Μια νίκη έκπληξη και μια αναβολή για το RN

Το Νέο Λαϊκό Μέτωπο (NFP), ένας συνασπισμός που οικοδομήθηκε μέσα σε λίγες ημέρες από τα αριστερά κόμματα (όταν αυτά ήταν ακόμη διασπασμένα στις τελευταίες ευρωεκλογές), κέρδισε 182 έδρες στην Εθνοσυνέλευση, αφήνοντας πίσω του το Rassemblement National (RN) και τους συμμάχους του, που πήραν 143 έδρες, και το στρατόπεδο των Μακρονιστών που πήραν 168 έδρες. Πρόκειται για μια θεαματική ανατροπή της κατάστασης που γνωρίσαμε, στη Γαλλία, από την απειλή ενός ακροδεξιού ασφυκτικού ελέγχου του κρατικού μηχανισμού σε μια σχετική αριστερή πλειοψηφία στη Συνέλευση, εκλεγμένη με ένα πρόγραμμα ρήξης με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Αυτή η ανατροπή δεν μπορεί να γίνει κατανοητή χωρίς να εξετάσουμε τη μαζική κινητοποίηση των τελευταίων εβδομάδων των μαχητικών δυνάμεων του εργατικού και δημοκρατικού κινήματος απέναντι στην ακροδεξιά, που οδήγησε πρώτα στο σχηματισμό αυτού του Νέου Λαϊκού Μετώπου, με την Ανυπότακτη Γαλλία (France insoumise), τους Πράσινους (Europe Ecologie Les Verts), το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα και άλλους (συμπεριλαμβανομένου του αντικαπιταλιστικού NPA), και στη συνέχεια σε μια μεγάλη κινητοποίηση στην κάλπη και σε μια ευρεία ψηφοφορία απόρριψης του RN.

Με τη δυναμική του 31,34% που πήρε στις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου, το Rassemblement National έλαβε πάνω από το 33% των ψήφων στον πρώτο γύρο των εκλογών της 30ής Ιουνίου. Όλα έδειχναν, έτσι, ότι θα έπαιρνε πολύ μεγάλο αριθμό βουλευτών στον δεύτερο γύρο, καθώς όλες οι δημοσκοπήσεις του έδιναν πολύ περισσότερους από 200 βουλευτές και ενδεχομένως ακόμη και την απόλυτη πλειοψηφία των 289 εδρών.

Η εκλογική μηχανική

Στη Γαλλία, οι βουλευτές εκλέγονται με το σύστημα των μονοεδρικών με δύο γύρους στις 577 εκλογικές περιφέρειες της χώρας. Βασικά, εάν κανένας υποψήφιος δεν λάβει το 50% των ψήφων στον 1ο γύρο, διεξάγεται δεύτερος γύρος την επόμενη Κυριακή, στον οποίο μπορούν να θέσουν υποψηφιότητα οι υποψήφιοι που έλαβαν πάνω από το 12,5% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων στον 1ο γύρο. Οι τελευταίοι έχουν τη δυνατότητα, αν θελήσουν, να αποσυρθούν εντός δύο ημερών από τον 1ο γύρο.

Στον 1ο γύρο εξελέγησαν 76 βουλευτές. Από τις υπόλοιπες 501 εκλογικές περιφέρειες, μόνο οι 191 έγιναν αυτόματα μονομαχίες, καθώς οι υπόλοιποι υποψήφιοι έπεσαν κάτω από το όριο του 12,5%. Όμως, τρεις ή και τέσσερις υποψήφιοι παρέμειναν στην κούρσα σε άλλες 310 εκλογικές περιφέρειες. Το RN και οι σύμμαχοί του από τους Républicains (γύρω από τον Éric Ciotti, πρόεδρο του LR) εξέλεξαν 39 έδρες στον 1ο γύρο και προηγούνταν στις 260 εναπομείνασες εκλογικές περιφέρειες. Στις περιπτώσεις αυτές, τις λεγόμενες “τριγωνικές”, υπήρχε επομένως μεγάλη πιθανότητα το RN να κερδίσει τη μεγάλη πλειοψηφία αυτών των εδρών. Το βράδυ της Κυριακής του 1ου γύρου, το Nouveau Front Populaire ανακοίνωσε με μια φωνή ότι αποσύρει τους υποψηφίους του που βρέθηκαν στην τρίτη θέση, για να αποτρέψει την εκλογή ακροδεξιών υποψηφίων. Καθ'όλη τη διάρκεια της Κυριακής το βράδυ και τη Δευτέρα, το στρατόπεδο των Μακρονιστών αμφιταλαντεύτηκε, αρνούμενο ρητά να καλέσει σε κάτι ανάλογο, για να εμποδίσει το Rassemblement National: αρκετοί μεταξύ τους, όπως ο πρώην πρωθυπουργός Edouard Philippe και η πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης Yaël Braun Pivet, να υιοθετούν μια παράλληλη απόρριψη τόσο του RN και της LFI. Τελικά, το βράδυ της Τρίτης, μετά από τη μεγάλη πίεση που υπήρξε, 81 από τους 95 υποψηφίους του Ensemble που είχαν έρθει στην τρίτη θέση αποσύρθηκαν, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό των αποσύρσεων κατά του RN σε 221.

Το κυριότερο όμως ήταν ότι, τις ημέρες που ακολούθησαν τον 1ο γύρο, υπήρξε μια σαφής άνοδος των μαχητικών δυνάμεων, των συνδικάτων και των οργανώσεων του εργατικού και δημοκρατικού κινήματος, για να αποκρουστεί το Rassemblement National και να εμποδιστεί από το να πάρει την εξουσία. Αυτό πήρε τις μορφές κειμένων εκκλήσεων, διαδηλώσεων και, ιδιαίτερα στα κοινωνικά δίκτυα, μιας θεαματικής καταγγελίας του τί είναι στην πραγματικότητα το Rassemblement National, μια ακροδεξιά δύναμη που έχει τις ρίζες της στα γαλλικά φασιστικά ρεύματα και που αναπτύσσει, όπως και οι Ευρωπαίοι εταίροι του στην ομάδα "Ταυτότητα και Δημοκρατία"1, μια ρατσιστική πολιτική και την υπονόμευση των κοινωνικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων.

Οι ακτιβιστές και οι ηγέτες του RN βιάστηκαν να ξεδώσουν ανάμεσα στους δύο γύρους, έχοντας αυτοπεποίθηση για τη νίκη τους, και η βιτρίνα της αξιοπρέπειας που προέβαλαν επί μήνες στα μέσα ενημέρωσης άρχισε να ραγίζει. Τα ρατσιστικά σχόλια και οι επιθέσεις αυξήθηκαν σε πόλεις και γειτονιές, και το RN δήλωσε ότι θα δώσει την πρώτη του μάχη κατά των Γάλλων πολιτών με διπλή υπηκοότητα, λέγοντας ότι αυτοί δεν έχουν δικαίωμα να κατέχουν αξιώματα. Για παράδειγμα, η πρώην υπουργός Παιδείας του Ολάντ, η Najat Vallot-Belkacem, δεν θα έπρεπε ποτέ, κατ’αυτούς, να είχε πάρει αυτή τη θέση, αφού είναι γαλλο-μαροκινή. Ομοίως, τα κοινωνικά δίκτυα και τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης αποκάλυψαν την πραγματικότητα δεκάδων υποψηφίων του RN να επιδεικνύουν ναζιστικά σύμβολα, να ευθύνονται για βίαιες ενέργειες ή να κάνουν ανοιχτά ρατσιστικά σχόλια.

Ο φόβος αλλάζει στρατόπεδο

Μέσα σε λίγες ημέρες, ο Gabriel Attal, ο απερχόμενος πρωθυπουργός, αναγκάστηκε να κάνει σχεδόν στροφή 180°. Αφού στιγμάτισε το NFP, παρουσιάζοντας την France insoumise ως εγκληματική οργάνωση, ως "αντισημίτες που αρνούνται να αποκαλέσουν τη Χαμάς τρομοκράτες", αφού ζήτησε την απόρριψη των "άκρων", αναγκάστηκε να ζητήσει καθαρά να ηττηθούν παντού οι υποψήφιοι του RN και η "απειλή της ακροδεξιάς".

Η πραγματικότητα του Rassemblement National αναδείχθηκε, ως αυτό που είναι, μια δύναμη που αποτελεί κίνδυνο όχι μόνο για τα δικαιώματα και την ασφάλεια των έγχρωμων εργαζόμενων τάξεων, αλλά και για τα δικαιώματα και την ασφάλεια των γυναικών, των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, των δημοκρατικών ελευθεριών και όλων των κοινωνικών δικαιωμάτων. Ο βαθύτατα αντισημιτικός και αντικοινωνικός χαρακτήρας του Rassemblement National καταγγέλθηκε σθεναρά, σπάζοντας την εικόνα της ηρεμίας και της καλοσύνης που αποστάζεται ιδίως από τα 24ωρα ειδησεογραφικά μέσα στα χέρια μερικών Γάλλων δισεκατομμυριούχων.

Αν ο Μακρόν και οι υποψήφιοί του εμφανίζονταν ως η μόνη εναλλακτική λύση στο RN, αυτό το κύμα δεν θα είχε συμβεί ποτέ. Επιπλέον, ο Μακρόν έβλεπε ήδη τον εαυτό του ως τον "ηρωικό" πρόεδρο που αντιστέκεται σε μια κυβέρνηση του RN, την ώρα που ο ίδιος θα είχε δημιουργήσει τη δυνατότητα μιας τέτοιας ανάδυσης. Η δυναμική της απόρριψης κατέστη δυνατή από την ύπαρξη του NFP, το οποίο αναδύθηκε ως εναλλακτική λύση στο RN, και η εδραίωση του NFP κατέστη δυνατή από τη δυναμική του κοινωνικού κινήματος, ιδίως της CGT. Το βράδυ της ανακοίνωσης των πρόωρων βουλευτικών εκλογών, η Sophie Binet, γραμματέας της CGT, κάλεσε στη δημιουργία ενός λαϊκού μετώπου απέναντι στην ακροδεξιά. Αυτή η κοινωνική κινητοποίηση αντικατοπτρίστηκε σε ένα κοινό δια-συνδικαλιστικό κάλεσμα από την CGT, την CFDT, την FSU, την Solidaires και την UNSA για να εμποδιστεί η ακροδεξιά και στην επερχόμενη κάλπη.

Το κίνημα για να καταψηφιστούν οι υποψήφιοι του RN στις 7 Ιουλίου ξεπέρασε όλες τις προβλέψεις και τις δημοσκοπήσεις, με τις αποσύρσεις να μην μειώνουν καθόλου τη συμμετοχή και τη μεταφορά ψήφων σε μεγάλο βαθμό σε βάρος του RN. Η ακροδεξιά εξακολουθεί να απορρίπτεται μαζικά στη χώρα και η πλειοψηφία των ψηφοφόρων δεν είναι διατεθειμένη να την αφήσει να έρθει στην πολιτική εξουσία.

Βέβαια, ακόμη και αν μειώθηκε στους 143 ευρωβουλευτές, το μπλοκ του RN καταγράφει ωστόσο μια πολύ σημαντική αύξηση για το κόμμα αυτό, κατά περισσότερους από 50 βουλευτές, που είναι μάλιστα κάτω από το εκλογικό του βάρος, έχοντας μόνο το 25% των εδρών αφού έλαβε το 33% των ψήφων.

Η νίκη του Νέου Λαϊκού Μετώπου

Το Νέο Λαϊκό Μέτωπο αποτελεί επομένως τη μεγαλύτερη ομάδα στην Εθνοσυνέλευση και, μαζί με τους διάφορους εκλεγμένους της αριστεράς, αντιπροσωπεύει περίπου 190 έδρες. Ωστόσο, τίποτα δεν έχει ακόμη διευθετηθεί.

Το NFP διεκδικεί δικαίως τη θέση του πρωθυπουργού, καθώς ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας οφείλει, σύμφωνα με τη θεσμική πρακτική από το 1958, να διορίσει έναν εκπρόσωπο της ομάδας που αναδείχθηκε πρώτη στις βουλευτικές εκλογές. Αυτό δεν θα έπρεπε να μπορεί να αμφισβητηθεί, αλλά, όπως πάντα, ο Μακρόν δεν θέλει να αναγνωρίσει τις πολιτικές του αποτυχίες, υποστηρίζοντας ότι το NFP δεν έχει απόλυτη πλειοψηφία στη Συνέλευση, καθώς η Αριστερά διαθέτει μόνο 190 έδρες. Ωστόσο, ο ίδιος κυβερνά, από τον Ιούνιο του 2022, με μια σχετική πλειοψηφία 250 εδρών, επιβάλλοντας τις πολιτικές του με διατάγματα και χρήση του άρθρου 49-3, που αποφεύγει την ψηφοφορία στη Βουλή2.

Οι μακρονιστές θα ήθελαν, λοιπόν, να εμποδίσουν το NFP, ενεργώντας σαν να ήταν αυτοί η πλειοψηφία, προσπαθώντας να οικοδομήσουν, ex nihilo, με κομματάκια από δω και από εκεί, έναν νέο πλασματικό συνασπισμό, μεταβλητής γεωμετρίας, ανάλογα με την υπόθεση που κάνει ο ένας ή ο άλλος ηγέτης του Ensemble: Για παράδειγμα, μια συμμαχία του Ensemble (163 έδρες) με τη μικρή ομάδα του LR (Les Républicains, 66 έδρες). Ή, άλλη υπόθεση, να γινόταν ένα μέτωπο κεντροδεξιά με τμήμα της αριστεράς χωρίς την LFI, βάζοντας σοσιαλιστές και οικολόγους να συμμαχήσουν με τους μακρονιστές.

Σαφώς, σήμερα στην Εθνοσυνέλευση, υπάρχει ένα μπλοκάρισμα από τον Μακρόν, αλλά και μια γενικότερη δυσκαμψία, λόγω της ίδιας της θεσμικής λειτουργίας της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας, που δημιουργήθηκε για να αποφεύγονται οι κοινοβουλευτικοί συνασπισμοί και να συγκολλούνται τα στρατόπεδα της πλειοψηφίας γύρω από τον πρόεδρο, με βάση το εκλογικό σύστημα των μονοεδρικών εκλογικών περιφερειών. Από το 1958, το γκωλικό σύστημα απέρριψε τις κοινοβουλευτικές συμμαχίες με τις οποίες λειτουργούσε η Τέταρτη Δημοκρατία, επιβάλλοντας πλειοψηφίες χτισμένες γύρω από το προεδρικό κόμμα. Στη συνέχεια, από το 1986 και μετά, το σύστημα αναγκάστηκε να εξελιχθεί και να αποδεχτεί "συγκατοικήσεις", μεταξύ ενός αριστερού ή δεξιού προέδρου και αντίθετων κοινοβουλευτικών πλειοψηφιών. Όμως το σύστημα δεν επέτρεψε ποτέ συνασπισμούς από διάφορα κόμματα που να συγκροτούνται γύρω από ένα κυβερνητικό πρόγραμμα, υποβιβάζοντας τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σε δευτερεύοντα ρόλο.

Εξάλλου, ο Μακρόν εξακολουθεί ακόμα να φαντάζεται την οργάνωση μιας ψευδο-πλειοψηφίας στην οποία θα παραμείνει ο μαέστρος της ορχήστρας. Το πρωί της Δευτέρας, ξαναδιόρισε τον Gabriel Attal πρωθυπουργό. Έχοντας χάσει σχεδόν 100 έδρες, μια απώλεια που θα ήταν μάλιστα πολύ μεγαλύτερη χωρίς τη μεταφορά ψήφων από την Αριστερά στον δεύτερο γύρο, ο Μακρόν θα ήθελε να εμφανιστεί νικητής σε αυτές τις εκλογές χωρίς να αναγνωρίσει τη δική του ήττα. Θα δούμε πώς θα εξελιχθεί αυτή η διελκυστίνδα τις επόμενες ημέρες.

Το Νέο Λαϊκό Μέτωπο αντιστέκεται

Μέχρι τώρα, τα κόμματα του Λαϊκού Μετώπου αντιστέκονται στις φυγόκεντρες δυνάμεις που είχαν οδηγήσει στη διάλυση του NUPES πριν από ένα χρόνο. Αυτό είναι αποτέλεσμα της πίεσης από το κοινωνικό κίνημα και της απειλής από το RN. Παρ'όλες τις προσπάθειες των μέσων ενημέρωσης που είναι αφιερωμένα στην εξουσία του Μακρόν, οι εκπρόσωποι των τεσσάρων κομμάτων που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του συνασπισμού μιλούν με μια φωνή το τελευταίο δεκαπενθήμερο και αποφεύγουν κάθε ασύμφωνη πρωτοβουλία. Είναι σαφές ότι τις επόμενες ημέρες θα ασκηθεί η μέγιστη δυνατή πίεση στους ηγέτες του Σοσιαλιστικού Κόμματος, του EELV (οικολόγοι), ακόμη και του ΚΚ (PCF), καθώς και σε προσωπικότητες της LFI, όπως ο Φρανσουά Ρουφέν, για να προσπαθήσουν να σπάσουν αυτό το μέτωπο.

Μέχρι τώρα, οι ηγέτες τόσο του ΣΚ όσο και του EELV έχουν κατανοήσει ότι το να ενδώσουν στις σειρήνες του σοσιαλφιλελευθερισμού ή σε μια αμφίβολη συμφωνία με τον Μακρόν θα σήμαινε ότι θα επέστρεφαν στις ατραπούς αυτές που επέτρεψαν στην ακροδεξιά να ανθίσει και που οδήγησαν σε κρίση και ορισμένα πράσινα κόμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Η παρουσία του Φρανσουά Ολάντ ως βουλευτή του Νέου Λαϊκού Μετώπου δεν άλλαξε τη φύση του. Χωρίς να αποτελεί πρόγραμμα ρήξης με τον καπιταλισμό, το πρόγραμμα του NFP επικεντρώνεται κυρίως στα κοινωνικά αιτήματα για τους μισθούς, τις τιμές και τις δημόσιες υπηρεσίες, αποτελώντας προέκταση των κινητοποιήσεων των τελευταίων ετών και απαντώντας στα αιτήματα του κοινωνικού κινήματος και στις ανάγκες των εργατικών τάξεων απέναντι στις ζημιές που προκαλεί ο φιλελεύθερος καπιταλισμός. Αυτό έχει κατανοήσει, εξάλλου, και η συντριπτική πλειοψηφία των συνιστωσών όλου αυτού του κοινωνικού και συνδικαλιστικού κινήματος, ακόμη και οι πιο ριζοσπαστικές συνιστώσες του, και αυτό είναι επίσης το νόημα που δίνει το NPA-Anticapitalistes στη συμμετοχή του στο NFP, με την υποψηφιότητα του Philippe Poutou στην Aude. Για ταυτοτικούς λόγους, ομάδες όπως η Lutte ouvrière, η POID, η Révolution Permanente και το NPA-R, τοποθετήθηκαν οι ίδιες στο περιθώριο του κινήματος τις τελευταίες εβδομάδες, αλλά αυτό δεν είναι η στάση που υιοθέτησαν ευρύτερα οι κύκλοι των αγωνιστών, ακόμη και οι πιο ριζοσπαστικοί, που κατανόησαν τον επείγοντα χαρακτήρα και δεν μπέρδεψαν τα στάδια, όπως έκανε, για παράδειγμα, και η Ελευθεριακή Κομμουνιστική Ένωση (Union communiste libertaire).

Το Νέο Λαϊκό Μέτωπο έχει συμφωνήσει και εξηγήσει ότι οι πρώτες αποφάσεις μιας ενδεχόμενης κυβέρνησής του θα ήταν να αυξήσει τον κατώτατο μηνιαίο μισθό (SMIC) από 1.400 ευρώ σε 1.600 ευρώ καθαρά, να αυξήσει τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων κατά 10%, να εφαρμόσει μια τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών, να καταργήσει τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση με την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης στα 64 έτη που επέβαλε ο Μακρόν πριν από ένα χρόνο, να εισαγάγει πάγωμα στις τιμές των βασικών αγαθών, να αυξήσει το επίδομα στέγασης κατά 10%. Αυτά θα ήταν προφανώς ένα θετικό βήμα.

Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τι θα φέρουν οι επόμενες εβδομάδες όσον αφορά την κυβέρνηση ή και νέες ανατροπές.

Ωστόσο υπάρχουν και ορισμένα άλλα σημεία που είναι σημαντικά, ξεκινώντας από τη διατήρηση του Λαϊκού Μετώπου ως ενιαίου πολιτικού συνασπισμού γύρω από ένα πολιτικό σχέδιο και ένα πρόγραμμα ρήξης με το σύστημα, ακόμη και αν το πρόγραμμα αυτό είναι περιορισμένο στις προτάσεις του για αμφισβήτηση του συστήματος (τίποτα, μεταξύ άλλων, δεν λέγεται για τη δημόσια ιδιοκτησία βασικών τομέων της οικονομίας). Ομοίως, δεν θα υπάρξουν κοινωνικές προόδους και δεν θα υπάρξει καν αντίσταση απέναντι σε όλα τα εμπόδια και τις τρικλοποδιές που θα θέσουν οι φιλελεύθερες δυνάμεις, αν το NFP δεν επεκταθεί πέρα από το εκλογικό πλαίσιο σε μια συσπείρωση, σε ένα πολιτικό μέτωπο στις πόλεις και στις γειτονιές, ιδιαίτερα εκεί όπου το RN έχει καταφέρει να εξαπατήσει τις εργατικές τάξεις, παριστάνοντας τον υπερασπιστή των συνθηκών διαβίωσής τους. Θα πρέπει επίσης το κοινωνικό κίνημα να συνεχίσει να διαδραματίζει άμεσο πολιτικό ρόλο και να συμβάλει στη δημιουργία ενός κοινού μετώπου πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων ικανών να ανακόψουν την προέλαση του RN. Γιατί, προφανώς, μπορεί να ανακόπηκε τώρα η άνοδος του RN στη Βουλή, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μειώθηκε η επιρροή του στην κοινωνία. Η αντιφασιστική δράση, η αντιρατσιστική κινητοποίηση και η καταγγελία της πραγματικής φύσης του RN είναι απαραίτητες για τους επόμενους μήνες, αλλά το ξερίζωμα του RN από τη λαϊκή του βάση απαιτεί να οικοδομηθεί, να προπαγανδιστεί, να οργανωθεί ένα πολιτικό και κοινωνικό σχέδιο με βάση τις κοινωνικές ανάγκες, για να μπορέσουν να καταπολεμηθούν οι ιδέες του φιλελεύθερου καπιταλισμού και των φιλελεύθερων, προσανατολισμένων στην ασφάλεια και ρατσιστικών πολιτικών, πάνω στις οποίες ευδοκιμεί η ακροδεξιά στη Γαλλία και την Ευρώπη. Αν δεν ακουστεί μέσα στις εργατικές τάξεις μια αντιφιλελεύθερη, αντικαπιταλιστική, εναλλακτική προοπτική, δεν θα υπάρξει ένα μόνιμο εμπόδιο για το Rassemblement National.

9 Ιουλίου 2024

 

Μετάφραση: ΤΠΤ – “4”

 

1Στις 8 Ιουλίου, το Rassemblement National -το οποίο διαθέτει 30 ευρωβουλευτές, την πρώτη αντιπροσωπεία εκλεγμένων αντιπροσώπων στο Στρασβούργο- προσχώρησε στην ομάδα Patriotes pour l'Europe, η οποία συγκεντρώνει: Το Fidesz του Ούγγρου πρωθυπουργού Viktor Orban, το ακροδεξιό FPÖ (Freiheitliche Partei Österreichs) της Αυστρίας, το PVV (Partij voor de Vrijheid-Parti pour la liberté) του Geert Wilders, το ANO (Akce nespokojenych obcanu-Action des citoyens mécontents, ANO σημαίνει Ναι στα τσεχικά) του πρώην πρωθυπουργού της Τσεχίας Andrej Babis, το Vox του Santiago Abascal (Ισπανία), το Chega του André Ventura (Πορτογαλία), το Λαϊκό Κόμμα της Δανίας (Dansk Folkeparti), το φλαμανδικό κόμμα ανεξαρτησίας Vlaams Belang και η Lega του Matteo Salvini. Ο Jordan Bardella (του RN) είναι στο προεδρείο των Πατριωτών για την Ευρώπη. Η ομάδα έχει 84 ευρωβουλευτές, το ΕΛΚ 188 και η ομάδα των Σοσιαλδημοκρατών 136.

2Το άρθρο 49.3 του γαλλικού συντάγματος επιτρέπει σε μια κυβέρνηση να περάσει ένα νομοσχέδιο από την Εθνοσυνέλευση χωρίς ψηφοφορία.

Léon Crémieux