουν και οι άλλοι ακτιβιστές αντί να θεωρούμε ότι έχουμε όλες τις απαντήσεις.
iii) Αγωνιζόμαστε για την ευρύτερη δυνατή δημοκρατία μέσα στα κοινωνικά κινήματα και θέλουμε να διασφαλίσουμε για τους πιο εκμεταλλευόμενους και καταπιεσμένους να ακούγονται τα αιτήματά τους και να εκπροσωπούνται όσο το δυνατόν περισσότερο. Αυτό σημαίνει ότι αγωνιζόμαστε επίσης για ξεκάθαρες δομές και διαδικασίες αντιπροσώπευσης, αντιτιθέμενοι τόσο στην «τυραννία της έλλειψης δομών» όσο και στη γραφειοκρατικοποίηση, καθώς αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να συμμετέχουν ενεργά όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι.
iv) Ενώ αγωνιζόμαστε για την ευρύτερη δυνατή ενότητα του κινήματος στο σύνολό του, μερικές φορές συμμετέχουμε -ή ακόμα και δημιουργούμε- σε μια οργάνωση/ομάδα/δίκτυο δυνάμεων που βρίσκονται πιο αριστερά, για να αναπτύσσουμε μια κοινή παρέμβαση μέσα στο κίνημα για όλα ή για ορισμένα βασικά ζητήματα. Είναι δύσκολο να κωδικοποιήσουμε πότε αυτό είναι σκόπιμο, αλλά κάποιες από τις σχετικές περιστάσεις προκύπτουν όταν η υπάρχουσα ηγεσία είναι γραφειοκρατική και δεν αναλαμβάνει δράση ή/και όταν υπάρχει κίνδυνος σημαντικές δυνάμεις (ίσως ιδιαίτερα μεταξύ των νέων) να εγκαταλείψουν τη δράση λόγω έλλειψης επιτυχίας. Ένα άλλο πλαίσιο στο οποίο θα μπορούσαμε να οργανωθούμε μαζί με άλλους είναι όταν το κίνημα στο σύνολό του δεν ακούει τα αιτήματα βασικών ομάδων -π.χ. ιθαγενών/πρώτων εθνών, μεταναστών, τρανς κ.λπ.. Οι αποφάσεις για τη συμμετοχή ή τη δημιουργία τέτοιων δομών πρέπει πάντοτε να λαμβάνονται συλλογικά από την οργάνωσή μας -είτε από τις ομάδες ή επιτροπές που είναι υπεύθυνες για το συντονισμό αυτού του τομέα δουλειάς, είτε από τις ηγετικές μας δομές. Θα πρέπει να αξιολογούμε τακτικά αν αυτή είναι η σωστή πορεία, αν είμαστε σε θέση να υπερασπιστούμε ανεξάρτητα τις ιδέες μας και αν αυτό είναι κατάλληλο.
v) Προσπαθούμε για μεγαλύτερο συντονισμό των κοινωνικών κινημάτων γύρω από παρόμοια αιτήματα και θέματα σε διεθνή κλίμακα που είναι ευρέως κατανοητά στο κίνημα και έχουν νόημα σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Επιδιώκουμε να διασφαλίσουμε ότι οι δομές σε διεθνές επίπεδο δεν αντικατοπτρίζουν μόνο τα τμήματα των κινημάτων που έχουν πρόσβαση σε χρηματοδότηση -είναι κάτι που διευκολύνεται από την ανάπτυξη της τεχνολογίας που επιτρέπει διαδικτυακές συναντήσεις με μετάφραση. Αγωνιζόμαστε για να διασφαλίσουμε ότι αυτές οι δομές είναι πραγματικά διεθνείς και αντανακλούν τις ανησυχίες και τα αιτήματα όλων των περιοχών του κόσμου και δεν κυριαρχούνται από οργανώσεις του Βορρά.
vi) Αγωνιζόμαστε ώστε όλα τα κοινωνικά κινήματα να υιοθετήσουν μια διατομεακή προσέγγιση χωρίς να χάνουν από τα μάτια τους τα δικά τους αιτήματα.
vii) Αγωνιζόμαστε για τη συνεργασία και την αμοιβαία υποστήριξη μεταξύ διαφορετικών κοινωνικών κινημάτων. Υποστηρίξαμε την ανάπτυξη των Παγκόσμιων Κοινωνικών Φόρουμ, όπου οι Γενικές Συνελεύσεις των κοινωνικών κινημάτων έδωσαν την ευκαιρία για κοινές ανακοινώσεις που αναδεικνύουν δεσμούς και σημεία σύγκλισης μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών κινημάτων, συμπεριλαμβανομένων των συνδικαλιστικών κινημάτων. Σήμερα, η ιδέα αυτή συνοψίζεται καλύτερα στην ιδέα ενός «κινήματος των κινημάτων» -αλλά η ιδέα αυτή δεν έχει πραγματικά συγκεκριμενοποιηθεί πουθενά, τουλάχιστον σε διεθνές επίπεδο.
viii) Σε διαφορετικά πλαίσια, τα κινήματα μπορεί να βρεθούν αντιμέτωπα με μια κατάσταση όπου κόμματα που υποστηρίζουν ανάλογους προσανατολισμούς με τα ίδια τα κινήματα, και στα οποία δραστηριοποιούνται οι ίδιοι οι ακτιβιστές και οι ηγέτες των κινημάτων, μπορούν να αναλάβουν τον έλεγχο τοπικών ή ακόμη και εθνικών κυβερνήσεων. Σε ηγέτες των κινημάτων, ως ακτιβιστές των κομμάτων, μπορεί στη συνέχεια να προσφέρονται και να αποδέχονται θέσεις ευθύνης μέσα σε αυτές τις κυβερνήσεις. Παρομοίως, τέτοιες κυβερνήσεις μπορούν να προσφέρουν θέσεις σε ακτιβιστές από ανένταχτα κινήματα, ισχυριζόμενες ότι «θα εκπροσωπήσουν» τα κινήματα.
Υποστηρίζουμε ότι η θέση των κινημάτων θα πρέπει να είναι να παραμείνουν εντελώς ανεξάρτητα από όλες τις κυβερνητικές δομές. Ωστόσο, τα κινήματα μπορεί να αντιμετωπίσουν τη δυσκολία να συνεχίσουν να οργανώνουν μια ανεξάρτητη μαζική κινητοποίηση απέναντι σε μια κυβέρνηση που απολαμβάνει λαϊκή υποστήριξη και η οποία ισχυρίζεται ότι υποστηρίζει και υλοποιεί τα αιτήματα των κινημάτων.
ix) Ενώ οι μέθοδοι οργάνωσής μας στο πλαίσιο των κοινωνικών κινημάτων αποσκοπούν στο να είμαστε όσο το δυνατόν πιο κοντά στη βάση και με πολιτική ανεξαρτησία από το κράτος, δεν είμαστε αντίθετοι όμως, σε ορισμένες περιπτώσεις, ούτε στην ενεργοποίηση ή ακόμη και στη δημιουργία μη κυβερνητικών οργανώσεων (ΜΚΟ). Η ανάλυση για το αν πρέπει να γίνει κάτι τέτοιο και να συνεχιστεί πρέπει να γίνει συλλογικά μέσω των δημοκρατικών δομών της οργάνωσής μας, αξιολογώντας κατά πόσον οι κανόνες που τις διέπουν και η πρόσβαση σε δημόσια χρηματοδότηση ενισχύουν τους πολιτικούς στόχους που αναφέρονται παρακάτω ή τους περιορίζουν.
x) Είμαστε υπέρ των κοινωνικών κινημάτων που θέτουν το ζήτημα της εξουσίας. Για να μπορέσουν να το κάνουν αυτό, χωρίς να χαθούν στον αριστερισμό ή τον υποκαταστατισμό, πρέπει να είναι επαρκώς πλατιά, έτσι ώστε η δύναμη και η φύση τους να μπορούν να αντιταχθούν αντικειμενικά στην εξουσία της άρχουσας τάξης. Αυτό συνέβη για παράδειγμα με το Hirak στην Αλγερία, με τις αραβικές επαναστάσεις, τους Indignados στην Ισπανία, το κίνημα των αγροτών στην Ινδία και τη λαϊκή κινητοποίηση στη Χιλή. Ακολουθώντας τα βήματα των μεγάλων επαναστατικών κινημάτων του περασμένου αιώνα, υποστηρίζουμε ότι τα μαζικά κινήματα, με δομές αυτοοργάνωσης για το προλεταριάτο ειδικότερα, αποτελούν μια εναλλακτική μορφή εξουσίας σε σχέση με εκείνη της αστικής τάξης. Προβάλλουμε κλασικά το σύνθημα της Συντακτικής Συνέλευσης, συνδεδεμένο με μεταβατικά αιτήματα, ιδίως στα κοινωνικά ζητήματα -ακόμη και αν αυτού του είδους τα συνθήματα πρέπει να προσαρμόζονται κατά περίπτωση- για να υπερασπιστούμε αυτή την προοπτική.
xi) Πιστεύουμε ότι τα δημοκρατικά κοινωνικά κινήματα θα πρέπει να συνεχίσουν να οργανώνονται ακόμη και μετά την κατάληψη της εξουσίας, ανεξάρτητα από την επίτευξη των κύριων αιτημάτων τους ή την αλλαγή της κυβέρνησης σε «προοδευτική» κατεύθυνση. Σημειώνουμε, για παράδειγμα, τη σημαντική εμπειρία του γυναικείου κινήματος στη Νικαράγουα, το οποίο αγωνίστηκε ενάντια στη διαφθορά της αρχικής επανάστασης των Σαντινίστας και για τα αιτήματα των γυναικών ειδικότερα. Ένα άλλο παράδειγμα είναι οι δυσκολίες που αντιμετώπισε το κίνημα των ακτημόνων στη Βραζιλία στον αγώνα του για μια πραγματική αγροτική μεταρρύθμιση ενάντια στην κυβέρνηση Λούλα το 2005/2006.
2. Αντιδραστικά κοινωνικά κινήματα
Παραδοσιακά, έχουμε την τάση να θεωρούμε τα κοινωνικά κινήματα ως εγγενώς προοδευτικά. Ωστόσο, δεν πρέπει να αγνοήσουμε το γεγονός ότι η ριζοσπαστική δεξιά έχει παράδοση στην οργάνωση γύρω από κοινωνικά ζητήματα. Οι σύντροφοι στον αραβικό κόσμο έχουν συχνά μιλήσει για φονταμενταλιστές που οργανώνουν κοινωνικές υπηρεσίες για τα φτωχότερα τμήματα της κοινωνίας, για να παρέχουν τρόφιμα, φάρμακα κ.λπ. όταν το κράτος αποτυγχάνει να το κάνει. Ανάλογη είναι η εμπειρία και των συντρόφων στο Πακιστάν και ακόμη περισσότερο στην Ινδία -όπου το BJP και οι προηγούμενες οργανώσεις του χτίστηκαν σε αυτή τη βάση. Οι Βραζιλιάνοι ευαγγελιστές έχουν ακολουθήσει μια παρόμοια πορεία «οργανώνοντας» στις φαβέλες.
Η Pegida είναι ένα άλλο παράδειγμα, όπως και οι αντιεμβολιαστικές οργανώσεις στις βόρειες χώρες και τα κινήματα κατά των αμβλώσεων διεθνώς. Σε γενικές γραμμές, τα κινήματα αυτά δεν οικοδομούνται δημοκρατικά, και είναι μάλλον οργανώσεις βιτρίνας για ακροδεξιά πολιτικά κόμματα. Όταν τα βασικά τους αιτήματα είναι αντιδραστικά, προφανώς δεν έχουμε καμία σχέση μαζί τους, αλλά μπορεί να συμβεί να βρεθούμε σε κοινή κινητοποίηση γύρω από αιτήματα που υποστηρίζουμε, επιδιώκοντας ωστόσο να συσπειρώσουμε τη βάση τους σε ένα γνήσιο κοινωνικό κίνημα που να βασίζεται στη δημοκρατία και σε ένα πιο ισορροπημένο και θετικό πρόγραμμα. Σε άλλες περιπτώσεις, τα κοινωνικά κινήματα στα οποία συμμετέχουμε μπορεί να προτιμήσουν να καλέσουν σε δικές τους κινητοποιήσεις, οι οποίες μπορεί να επιδιώκουν να επιτύχουν το ίδιο πράγμα -είναι ζήτημα αξιολόγησης του συσχετισμού δυνάμεων και του γεγονότος ότι δεν θέλουμε να κάνουμε ο,τιδήποτε που να δίνει αξιοπιστία σε αυτά τα αντιδραστικά κινήματα.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό ενισχύει την ανάγκη να συμμετέχουμε στα κοινωνικά κινήματα και να αγωνιζόμαστε μέσα σε αυτά για να προβάλλουμε διεκδικήσεις και προγράμματα που να αμφισβητούν τις καπιταλιστικές πολιτικές και την καπιταλιστική οργάνωση της κοινωνίας, που να οργανώνουν τη δημοκρατία και την αλληλεγγύη, απέναντι σε ρατσιστικά ή αντιδραστικά προγράμματα που προσπαθούν να προωθήσουν ακροδεξιές ιδέες που υποστηρίζουν τα καπιταλιστικά συμφέροντα.
3. Τα λάθη της αριστεράς
Δυστυχώς, η δική μας προσέγγιση στα κοινωνικά κινήματα δεν είναι η ίδια σε όλη τη ριζοσπαστική αριστερά. Οι σταλινικές και μαοϊκές οργανώσεις έχουν μακρά παράδοση στη δημιουργία μετωπικών οργανώσεων, των οποίων ο κύριος στόχος δεν είναι να προωθήσουν τον αγώνα, αλλά να χρησιμεύσουν ως ιμάντες μετάδοσης για τα δικά τους κόμματα, αντί να οικοδομήσουν ενιαία κοινωνικά κινήματα. Αν και μια τέτοια προσέγγιση δεν θεωρητικοποιείται με τον ίδιο τρόπο από άλλες ριζοσπαστικές αριστερές οργανώσεις, η IST (Διεθνής Σοσιαλιστική Τάση με κέντρο το βρετανικό SWP) και η CWI (Επιτροπή για μια Εργατική Διεθνή με κέντρο το βρετανικό Σοσιαλιστικό Κόμμα) έχουν συχνά την τάση να χρησιμοποιούν την ίδια προσέγγιση.
Στις τελευταίες αυτές περιπτώσεις, η άλλη τάση είναι ότι η επένδυση των ηγετικών στελεχών σε αυτά τα σχέδια τείνει να είναι σποραδική -και σε ένα μόνο θέμα κάθε φορά- με βάση όχι την κρίση τους για την αντικειμενική σημασία των θεμάτων για τα οποία γίνεται η κινητοποίηση, αλλά για τις δυνατότητες στρατολόγησης.
Αυτό συμβαίνει επίσης και σε ορισμένες οργανώσεις που δεν εντάσσονται ακριβώς στο ίδιο πλαίσιο -και στις οποίες εργάζονται ορισμένοι σύντροφοί μας. Το Αριστερό Κόμμα στη Σουηδία, για παράδειγμα, διατείνεται ότι είναι «η φωνή των κινημάτων» -αλλά μιλάει μόνο για τα δικά του μέτωπα, όχι για ευρύτερα κινήματα.
Παρόμοια πράγματα συμβαίνουν σε όλες τις ηπείρους και πιθανότατα σε όλες τις χώρες, κάτι που είναι προβληματικό γιατί υπονομεύει τη δυνητική ενότητα του εκάστοτε κινήματος, αλλά και γιατί δίνει στη ριζοσπαστική αριστερά στο σύνολό της ένα πολύ κακό όνομα μέσα στα κοινωνικά κινήματα όπου είναι παρούσα.
Ταυτόχρονα, πρέπει να προφυλαχθούμε και από τον αντίθετο κίνδυνο, δηλαδή η υποστήριξή μας προς την αυτονομία και τη δημοκρατία των κοινωνικών κινημάτων να μας εμποδίσει να προωθήσουμε τη συνολική μας πολιτική και να συσπειρώσουμε κόσμο στον αγώνα μας.
4. Γενικοί κίνδυνοι στα κινήματα
α) Γραφειοκρατικοποίηση / έλλειψη δημοκρατίας
Υπάρχει ένας πραγματικός κίνδυνος γραφειοκρατικοποίησης σε κάθε κοινωνικό κίνημα, εκτός αν υπάρχει ιδιαίτερη ανησυχία για να διασφαλίζεται ότι οι άνθρωποι που δραστηριοποιούνται σε επίπεδο βάσης έχουν πραγματικό αντίκτυπο στην ηγεσία της οργάνωσης. Αυτό ισχύει ακόμη και σε κοινωνικά κινήματα όπου δεν υπάρχει έμμισθο προσωπικό ή όπου οι υλικές συνθήκες του έμμισθου προσωπικού διαφέρουν ελάχιστα από εκείνες των άμισθων εθελοντών. Όταν δημιουργούνται νέες οργανώσεις, αυτό συμβαίνει συνήθως επειδή υπάρχει ένας πιεστικός κοινός στόχος, πράγμα που σημαίνει ότι πολλοί άνθρωποι δεν δίνουν προσοχή σε αυτά τα ζητήματα -αλλά όταν γίνονται λάθη, είναι πιο δύσκολο να αλλάξουν αργότερα και είναι πιθανό να θέσουν σε κίνδυνο την ικανότητά τους να διατηρηθούν μακροπρόθεσμα. Όταν οι οργανώσεις μεγαλώνουν, ο κίνδυνος μεγαλώνει και αυτός, επειδή οι δομές γίνονται βαρύτερες. Και ορισμένες οργανώσεις γίνονται εχθρικές στην ιδέα να συζητηθούν τρόποι αποφυγής αυτών των κινδύνων, επειδή επικεντρώνονται στην άσκηση πίεσης και στον επηρεασμό των πολιτικών ή των μεγάλων ΜΚΟ.
β) Πελατειακές σχέσεις και αλληλοβοήθεια
Το κείμενο του Παγκόσμιου Συνεδρίου για τη Λατινική Αμερική το 1991, «Δυναμική των μαζικών κινημάτων και των φεμινιστικών ρευμάτων», υπογράμμισε τους κινδύνους των πελατειακών σχέσεων (δηλαδή της προσδοκίας ότι η υποστήριξη -ορισμένων- αιτημάτων του κινήματος θα «ανταμειφθεί» με την υποστήριξη του πολιτικού κόμματος που τα προβάλλει) και της αμοιβαίας βοήθειας (όταν το κίνημα παρέχει υπηρεσίες που θα έπρεπε να παρέχονται δωρεάν από το σύνολο της κοινωνίας).
«Η απεύθυνση αιτημάτων που αφορούν κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα προς το κράτος έχει το τεράστιο πλεονέκτημα ότι εντοπίζει την ευθύνη εκεί που ανήκει, στο σύνολο της κοινωνίας και στους θεσμούς της, και έτσι προσδίδει ευκολότερα στη μαζική δράση πολιτικό χαρακτήρα».
«Οι επιτυχημένοι αγώνες και κινητοποιήσεις προωθούν τη συνολική ευαισθητοποίηση, καθώς και τη δύναμη και την εμπιστοσύνη στις ικανότητές τους. Η εμπειρία μας έχει διδάξει, ωστόσο, ότι αυτός ο δρόμος δεν είναι άμοιρος κινδύνων: αφενός μπορεί να ενθαρρύνει μια πελατειακή δυναμική και, αφετέρου, έχοντας κερδίσει σε ορισμένα αιτήματα, οι γυναίκες μπορεί να βρεθούν να απορροφούνται σε διοικητικά καθήκοντα στην παροχή υπηρεσιών».
Μας φαίνεται ότι αυτοί οι κίνδυνοι, που, σύμφωνα με το κείμενο, μπορούν να αντιμετωπιστούν καλύτερα με τον αγώνα για την όσο το δυνατόν πληρέστερη δημοκρατία στο εσωτερικό του κινήματος, είναι ωστόσο δυσκολίες που είναι πιθανό να αντιμετωπίσουν όλα τα κοινωνικά κινήματα, ιδίως στις χώρες του Νότου.
Ταυτόχρονα, γνωρίζουμε ότι μερικές φορές τα κινήματα που οργανώνονται για να καλύψουν τις άμεσες ανάγκες των ανθρώπων μπορεί να είναι απαραίτητα για την προσέλκυση περισσότερων δυνάμεων στη δράση, όπως για παράδειγμα η δράση των συντρόφων στο Πακιστάν που παρείχαν τρόφιμα σε πολιτικούς κρατούμενους που αποφυλακίζονται χωρίς να έχουν άλλη δυνατότητα διατροφής και που ήταν η μόνη οικονομική υποστήριξη των οικογενειών τους όσο ήταν στη φυλακή. Σε άλλες περιπτώσεις, τέτοιες μορφές προεικόνισης μπορούν να βοηθήσουν να ασκηθεί πίεση στο κράτος για να παράσχει υπηρεσίες σε συνεχή ή ευρύτερη βάση, για παράδειγμα στη Μεγάλη Βρετανία τη δεκαετία του 1970 οι ομάδες γυναικείας απελευθέρωσης έκαναν εκστρατεία για κοινοτικούς βρεφονηπιακούς σταθμούς και, σε ορισμένες περιπτώσεις, κατέλαβαν και άδεια κτίρια και τα διαμόρφωσαν οι ίδιες, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν τέτοιες υπηρεσίες από ορισμένα δημοτικά συμβούλια.
γ) Κατακερματισμός
Παρόλο που είμαστε υπέρ της σύγκλισης των αγώνων και της αλληλο-υποστήριξης -αυτό που μερικές φορές αποκαλείται «κίνημα των κινημάτων»-, αυτό δεν σημαίνει ότι τα κινήματα υιοθετούν αιτήματα για όλα τα ζητήματα. Για παράδειγμα, είναι εξαιρετικό το γεγονός ότι μέσα στην La Via Campesina υπάρχουν τμήματα γυναικών και νεολαίας και ειδικές εκδηλώσεις για τις ειδικές τους ανάγκες ως μέρος της εκστρατείας της για τη γη και την επισιτιστική κυριαρχία.
Αντίθετα, μέσα στην Ende Gelände, του περιβαλλοντικού κινήματος άμεσης δράσης στη Γερμανία, ορισμένοι/ες έχουν προτείνει να έπαιρνε θέση σε όλα τα πολιτικά ζητήματα, πράγμα όμως που θα είχε τον κίνδυνο κατακερματισμού και εξασθένισης του κινήματος.
δ) Αριστερισμός
Πρέπει επίσης να φροντίσουμε να καταπολεμήσουμε τις αριστερίστικες λογικές μέσα στα κοινωνικά κινήματα, οι οποίες χαρακτηρίζονται από: μια διαρκή αναζήτηση μιας ριζοσπαστικότητας για την ριζοσπαστικότητα (στην πολιτική γραμμή και στις μεθόδους πάλης), άρνηση κάθε συμβιβασμού και κάθε συμμαχίας με άλλα προοδευτικά τμήματα των κοινωνικών κινημάτων, που θεωρούνται ότι δεν είναι αρκετά ριζοσπαστικά, ή και μια αποσύνδεση από την ταξική συνείδηση των μαζών και μια δυσπιστία απέναντί της. Σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από μια υποχώρηση των επαναστατικών κινημάτων, αυτού του είδους η λογική τείνει να αποκτήσει μεγαλύτερο βάρος, επιδιώκοντας να αντισταθμίσει τη σχετική αδυναμία των μαζικών κινημάτων με έναν αφηρημένο ριζοσπαστισμό.
5. Η άνοδος και η πτώση του κινήματος κατά της παγκοσμιοποίησης
Ώς τώρα, ένα ανώτατο σημείο συντονισμού των κοινωνικών κινημάτων σε διεθνές (και περιφερειακό) επίπεδο είχε επιτευχθεί με την ανάπτυξη των Παγκόσμιων Κοινωνικών Φόρουμ (ΠΚΦ), καθώς και των περιφερειακών φόρουμ, που επίσης αναπτύχθηκαν. Το ΠΚΦ πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά στο Πόρτο Αλέγκρε της Βραζιλίας το 2001 και διοργανώθηκε κάθε χρόνο μέχρι το 2016. Η απόσυρση της Παγκόσμιας Πορείας των Γυναικών και της La Via Campesina από το Παγκόσμιο Συμβούλιο του ΠΚΦ γύρω στο 2005 ήταν ταυτόχρονα αντανάκλαση και παράγοντα της φθίνουσας σημασίας του.
Η καμπύλη της συμμετοχής στα φόρουμ ήταν ανομοιόμορφη -αντανακλώντας σε κάποιο βαθμό τόσο τις τάσεις στο εσωτερικό των κύριων κοινωνικών κινημάτων που συμμετείχαν, όσο όμως και τις γενικότερες πολιτικές εξελίξεις. Το πλαίσιο ήταν αρχικά ο κύκλος των αγώνων μεταξύ 1995 και 2005 και κατόπιν ο επόμενος κύκλος. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ούτε ο κύκλος αγώνων που οδήγησε στην ανάπτυξη των κινημάτων indignad@s/occupy ούτε η άνοδος της Αραβικής Άνοιξης είχαν ως κύριο σημείο αναφοράς το ΠΚΦ, ούτε και οδήγησαν σε μόνιμα κοινωνικά κινήματα με διεθνή συντονισμό.
Το πολιτικό πλαίσιο των πρώτων φόρουμ περιελάμβανε σημαντικές εξελίξεις στη Λατινική Αμερική -αξιοποιώντας μέρος της δουλειάς των Encuentros (ηπειρωτικές συναντήσεις των φεμινιστικών κινημάτων), αλλά και συγκεντροποιώντας τες, στον απόηχο της εξέγερσης των Ζαπατίστας στην Τσιάπας το 1994, αλλά και της ανάπτυξης του PT που οδήγησε στην πρώτη εκλογή του Λούλα το 2003. Η μαζική διαδήλωση κατά του ΠΟΕ στο Σιάτλ -με τη συμμετοχή μεγάλου αριθμού συνδικαλιστών- έπαιξε επίσης σημαντικό ρόλο, όπως και οι κινητοποιήσεις κατά της Παγκόσμιας Τράπεζας, του ΔΝΤ και του G8 (Ουάσιγκτον τον Απρίλιο του 2000, Πράγα τον Σεπτέμβριο του 2000, Γένοβα τον Ιούλιο του 2001), ιδιαίτερα στη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη. Η ανάπτυξη ενός πολύ σημαντικού διεθνούς αντιπολεμικού κινήματος από το φθινόπωρο του 2002, το οποίο διαμαρτυρόταν κατά της εισβολής στο Ιράκ -πριν από την εισβολή τον Μάρτιο του 2003 και μετά- έδωσε μια τρίτη βασική ώθηση σε ορισμένα από τα πρώτα φόρουμ. Αξίζει να διερευνηθεί ο βαθμός στον οποίο οι πολιτικές εξελίξεις μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου άνοιξαν μια συζήτηση για εναλλακτικές λύσεις στον καπιταλισμό.
Αυτά τα ρεύματα δεν ήταν οι μόνες σημαντικές οργανώσεις που ενεπλάκησαν στο ΠΚΦ από την αρχή. Άλλες βασικές οργανώσεις ήταν η CADTM (ιδρύθηκε στο Βέλγιο το 1990), η Via Campesina (ιδρύθηκε στο Βέλγιο το 1993), η Attac (ιδρύθηκε στη Γαλλία το 1998) και η Παγκόσμια Πορεία Γυναικών (ιδρύθηκε στο Κεμπέκ το 2000).
Συνδικάτα και συνδικαλιστές υποστήριξαν το σχέδιο, από το CUT στη Βραζιλία μέχρι το KCTU στη Νότια Κορέα και το WOSA στη Νότια Αφρική. Στην Ευρώπη, εκτός από τη γαλλική CGT και τη FSU, συνδικάτα της γερμανικής DGB όπως το IG Metall και το ver. di, οι βελγικές συνομοσπονδίες FGTB και CSC, οι βρετανικές UNITE και RMT, η ιταλική FIOM, τα αμερικανικά συνδικάτα AFL-CIO γύρω από το Labor Notes και το ρεύμα των επαναστατικών συνδικάτων και συνδικαλιστών, η ισπανική CGT, οι COBAS, STI και USB στην Ιταλία, η CONLUTAS στη Βραζιλία, η CTA στην Αργεντινή και η Union syndicale Solidaires στη Γαλλία, συνδικάτα που σήμερα ανήκουν στο Διεθνές Δίκτυο Αλληλεγγύης και Αγώνα των Εργαζομένων.
Μετά το πρώτο φόρουμ το 2001, οι βραζιλιάνικες οργανώσεις που το διοργάνωσαν συνέταξαν μια Χάρτα Αρχών. Υπάρχουν δύο σημεία που αξίζει να σχολιαστούν σε αυτό το κείμενο: πρώτον, η στάση του απέναντι στα πολιτικά κόμματα (τα οποία, στο κείμενο, συγχέονται σχεδόν πάντα με τα κυβερνητικά κόμματα): «Οι εκπρόσωποι κομμάτων και στρατιωτικών οργανώσεων δεν μπορούν να λάβουν μέρος στο φόρουμ ως τέτοια. Μέλη κυβερνήσεων και βουλευτές που συμφωνούν με την παρούσα Χάρτα μπορούν να προσκληθούν και να συμμετάσχουν στο Φόρουμ μόνο σε προσωπικό επίπεδο.
Επιπλέον, τα κόμματα δεν θα μπορούσαν να διοργανώσουν εργαστήρια στο πλαίσιο του Φόρουμ ούτε να στήσουν περίπτερα στο χώρο του. Αλλά η διακήρυξη αντανακλούσε επίσης και μια ανάπτυξη αυτονομιστικών ιδεών μέσα στο κίνημα, δίνοντας έμφαση στην ιδέα μιας παράλληλης εξουσίας και όχι στην ανάγκη αντιμετώπισης και διάλυσης του κράτους. Το σύνθημα “Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός” θα μπορούσε να υποστηρίζεται -και υποστηρίχθηκε- από ρεύματα με διαφορετικές προσεγγίσεις σε αυτή και άλλες συζητήσεις.
Μια δεύτερη διακήρυξη απαγόρευσε στα Φόρουμ αυτά καθαυτά να εκδίδουν δηλώσεις ή θέσεις, αλλά ταυτόχρονα δημιούργησε ένα χώρο για τη συγκέντρωση κοινωνικών κινημάτων που μπορούσαν να το κάνουν -και το έκαναν.
Η 4η Διεθνής διέθεσε σημαντικούς πόρους στο κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης, στο αντιπολεμικό κίνημα και σε άλλα κινήματα που συμμετείχαν στη διαδικασία του Κοινωνικού Φόρουμ, καθώς και στο ίδιο το ΠΚΦ. Ειδικότερα, οι σύντροφοί μας έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη σύγκληση της Συνέλευσης των Κοινωνικών Κινημάτων, η οποία εξέδωσε σημαντικές ανακοινώσεις από το 2005 έως το 2015, οι οποίες ήταν κάπως απομακρυσμένες από το ίδιο το φόρουμ, αλλά είχαν ωστόσο κάποιον αντίκτυπο.
Θα πρέπει να προσπαθήσουμε να εκτιμήσουμε σε ποιο βαθμό η σχετική ατροφία του κινήματος με αυτή τη μορφή ήταν αποτέλεσμα των αλλαγών στη διεθνή πολιτική κατάσταση (π.χ. υποχώρηση της ροζ παλίρροιας -των λεγόμενων προοδευτικών κυβερνήσεων στη Λατινική Αμερική-, άνοδος μιας νέας ακροδεξιάς, υποχώρηση του αντιπολεμικού κινήματος, κ.λπ.) και σε ποιο βαθμό ήταν αποτέλεσμα στρατηγικών λαθών των κύριων πολιτικών ρευμάτων που ηγούνται του κινήματος.
6. Συμπέρασμα
Το κείμενο αυτό βασίζεται στις προηγούμενες συλλογικές συζητήσεις μας σχετικά με τη σημασία των κοινωνικών κινημάτων στη μάχη για το σοσιαλισμό. Αφενός, για τη στρατηγική τους σημασία στην κινητοποίηση και την πολιτικοποίηση στρωμάτων των εκμεταλλευόμενων και των καταπιεσμένων, και αφετέρου για τη σημασία τους στην ίδια την προγραμματική και διεκδικητική επεξεργασία για τον εμπλουτισμό του δικού μας προγράμματος. Αυτή η προσέγγιση αποτελεί μια σημαντική πρόοδο για το πολιτικό μας ρεύμα εδώ και δεκαετίες και η κωδικοποίησή της, κάπως πιο συστηματικά, αποτελεί σημαντικό καθήκον. Η παραγωγή όσο το δυνατόν σαφέστερων πορισμάτων, προκειμένου να έχει αντίκτυπο στη θεωρία και την πρακτική μας, πέρα από το ίδιο το Συνέδριο, απαιτεί την ευρύτερη δυνατή συζήτηση στις τάξεις μας. Θα είναι σημαντικό να πάρουμε περαιτέρω συνεισφορές σχετικά με τα θεωρητικά και πρακτικά πορίσματα που θα προκύψουν από αυτή τη δουλειά. Μπορούµε ήδη να αναφέρουμε ορισµένα σημεία που χρειάζονται επεξεργασία:
- τα κινήματα των φτωχών αγροτών, των εργατών/τριών γης και των γεωργών πώς διαπλέκονται με τις υποθέσεις των πρώτων μαρξιστών για τη στρατηγική σχέση μεταξύ του προλεταριάτου και της αγροτιάς,
- ο στρατηγικός ρόλος των αυτόχθονων κοινοτήτων και η ουσιαστική συμβολή τους σε άλλα κοινωνικά κινήματα, όπως το γυναικείο κίνημα ή/και το περιβαλλοντικό κίνημα,
- οι λόγοι για τους οποίους το κίνημα κατά του χρέους υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχές στην επέκταση της διεθνούς του εμβέλειας σε μια εποχή που άλλα κινήματα υποχώρησαν ή αναγκάστηκαν να αλλάξουν σημαντικά τον προσανατολισμό τους ή/και τις μορφές οργάνωσής τους,
- ο ρόλος των αντιδραστικών κοινωνικών κινημάτων -ίσως ιδιαίτερα στην Ασία και τη Βόρεια Αφρική,
- οι σχέσεις μεταξύ των ρευμάτων στο εσωτερικό των κινημάτων των γυναικών και των ΛΟΑΤΚΙΑ+ κινημάτων και τις νέες θεωρητικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε.
Επίσης διαπιστώνουμε ότι η συλλογική μας συζήτηση δεν έχει ιδιαίτερα αναπτυχθεί σχετικά με δύο συγκεκριμένες καταπιέσεις: πρώτον, σε σχέση με τον ρατσισμό και τη φυλετικοποίηση και, δεύτερον, σε σχέση την αναπηρία και τον μισαναπηρισμό.
Το πρώτο είναι ιδιαίτερα περίπλοκο, επειδή η ιστορία της αυτοοργάνωσης δεν είναι μόνο πολύ διαφορετική στα διάφορα μέρη του Νότου, αλλά και μέσα στον Βορρά (επειδή αφορά διαφορετικούς πληθυσμούς). Διάφοροι παράγοντες, τόσο ιστορικοί όσο και σημερινοί, όπως η φύση των αποικιοκρατικών σχέσεων, η παρουσία ενός προ-αποικιακού ιθαγενικού πληθυσμού, η ύπαρξη πληθυσμού αφρο-καταγόμενου από τη δουλοκτητική οικονομία και οι διαφορετικές μορφές και αιτίες των μεταναστευτικών κινήσεων, επηρεάζουν τόσο τον τρόπο με τον οποίο βιώνεται ο ρατσισμός όσο και τις μορφές των αντιρατσιστικών αγώνων και κινημάτων. Ταυτόχρονα, οι απαντήσεις μας στις προκλήσεις που θέτει ο μαύρος ριζοσπαστισμός και ο μαύρος μαρξισμός δεν είναι επαρκώς ανεπτυγμένες. Τέλος, δεν έχουμε ασχοληθεί με τη διάδραση της αυτοοργάνωσης ανάμεσα σε ιθαγενίς και σε μαύρους, που επίσης είναι σημαντική, για παράδειγμα στη Βραζιλία. Και σε αυτό, θα ήταν σημαντικό να έχουμε συνεισφορές σε αυτά τα ζητήματα.
Όσον αφορά τα ζητήματα της αναπηρίας και του μισαναπηρισμού, υπάρχει ένα μεγάλο σώμα μαρξιστικών θεωριών που αναπτύχθηκε από άτομα με αναπηρία μέσα από το πλαίσιο των κινημάτων για την αναπηρία, καθώς και από ακτιβιστές και ακαδημαϊκούς. Ωστόσο, υπάρχουν λιγότερες διατομές μεταξύ των κινημάτων αναπηρίας και άλλων κοινωνικών κινημάτων, έστω και αν και υπάρχουν ορισμένες οργανώσεις αναπηρίας που είναι διατομεακές, ιδίως τα γυναικεία κινήματα αναπήρων. Παρά τις ιστορικές αδυναμίες της αριστεράς στο σύνολό της να οργανώσει και να εντάξει ως άτομα με αναπηρία ή σε αλληλεγγύη με τα κινήματα για την αναπηρία, είναι σημαντικό να είμαστε συνεπείς υποστηρικτές του κοινωνικού μοντέλου της αναπηρίας. Το κοινωνικό μοντέλο της αναπηρίας υποστηρίζει ότι δεν είναι οι ίδιες οι αναπηρίες που προκαλούν την καταπίεση των ατόμων με αναπηρία. Αντίθετα, αναπηρία είναι ο κοινωνικός αποκλεισμός των ατόμων με αναπηρία λόγω των αναγκών της καπιταλιστικής κοινωνίας. Υποστηρίζουμε την αυτόνομη αυτοοργάνωση των ατόμων με αναπηρία και πρέπει επίσης να αγωνιστούμε για να διασφαλίσουμε ότι όλα τα κοινωνικά κινήματα και η αριστερά να οργανωθούν με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι όσο το δυνατόν πιο προσβάσιμα στα άτομα με αναπηρία, προκειμένου να διασφαλιστεί και η ένταξή τους στην αριστερά -πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε αλληλέγγυοι με τα αιτήματα των ατόμων με αναπηρία και των οργανώσεών τους, καθώς και με τις τακτικές και τα αιτήματα που επιλέγουν. Αυτός είναι ένας τομέας στον οποίο ορισμένες από τις οργανώσεις μας εργάζονται και αναπτύσσουν ιδέες -και καλωσορίζουμε συνεισφορές σχετικά με αυτή τη θεωρία και πρακτική.
Τα κοινωνικά κινήματα αναπόφευκτα αναδύονται και αναδιαμορφώνονται σε ένα πλαίσιο κρίσης και αναταραχών, οπότε θα υπάρξουν και πολλά νέα ερωτήματα να εξετάσουμε. Ειδικότερα, δεν πρέπει να αγνοηθεί η σημαντική εξέλιξη του κινήματος αλληλεγγύης προς τον παλαιστινιακό λαό από τις 7 Οκτωβρίου 2023 και τη γενοκτονική απάντηση του ισραηλινού κράτους. Αξιολογήσαμε τα δυνατά σημεία του κινήματος -συμπεριλαμβανομένης της διεθνούς επέκτασής του-, τη νεότητα και τη θηλυκοποίηση της ηγεσίας του, την αυξανόμενη δύναμη της εβραϊκής συμμετοχής στην αλληλεγγύη προς τον παλαιστινιακό λαό και τη θετική συσχέτιση αυτού του κινήματος αλληλεγγύης με άλλα κοινωνικά κινήματα. Αξιολογήσαμε επίσης και τις αδυναμίες του -ιδίως τη σχετική έλλειψη ισχύος του στον αραβικό κόσμο και, ασφαλώς, την τρομακτική ανισορροπία δυνάμεων για τον παλαιστινιακό λαό στο σύνολό του. Αυτές οι εκτιμήσεις πρέπει να αναπτυχθούν ή/και να επικαιροποιηθούν υπό το φως των περαιτέρω εξελίξεων.
Η κατανόηση και ο προσανατολισμός των κοινωνικών κινημάτων, που αναπτύχθηκε εδώ, τροφοδοτεί την πολιτική μας δραστηριότητα, ως 4η Διεθνή, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
Παράρτημα 1
Το γυναικείο κίνημα
Το 2021, η Τέταρτη Διεθνής υιοθέτησε μια απόφαση με τίτλο «Η νέα άνοδος του γυναικείου κινήματος». Αν και είναι προγενέστερο του παρόντος εγγράφου, εξακολουθεί να είναι χρήσιμο ως συμπλήρωμα για τη σημερινή κατάσταση του κινήματος.
Παράρτημα 2
Κινήματα ΛΟΑΤΚΙΑ+
Το παρόν παράρτημα δεν έχει σκοπό να δώσει μια πλήρη εικόνα της κατάστασης του αγώνα ή του κινήματος ΛΟΑΤΚΙΑ+, αλλά να αναδείξει ορισμένους από τους βασικούς παράγοντες που αντιμετωπίζει το κίνημα και η αριστερά σήμερα, με βάση τη συλλογική μας, αλλά και μερική μας, εμπειρία.
Όσον αφορά τις στάσεις της άρχουσας τάξης, βρισκόμαστε σε μια αντιφατική κατάσταση όσον αφορά την πολιτική για τους ΛΟΑΤΚΙΑ+, όπως συμβαίνει σε κάποιο βαθμό και με άλλα κοινωνικά ζητήματα. Από τη μία πλευρά, οι ομοφοβικές, μισογυνικές και ιδιαίτερα οι τρανσφοβικές πολιτικές αποτελούν κεντρικά θέματα κινητοποίησης για τα κύρια ακροδεξιά κινήματα. Ο Τραμπ και όσοι τον πλαισιώνουν είναι το πιο ορατό από αυτά, αλλά δεν θα πρέπει να υποβαθμίσουμε τον ρόλο των ευαγγελιστικών χριστιανικών ρευμάτων στην Αφρική και τη Λατινική Αμερική ή τις επιθέσεις στα γονικά δικαιώματα και τα δικαιώματα υιοθεσίας των ομόφυλων ζευγαριών στην Ιταλία της Μελόνι.
Από την άλλη πλευρά, άλλα κράτη διατείνονται ότι υπερασπίζονται τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙΑ+, ως μέρος των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», ενώ εστιάζουν στην ιδέα ότι (1) η ΛΟΑΤΚΙΑ+ οικογένεια (όπως και η ετεροφυλόφιλη οικογένεια) μπορεί να αντικαταστήσει τις δημόσιες υπηρεσίες στη διασφάλιση της κοινωνικής αναπαραγωγής και ότι (2) η αγορά “ουράνιου τόξου” είναι χρήσιμη για το κεφάλαιο για την επίτευξη κέρδους.
Αυτή η τάση, που υπάρχει εδώ και δεκαετίες, προσαρμόζεται στην ακροδεξιά ατζέντα, ακόμη και αν δεν είναι τόσο τραγελαφική όσο στην περίπτωση της μετανάστευσης. Ταυτόχρονα, εξακολουθεί να είναι ένα πρόγραμμα που απευθύνεται κυρίως σε cis ομοφυλόφιλους άνδρες και τους βολεύει.
Το κίνημα LGBTQIA+ διαθέτει πολύ λίγες διεθνείς δομές ή εκδηλώσεις, γεγονός που καθιστά δύσκολη την εκτίμηση του συσχετισμού των πολιτικών δυνάμεων.
Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται από το γεγονός ότι το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ και τα συναφή περιφερειακά φόρουμ, τα οποία παρείχαν κάποια ορατότητα στις ριζοσπαστικές ομάδες μέσα στο κίνημα, δεν λειτουργούν πλέον με τον ίδιο τρόπο.
Παρόλα αυτά, μπορούμε να καταγράψουμε ορισμένες γενικές τάσεις:
- Από την αρνητική πλευρά, πρέπει να σημειώσουμε -και να βρούμε πιο αποτελεσματικούς τρόπους αντιμετώπισης- την ανάπτυξη ενός ορατού αντι-τρανς ρεύματος. Η τάση αυτή δεν περιορίζεται σε καμία περίπτωση στις λεσβίες, τους ομοφυλόφιλους και πολύ περιστασιακά στα διεμφυλικά άτομα -πολλές από τις πιο εξέχουσες φυσιογνωμίες της είναι cis γυναίκες- και πολύ συχνά αποτελεί μειοψηφία μεταξύ των ακτιβιστών, αλλά παρ' όλα αυτά είναι βαθιά επιζήμια. Από πολιτική άποψη, μπορούμε να δούμε πώς αυτό εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, με κάποιους να είναι προφανώς ευτυχείς να κινητοποιούνται μαζί με ακροδεξιούς θέλοντας ταυτόχρονα να προωθήσουν μια αντίληψη για τα «σεξουαλικά δικαιώματα» που παίζει με τις έννοιες του φύλου και της σεξουαλικότητας, σαν αυτά να ήταν σταθερές (μερικές φορές θεόσταλτες) και αναπαράγοντας τελικά και μια υποτιθέμενη ανάγκη «να προστατευθούν τα παιδιά» και οι νέοι, το οποίο είναι πηγή πολύ βαθιάς διάσπασης. Τα περισσότερα από αυτά τα ρεύματα είναι επίσης και σεξουαλικά αρνητικά και βαθιά εχθρικά απέναντι σε όσους/ες αυτοπροσδιορίζονται ως εργαζόμενοι/ες στο σεξ. Από μια πιο θετική οπτική, ωστόσο, υπάρχουν και ορισμένες εξελίξεις που πρέπει να καταγραφούν.
- Μεταξύ των νέων, παρά την ανάπτυξη των ακροδεξιών ιδεών, υπάρχει σε πολλά πλαίσια μια πιο θετική στάση απέναντι στα άτομα που εξερευνούν τη σεξουαλικότητα και την έκφραση του φύλου. Αυτό έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη/διάδοση νέων ταυτοτήτων, όπως οι μη δυαδικές και οι ά-φυλες ταυτότητες, οι οποίες δεν υπήρχαν με τον ίδιο τρόπο σε προηγούμενες περιόδους, καθώς και, σε ορισμένα πλαίσια, σε κάπως διαφορετικούς κοινωνικούς σχηματισμούς για τις τρανς-γυναίκες και τους τρανς-άντρες. Υπάρχουν εδώ κίνδυνοι κατακερματισμού -που επιδεινώνονται από το γεγονός ότι τα διδάγματα που αντλήθηκαν από προηγούμενες περιόδους αγώνα δεν διαθέτουν ισχυρούς διαύλους εξερεύνησης. Επιπλέον, το επίπεδο ατομικοποίησης και απομόνωσης που επιβάλλει ο προηγμένος καπιταλισμός στους πιο περιθωριοποιημένους ανθρώπους μπορεί να οδηγήσει σε σεχταρισμό που γεννάει η στέρηση.
- Ορισμένα από τα διδάγματα και τους τρόπους οργάνωσης που προέκυψαν γύρω από το HIV/AIDS, ιδιαίτερα στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες, είχαν ως αντίκτυπο σε ορισμένες από τις πιο θετικές κολεκτιβιστικές συλλογικότητες που δραστηριοποιήθηκαν στην πανδημία του Covid 19, να προσανατολίσουν τον αγώνα για κρατική προστασία των ατόμων που κινδυνεύουν περισσότερο. Η ευλογιά δεν είχε τον ίδιο αντίκτυπο, αλλά σε έναν κόσμο όπου η περιβαλλοντική κρίση σημαίνει ότι και άλλες πανδημίες είναι αναπόφευκτες, θα πρέπει να μάθουμε από αυτό.
- Ορατή εμπλοκή πολλών queer ακτιβιστών, συμπεριλαμβανομένων των τρανς και λεσβιών ακτιβιστών, σε καμπάνιες για την υπεράσπιση και την επέκταση των αγώνων για σωματική αυτονομία. Ο αγώνας για την υπεράσπιση και την επέκταση του δικαιώματος στην άμβλωση, τόσο νομικά όσο και έμπρακτα, συνέχισε να είναι κρίσιμος σε πολλά μέρη και ηπείρους. Ταυτόχρονα, η συμμετοχή των queer ακτιβιστών σε αυτές τις καμπάνιες οδήγησε συχνά σε ευρύτερη υποστήριξη του αγώνα των τρανς ατόμων, ιδίως των νέων τρανς ατόμων, για υγειονομική περίθαλψη που να σέβεται τη ζωή.
- Κατά τη διάρκεια του κινήματος Black Lives Matter, η ορατότητα μιας ειδικής αναφοράς στις ζωές των μαύρων τρανς γυναικών ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντική. Όμως, δεν είμαστε σε θέση να βγάλουμε γενικότερα συμπεράσματα για το τι σημαίνει αυτό για τη σχέση μεταξύ των κινημάτων μαύρων/ιθαγενών/queer και τρανς σε διαφορετικές περιοχές.
- Ριζοσπαστικές queer και φεμινίστριες ακτιβίστριες έχουν συχνά δείξει ορατή αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη, απορρίπτοντας το pinkwashing (ροζ ξέπλυμα) της ισραηλινής κοινωνίας με πρόσχημα τον αναμφισβήτητο σεξισμό και την ετεροφυλοφιλία της Χαμάς. Αυτές/οί οι ακτιβίστριες/ές επισημαίνουν σωστά ότι οι Παλαιστίνιες γυναίκες και τα ΛΟΑΤΚΙΑ+ άτομα είναι επίσης θύματα της ισραηλινής γενοκτονίας, ότι η καταπίεση των Παλαιστινίων ΛΟΑΤΚΙΑ+ ατόμων υπό ισραηλινή κυριαρχία (εντός και εκτός της «πράσινης γραμμής») επιδεινώνεται από την απαρτχάιντ νομοθεσία που τους στοχοποιούν ως Παλαιστίνιους και ότι η ισραηλινή κοινωνία απέχει πολύ από το να αποτελεί πρότυπο για τα δικαιώματα των γυναικών ή των ΛΟΑΤΚΙΑ+ ατόμων, ακόμη και σε σύγκριση με τις καπιταλιστικές δημοκρατίες της Δυτικής Ευρώπης ή της Αμερικής. Αυτές οι οργανώσεις και ομάδες βασίζονται στη δουλειά που έχουν κάνει εδώ και καιρό οι queer ακτιβιστές και οργανώσεις στην περιοχή και όσοι εργάζονται στο πλαίσιο του διεθνούς κινήματος αλληλεγγύης, αλλά έγιναν ακόμα πιο εμφανείς καθώς το κίνημα αναπτύχθηκε διεθνώς τον τελευταίο χρόνο ή και περισσότερο. Παρόλο που υπήρξαν κάποιες εντάσεις σε ορισμένες χώρες (π.χ. στη Δανία τις πρώτες μέρες), συνολικά αυτή η εξέλιξη κατέστησε ένα βασικό τμήμα του queer κινήματος πιο ορατό από πριν, σαφώς ευθυγραμμισμένο με μια αντιιμπεριαλιστική προσέγγιση και πιο προσιτό σε κοινότητες που μπορεί προηγουμένως να αισθάνονταν πιο αποκλεισμένες. Τα σημεία που έχουν θέσει οι αγωνιστές αυτοί θα πρέπει να ενσωματωθούν στο λόγο του ευρύτερου κινήματος αλληλεγγύης.
Παράρτημα 3
Αντιρατσισμός
Όσον αφορά τον ρατσισμό και τη φυλετικοποίηση, παρά τις δυσκολίες που σημειώθηκαν στο συμπέρασμα, αξίζει να σημειωθεί ότι δύο σημαντικά παγκόσμια γεγονότα επηρέασαν και δίχασαν έντονα αυτά τα κινήματα: η «Παγκόσμια Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών κατά του ρατσισμού, των φυλετικών διακρίσεων, της ξενοφοβίας και της μισαλλοδοξίας» στο Ντέρμπαν το 2001 και οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.
Στη Διάσκεψη του Ντέρμπαν, οι έντονες συζητήσεις και οι αντικρουόμενοι ισχυρισμοί επικεντρώθηκαν σε:
- αν ο σιωνισμός είναι μια μορφή ρατσισμού,
- αν η αύξηση του αντισημιτισμού οφείλεται στην καταπίεση των Παλαιστινίων από τις διάφορες κυβερνήσεις του κράτους του Ισραήλ κ.ο.κ,
- για την απαίτηση ατομικής συγγνώμης από κάθε κράτος που έχει εμπλακεί σε δουλεία στο παρελθόν,
- καθώς και την αναγνώριση της δουλείας ως εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας, που σημαίνει και επανορθώσεις
- για την επιβεβαίωση του δικαιώματος των προσφύγων και την αναγκαία προστασία των εθνοτικών, πολιτιστικών, γλωσσικών και θρησκευτικών μειονοτήτων
- για τις διακρίσεις κατά των Ρομά και των ανθρώπων του ταξιδιού
- για τη ρητή αναγνώριση της σχέσης μεταξύ σεξισμού και ρατσισμού.
Εξάλλουν, οι επιθέσεις στους δίδυμους πύργους της Νέας Υόρκης θα χρησιμοποιηθούν ως πρόσχημα για την ενίσχυση μιας νέας μορφής ρατσισμού, η οποία σε ορισμένες χώρες (Γαλλία και Βέλγιο) θα είναι πολύ δύσκολο να αναγνωριστεί: η ισλαμοφοβία.
Γινόμαστε μάρτυρες δύο σημαντικών αλλαγών στον αγώνα κατά του ρατσισμού: τη δεκαετία του '90, είναι η εγκατάλειψη του βιολογικού ρατσισμού (δεν υπάρχει ανθρώπινη φυλή), ο οποίος αντικαταστάθηκε από τον πολιτισμικό ρατσισμό και αργότερα από τον θρησκευτικό ρατσισμό, και τη δεκαετία του 2000, είναι η υπέρβαση του ηθικού αντιρατσισμού, που βασίζεται στον κρατικό αντιρατσισμό και στην καταπολέμηση της ξενοφοβίας (στερεότυπα και προκαταλήψεις) και των διαπροσωπικών διακρίσεων, από ένα πιο ριζοσπαστικό κίνημα, το οποίο καθοδηγείται από τις νεότερες γενιές ανθρώπων διαφορετικών φυλών, που θέλουν να καταπολεμήσουν τον θεσμικό, συστημικό και δομικό ρατσισμό, ιδίως αυτόν που αναπτύσσεται από το κράτος, τους μηχανισμούς του και τις κυβερνήσεις του.
Το 2020, ένα τρίτο γεγονός θα ταρακουνήσει το αντιρατσιστικό σκηνικό, καθώς το Black Lives Matter σηματοδοτεί τη μεγαλύτερη αντιρατσιστική κινητοποίηση από τη δεκαετία του 1960 και τον αγώνα των μαύρων αμερικανών για τα πολιτικά δικαιώματα.
Σε όλο τον κόσμο, εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές βγήκαν στους δρόμους για να απαιτήσουν ριζικές και μόνιμες αλλαγές στη θέση των μαύρων και των αφρο-καταγόμενων στις κοινωνίες μας (απο-αποικιοποίηση των μυαλών, της εκπαίδευσης, των μουσείων και των δημόσιων χώρων). Οι αγώνες αυτοί ανέδειξαν ιδιαίτερα την αστυνομική βία και τις ρατσιστικές πρακτικές. Από εδώ και στο εξής, ο αγώνας κατά του ρατσισμού πρέπει να αφορά όλες τις μορφές ρατσισμού: εθνοτικές και θρησκευτικές μειονότητες, μετανάστες / πρόσφυγες και όσοι/ες βλέπουν να απορρίπτονται το αίτημά τους για άσυλο, αντισημιτισμός, ισλαμοφοβία, νεγροφοβία και ρωμιοφοβία (τουλάχιστον στην Ευρώπη). Υποστηρίζοντας την αυτοοργάνωση όσων πλήττονται εξαιτίας της φυλής τους, πρέπει να προσπαθήσουμε να ενοποιήσουμε αυτούς τους αγώνες σε ένα ριζοσπαστικό, πλατύ, πλουραλιστικό και ενωτικό κίνημα (σύγκλιση των αγώνων), υπερασπιζόμενοι ταυτόχρονα μια διατομεακή μαρξιστική προσέγγιση.
Σε εμάς εναπόκειται να συνδέσουμε: τις ιμπεριαλιστικές και πολεμικές πολιτικές που στηρίζουν δικτατορίες και προωθούν τον έλεγχο ή/και τη λεηλασία των πρώτων υλών για τις δυτικές, ρωσικές και κινεζικές πολυεθνικές, τις πολιτικές διαρθρωτικής προσαρμογής και χρέους στον Παγκόσμιο Νότο, την υπερθέρμανση του πλανήτη, κ.λπ., ως τις διάφορες αιτίες της μετανάστευσης προς τις μητροπόλεις. Εξού και η σημασία του ανοίγματος των συνόρων και της υπεράσπισης της ελευθερίας στη μετακίνηση και εγκατάσταση, παράλληλα με τη διεκδίκηση οι χώρες του Παγκόσμιου Νότου να μπορέσουν να αναπτυχθούν και να κρατήσουν και τους διανοούμενούς τους.
Τέλος, καταπολέμηση του φασισμού σημαίνει καταπολέμηση των ακροδεξιών κομμάτων και όλων των δομών (ΜΜΕ, κρατικές πολιτικές, κυβερνητικά κόμματα) που συμμετέχουν στην ομαλοποίηση της παρουσίας τους και των ιδεών τους στην πολιτική σκηνή. Αυτό σημαίνει να σκεφτόμαστε στρατηγικά (μακροπρόθεσμα) και τακτικά (βραχυπρόθεσμα) τις συμμαχίες μας για την καταπολέμηση της φασιστικής απειλής. Αυτό που είναι ουσιαστικό στους αντιφασιστικούς μας αγώνες είναι να μπορέσουμε να συνδέχουμε τους κύριους στόχους του κρατικού αυταρχισμού και της καταστολής, με εκείνους που χαρακτηρίζουν πιο ειδικά την ακροδεξιά: είναι οι μετανάστες και οι “φυλετοποιημένοι”, οι γυναίκες, τα ΛΟΑΤΚΙΑ+ άτομα, εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες, οι συνδικαλιστές και άλλοι αριστεροί αγωνιστές. Οι αντιφασιστικοί μας αγώνες δεν μπορούν να ενισχυθούν χωρίς την παρουσία εκείνων που υφίστανται αυτές τις πιο βίαιες καταπιέσεις και, για να το κάνουμε, είναι αναγκαίο να αναγνωρίσουμε τη σημασία του ρατσισμού στην κοινωνία γενικά και στη φασιστική ιδεολογία.
28 Φεβρουαρίου 2025
Μετάφραση : ΤΠΤ – “4”