Να οργανώσουμε την αντίσταση στη Βραζιλία και την διεθνή αλληλεγγύη κατά της νεοφασιστικής κυβέρνησης του Μπολσονάρο

Αμέριστη αλληλεγγύη στους εργαζόμενους, τους μαύρους, τις γυναίκες, τη νεολαία, τους ντόπιους, τους αγρότες, τους ακτήμονες, τους άστεγους, την κοινότητα των LGBTI, τους δασκάλους, τους καθηγητές, τους επιστήμονες και τους καλλιτέχνες, που θα είναι οι στόχοι των «ακραίων» νεοφιλελεύθερων, συντηρητικών και αυταρχικών πολιτικών του νέου ενοίκου του Παλατιού Πλανάλτο. Με αυτή τη στροφή στην άκρα δεξιά, στη μεγαλύτερη χώρα της Λατινικής Αμερικής, οι κοινωνικές και δημοκρατικές κατακτήσεις των τελευταίων δύο δεκαετιών στη Λατινική Αμερική απειλούνται περισσότερο από ποτέ. Η κατάσταση απαιτεί την ευρεία κινητοποίηση όλων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων στον κόσμο που στρατεύονται στη δημοκρατία, στον αγώνα για το περιβάλλον, κατά των καταπιέσεων και των ανισοτήτων κάθε είδους.

Μετά το τελικό αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών στη Βραζιλία τον περασμένο Οκτώβριο, βρέθηκε αναπάντεχα στην εξουσία ο βουλευτής και πρώην στρατιωτικός λοχαγός Jair Messias Bolsonaro, που μέχρι το προηγούμενο έτος θεωρούνταν outsider στη διαμάχη, με λιγότερο από το 10% στις δημοσκοπήσεις παρά την 28ετή θητεία του στο κοινοβούλιο. Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος στη Βραζιλία ήταν στην πραγματικότητα μια σχεδόν γραφική φιγούρα, με τις θέσεις του για την απροκάλυπτη υπεράσπιση της στρατιωτικής δικτατορίας (1964-1985) και των βασανιστηρίων, την ένθερμη υποστήριξη να «πυροβολούν για να σκοτώνουν» τους ληστές και για τη μαζική φυλάκιση ως λύση για την βία στις πόλεις, την αδέξια μισαλλοδοξία του εναντίον των φεμινιστών/τριων και των γυναικών εν γένει, την έντονη προκατάληψή του έναντι των ομοφυλόφιλων, των λεσβιών και των τρανσέξουαλ, καθώς και όλων των περιθωριοποιημένων, και με την περιφρόνησή του απέναντι στα πιο θεμελιώδη κοινωνικά, περιβαλλοντικά, εργασιακά δικαιώματα και συμπεριφοράς.

Αλλά αυτή η ακροδεξιά φιγούρα, η οποία είχε την υποστήριξη της αγροτοβιομηχανίας βοοειδών, ενός μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος, των περισσότερων νεο-πεντηκοστιανικών ευαγγελικών εκκλησιών, της πλειοψηφίας της πλούσιας μεσαίας τάξης των πόλεων και μεγάλου μέρους των λαϊκών στρωμάτων, θα αναλάβει καθήκοντα την 1η Ιανουαρίου 2019 ως ο 38ος πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Βραζιλίας. Με το 55% των ψήφων, ο Μπολσονάρο ήρθε στην εξουσία μετά την πιο πολωμένη και βίαιη προεκλογική εκστρατεία στην ιστορία του πολιτικού συστήματος που εγκαινιάστηκε το 1985 με το τέλος της τελευταίας στρατιωτικής δικτατορίας, της λεγόμενης Νέας Δημοκρατίας1. Οι εκλογές αυτές στη Βραζιλία ήταν επίσης εκείνες που χειραγωγήθηκαν με τον πιο καθοριστικό τρόπο με ψεύτικες ειδήσεις (fake news) μέσω των κοινωνικών μέσων ενημέρωσης, με την συμμετοχή, πιθανότατα, ξένων προσωπικοτήτων και εταιρειών.

Αυτές δεν ήταν εκλογές όπως οι άλλες. Η προεκλογική ατμόσφαιρα σημαδεύτηκε από την αρχή με μια πολιτική δολοφονία και με τη δίωξη του επικεφαλής των δημοσκοπήσεων. Ήταν και ένα νέο κεφάλαιο στο θρίλερ του θεσμικού πραξικοπήματος του 2016, το οποίο απομάκρυνε το Εργατικό Κόμμα (PT / Partido dos Trabalhadores) από την κυβέρνηση. Το πρόσωπο που δολοφονήθηκε στις 14 Μαρτίου ήταν η δημοτική σύμβουλος του Ρίο, φεμινίστρια και μαύρη ακτιβίστρια του ΛΟΑΤ κινήματος Marielle Franco του PSOL [Partido Socialismo e Liberdade / Κόμμα Σοσιαλισμού και Ελευθερίας], της οποίας ο θάνατος, καθώς κι ο θάνατος του οδηγού Anderson Gomes, δεν έχουν διαλευκανθεί ακόμα. Ένα μακάβριο μήνυμα από τις πιο αντιδραστικές δυνάμεις σε όλους τους μαύρους, σε όλους τους ακτιβιστές από λαϊκές συνοικίες (φαβέλες), σε όλες και όλους που υπερασπίζονται φεμινιστικές θέσεις, σε όλους/ες τους/τις ΛΟΑΤ, με μια πρωτοφανή θεσμική μορφή. H καταδίωξη που εξαπέλυσαν τα ανώτατα δικαστήρια, τα παραδοσιακά κόμματα και το Κογκρέσο, καθώς και ομάδες βάσης των οπαδών του Μπολσονάρο (που πυροβόλησαν ακόμη και το λεωφορείο της εκστρατείας του πρώην προέδρου στο νότο της χώρας) στρεφόταν εναντίον του αρχηγού του PT Λούλα, ενώ η σύλληψή του στις 7 Απριλίου, μετά από μια εξαιρετικά αμφισβητήσιμη διαδικασία, επιβεβαίωσε το πραξικόπημα.

Στις αρχές Σεπτεμβρίου, ο Μπολσονάρο μαχαιρώθηκε από έναν «μοναχικό λύκο» στη διάρκεια της προεκλογικής περιοδείας του στην πόλη Juiz de Fora (Minas Gerais). Η επίθεση τον οδήγησε τρεις φορές στο χειρουργείο, έθεσε σε κίνδυνο τη ζωή του, του χάρισε το φωτοστέφανο του επιζήσαντος ήρωα, αλλά του πρόσφερε και το πρόσχημα που χρειάστηκε για να αποφύγει τα debate –τα οποία είχε ήδη δείξει ότι τον δυσκόλευαν. Μετά το επεισόδιο αυτό η πόλωση έφτασε σε πρωτοφανή επίπεδα στη Βραζιλία.

Οι πρώτες δημοσκοπήσεις για τον δεύτερο γύρο έδειχναν μια συντριπτική νίκη του υποψήφιου στρατιωτικού, η οποία τελικά δεν έγινε πραγματικότητα, καθώς η νίκη του στον πρώτο γύρο επέβαλε τόσο την ενότητα όσο και την κινητοποίηση της πλειοψηφίας των αριστερών και δημοκρατικών δυνάμεων, μια δράση που περιλάμβανε εκατομμύρια ακτιβιστές και ανθρώπους, οι οποίοι βγήκαν πρώτοι στους δρόμους στον αγώνα για «αλλαγή της ψήφου». Οι κινητοποιήσεις υπέρ του Haddad τις τελευταίες δύο εβδομάδες του Οκτωβρίου ενισχύθηκαν από την αποκάλυψη της εφημερίδας Folha de S. Paulo ότι ο Μπολσονάρο είχε χρησιμοποιήσει παράνομη επιχειρηματική χρηματοδότηση για να πληρώσει fake news στο WhatsApp -μια πρακτική παρόμοια με εκείνη που είχε ήδη χρησιμοποιήσει ο Donald Trump το 2016 μέσω του Facebook. Πολλοί ψηφοφόροι του Μπολσονάρο επέλεξαν να μην ψηφίσουν ή να αλλάξουν την ψήφο τους. Αλλά η φασιστική εκστρατεία δεν υποχώρησε: σε μια ομιλία στην Avenida Paulista2 ο υποψήφιος απάντησε, υποσχόμενος να σαρώσει από τον χάρτη «τους κόκκινους» και τη μεγαλύτερη εφημερίδα της χώρας. Το πολιτικό κλίμα σφραγίστηκε από πράξεις σωματικής βίας εναντίον των υποστηρικτών του Αντάντ, βιασμούς, ακόμα και από τη δολοφονία ενός δασκάλου της capoeira3 στο Σαλβαδόρ (Bahia).

Παρ’ όλα αυτά, ο Μπολσονάρο κέρδισε τελικά με ένα πολύ σημαντικό προβάδισμα, με 10 εκατομμύρια περισσότερες ψήφους από τον Αντάντ (55% έως 45%), υπερισχύοντας στις περισσότερες περιοχές – με εξαίρεση τις βορειοανατολικές πολιτείες και την πολιτεία Pará (στον Αμαζόνιο). Ωστόσο, το PT κατάφερε να διατηρήσει τη μεγαλύτερη ομάδα στη Βουλή των Αντιπροσώπων (56 βουλευτές, έναντι 52 για το PSL [Partido Social Liberal / Κοινωνικό Φιλελεύθερο Κόμμα] του Μπολσονάρο) καθώς και τις κυβερνήσεις όλων των βορειοανατολικών πολιτειών (μαζί με τους συμμάχους του). Ταυτόχρονα, η άκρα δεξιά κατέκτησε τις κυβερνήσεις των πλουσίων και στρατηγικών νοτιοανατολικών πολιτειών του Ρίο, Σάο Πάολο, Μίνας Ζεράις. Ο σκληρός πυρήνας του οπισθοδρομικού συνασπισμού του Μπολσονάρο εξέλεξε μια ομάδα 90 βουλευτών, αλλά η συμμαχία τους θα μπορούσε να ξεπεράσει τους 200 ψήφους στο σύνολο των 534.

Πώς έγινε δυνατή η άνοδος στην εξουσία του Bolsonaro;

Είναι αδύνατο να κατανοήσουμε την άνοδο του Ζαΐρ Μπολσονάρο χωρίς να πάμε λίγα χρόνια πίσω και να ανακτήσουμε τα κύρια χαρακτηριστικά και τα γεγονότα που σημάδεψαν τα 13 χρόνια διακυβέρνησης του PT, που ανατράπηκε από το θεσμικό πραξικόπημα του 2016.

Στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, το PT επωφελήθηκε, από το 2003 έως το 2013, από την έκρηξη που γνώρισαν οι εξαγωγές βασικών ειδών. Παρόλο που ενίσχυσε την αποβιομηχανοποίηση της χώρας, η πολιτική του, βασιζόμενη στην εξαγωγή ορυκτών, επέτρεψε τόσο στις διοικήσεις του Λούλα (2003-2010) όσο και στην πρώτη της Ντίλμα (2011-2014) να εγγυηθούν ανυπολόγιστα κέρδη στο χρηματοοικονομικό κεφάλαιο και στην αγροτοβιομηχανία, και να χρηματοδοτήσουν με δημόσιο χρήμα μεγάλα καπιταλιστικά συγκροτήματα σε οικοδομές, ορυχεία, τηλεπικοινωνίες και παραγωγή κρέατος.

Ωστόσο, ταυτόχρονα, οι κυβερνήσεις του PT προώθησαν και περιορισμένα αναδιανεμητικά πολιτικά προγράμματα – που είχαν πραγματικά αποτελέσματα στους πιο ευάλωτους αστικούς και αγροτικούς πληθυσμούς. Οι κατώτατοι μισθοί αυξήθηκαν με ρυθμούς υψηλότερους από τον πληθωρισμό, διατηρήθηκε το πρόγραμμα Bolsa Família (μηνιαίο επίδομα σε οικογένειες κάτω από το όριο της φτώχειας, με την προϋπόθεση να συνεχίσουν τα παιδιά τους το σχολείο), διάφορα θετικά προγράμματα (ποσόστωση για φτωχούς, μαύρους και αυτόχθονες σπουδαστές, σε πανεπιστήμια και τεχνικές σχολές), καθώς ο πολλαπλασιασμός νέων δημόσιων πανεπιστημίων, δημόσιων σχολείων και υποτροφιών σε ιδιωτικά πανεπιστήμια. Τα μέτρα αυτά, σε συνδυασμό με την ευρεία ενθάρρυνση της εγχώριας κατανάλωσης μέσω της εύκολης διανειοδότησης από δημόσιες τράπεζες, επέτρεψαν σε ένα ευρύ φάσμα εργαζομένων να αγοράσουν σπίτι και να εισέλθουν στη μαζική καταναλωτική αγορά για πρώτη φορά στη ζωή τους.

Ωστόσο, ήδη από το 2005, με το σκάνδαλο της αγοράς ψήφων στο κοινοβούλιο από την κυβέρνηση Λούλα («mensalão»), το γόητρο του PT άρχισε να μειώνεται. Ήταν πλέον σαφές ότι το κόμμα, το οποίο είχε προ πολλού εγκαταλείψει κάθε ταξικό λόγο, δεν θα υιοθετούσε κανένα μέτρο ή πολιτική για να ενθαρρύνει τη λαϊκή συμμετοχή και τη συμμετοχή των πολιτών στη δημόσια ζωή. Αντ’ αυτού, προκειμένου να διασφαλιστεί η διακυβέρνηση του καθεστώτος συνασπισμού, το ΡΤ έκανε τεράστιες παραχωρήσεις για να διατηρήσει στο Κογκρέσο τη στήριξη ομάδων των ευαγγελικών εκκλησιών, όπως η Οικουμενική Εκκλησία της Βασιλείας του Θεού και τμήμα της Συνέλευσης του Θεού (ο ρόλος των οποίων το 2018 θα αποδεικνυόταν αποφασιστικής σημασίας για τη νίκη του Μπολσονάρο).

Αυτές οι παραχωρήσεις στους γεωκτήμονες, στους νεοπεντηκοστιανούς και στην «ομάδα των όπλων» (=εκπρόσωποι της αστυνομίας και των κατασκευαστών όπλων) σήμαιναν ότι το ΡΤ δεν έκανε τίποτα για να προωθήσει τις φεμινιστικές κατευθυντήριες γραμμές, όπως ήταν η αποποινικοποίηση και νομιμοποίηση των αμβλώσεων, πάγωσε τις οριοθετήσεις των εδαφών που ανήκουν σε αυτόχθονες, υιοθέτησε προγράμματα τεράστιων έργων υποδομής και μεγάλων εκδηλώσεων που επέφεραν απέλαση ιθαγενών και παραποτάμιων πληθυσμών από τη γη τους. Το PT καθόλου δεν προχώρησε σε μεταρρύθμιση του δικαστικού, αστυνομικού και σωφρονιστικού συστήματος, προκειμένου να τεθεί τέρμα στον πόλεμο κατά των ναρκωτικών, στη μαζική φυλάκιση και στη γενοκτονία των μαύρων (ιδίως της νεολαίας των φαβέλων). Το 2013, υπό τη διακυβέρνηση της Ντίλμα, η πολιτικο-ιδεολογική παρακμή του PT υπέστη ποιοτική ενίσχυση με τις κοινωνικές εκρήξεις δυσαρέσκειας.

Εν μέσω γιγάντιων διαδηλώσεων για την εκπαίδευση, την υγεία, για καλύτερες αστικές συγκοινωνίες, οι δεξιές ομάδες βγήκαν στο δρόμο για να πολεμήσουν την αριστερά και να κατευθύνουν το κίνημα κατά της διαφθοράς προς μια κατεύθυνση εναντίον όλων των πολιτικών κομμάτων και ειδικά εναντίον του PT. Τον Ιούνιο του 2013 δεν ήταν, όπως το παρουσιάζει το PT, μια έκρηξη αντιδραστικής φύσης – κάθε άλλο. Αλλά ήταν, αναμφίβολα, μια ένδειξη προς τις ελίτ ότι το PT δεν χρησίμευε πλέον τόσο για να κρατάει τις μάζες «παθητικές» όπως και πριν. Έκτοτε η δεξιά και η άκρα δεξιά διαθέτουν την αποφασιστική στήριξη των κυριοτέρων μέσων μαζικής ενημέρωσης, για να κινητοποιούν μάζες στον πολιτικό και ιδεολογικό αγώνα, όπως είδαμε το 2015 και το 2016 στις μεγάλες διαδηλώσεις για την αποπομπή της Ντίλμα.

Ο ρόλος του σκανδάλου Lava Jato και η οικονομική στασιμότητα

Η πολιτικο-κοινωνική δυσαρέσκεια εναντίον της κυβέρνησης εντάθηκε σε μεγάλο βαθμό με τη μακρά οικονομική στασιμότητα που ξεκίνησε το 2014 και επέβαλε μείωση του εισοδήματος στους τομείς που αποτέλεσαν τη βάση του λουλισμού, ενώ προκάλεσε και έκρηξη της βίας σε αστικό και σε επαρχιακό περιβάλλον. Καθοριστικό πλήγμα στην ήδη τραυματισμένη αξιοπιστία της Ντίλμα αποτέλεσε το γεγονός ότι, αντίστροφα από την αριστερή στροφή της δεύτερης προεδρικής εκστρατείας της (Αύγουστος – Οκτώβριος 2014), μέσα σε λιγότερο από δύο μήνες, άρχισε να εφαρμόζει ένα οικονομικό πρόγραμμα που ερχόταν σε αντίθεση με ό,τι είχε υποσχεθεί, διορίζοντας μάλιστα υπουργό από την αντίπαλη παράταξη, τον νεοφιλελεύθερο Joaquim Levy – ο οποίος θα γίνει τώρα μέλος της κυβέρνησης Μπολσονάρο.

Η απαξίωση του ΡΤ επιταχύνθηκε με την επίδραση που είχε στη συνείδηση των εργαζομένων το μεγαλύτερο σκάνδαλο διαφθοράς τόσο σε επίπεδο χρημάτων όσο και από την έκταση της διάβρωσης ολόκληρου του πολιτικού συστήματος: το σκάνδαλο Petrobras, που αποκαλύφθηκε από την επιχείρηση Lava Jato4, ένα δίκτυο δωροδοκίας εκατομμυρίων στο οποίο εμπλέκονταν όλα τα κόμματα της Δημοκρατίας. Κάποια στιγμή ανάμεσα στα τέλη του 2014 και τις αρχές του 2015 (πιο πιθανό, όταν η Ντίλμα έδιωξε τον Ζ.Λεβύ), όταν το κιτρινοπράσινο (τα κυριότερα χρώματα της βραζιλιάνικης σημαίας) πλημμύρισε τους δρόμους από τις κινητοποιήσεις της δεξιάς ενάντια στη «διαφθορά», βασικοί τομείς του κεφαλαίου της Βραζιλίας απέσυραν τη στήριξή τους στο σχέδιο ταξικής συνεργασίας του PT, και τάχθηκαν με το μέρος των συνωμοτών που ετοίμαζαν το πραξικόπημα.

Μετά την αποπομπή της Ντίλμα, από τον Απρίλιο έως τον Σεπτέμβριο του 2016, κι ενώ το PT έχανε ψηφοφόρους, στελέχη και μέλη (και το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να καταγγέλλει τις διώξεις), στην κοινωνία αυξήθηκαν τα ποσοστά της δεξιάς στην πιο ακραία της εκδοχή. Οι απελπισμένες μερίδες αστών και μεγάλο τμήμα της μεσαίας τάξης, που ήταν παραδοσιακά πιο αντιδραστικά (με ρατσισμό, μισογυνισμό, ομοφοβία και με φόβο απέναντι στα κοινωνικά προοδευτικά ήθη των νέων γενεών) στράφηκαν προς την άκρα δεξιά.

Η δίωξη του ΡΤ ήταν πραγματική: η Δικαιοσύνη και η Ομοσπονδιακή Αστυνομία ήταν επιλεκτικές. Οι πραξικοπηματικές δυνάμεις προσέφυγαν καταχρηστικά στους μηχανισμούς «διαπραγμάτευσης ποινών». Ο Λούλα κατηγορήθηκε χωρίς σαφείς αποδείξεις και αργότερα καταδικάστηκε χωρίς δίκαιη δίκη. Τα ΜΜΕ δημοσίευσαν ηχητικά μηνύματα των Λούλα και Ντίλμα χωρίς επίσημη εξουσιοδότηση. Οι δικαστές συνέλαβαν αρκετούς ηγέτες του PT χωρίς προφανή λόγο. Οι κατηγορίες ήταν πολιτικά και νομικά αδικαιολόγητες. Ωστόσο, το κόμμα ποτέ δεν αναφέρθηκε σε κάποια αυτοκριτική για τις «κακές πράξεις» (για να χρησιμοποιήσουμε την έκφραση της Ντίλμα) τόσων στελεχών του. Ο επίσημος προσανατολισμός της ηγεσίας ήταν να απαγορεύσει στον Αντάντ να κάνει τέτοια αυτοκριτική στην εκστρατεία του 2018. Το πρόβλημα, για την ηγεσία του PT, ήταν «λάθη» που διέπραξαν πάρα πολλά άτομα – η πλειονότητά τους σήμερα βρίσκεται στη φυλακή. Ούτε λέξη, όμως, για τον «τρόπο διακυβέρνησης του PT», που τόσο καλά προσαρμόστηκε στους κανόνες του πολιτικού συστήματος ώστε να δανειστεί το κόμμα τις χειρότερες πρακτικές των ολιγαρχικών εταίρων του.

Αυτός ήταν ο τρόπος με τον οποίο γεννήθηκε και διογκώθηκε ένα ισχυρό ρεύμα απόρριψης του PT σε μεγάλο μέρος της βραζιλιάνικης κοινωνίας. Ένα ρεύμα που δεν βρήκε αντίθετα ανταπόκριση στα φτωχότερα στρώματα, τα οποία είχαν επωφεληθεί από περίοδο Λούλα. Στους κόλπους των πιο ενημερωμένων και ενεργών πολιτικά νέων και των αριστερών τμημάτων της εργατικής τάξης, αυτή η αμφισβήτηση του PT μπορεί να ευνόησε στην ψήφο τον Ciro Gomes, την Marina Silva και το PSOL. Όμως, στην ευρύτερη πλούσια μεσαία τάξη, ιδιαίτερα στα ανώτερα στρώματά της (και ειδικά στις Νοτιοανατολικές και Νότιες πολιτείες), με τη βοήθεια των μέσων μαζικής ενημέρωσης, της επιχείρησης Lava Jato και των δεξιών κομμάτων, το ρεύμα αυτό έγινε τυφλό μίσος για το PT. Ένα τυφλό μίσος για την αριστερά, τις κοινωνικές πολιτικές, την ιδέα των κοινών για όλους Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, για την αλληλεγγύη προς τους μη προνομιούχους, για την ιδέα ότι όλοι συμμετέχουν στον κόσμο, στην επιστήμη, στην αλήθεια. Ένα μίσος που επεκτάθηκε στο κόκκινο χρώμα, την Κούβα, τη Βενεζουέλα, το φεμινισμό, τους γκέι, τους τρανς, τις περιβαλλοντικές ιδέες, και κάθετι που δεν είναι καθαρός εγωκεντρικός ατομικισμός, βασισμένος στη θεολογία της ευημερίας, στην πίστη στη θεία αγορά και στις ευκαιρίες για όλους, καθώς και στην περιφρόνηση της διαφορετικότητας.

Ο συνδυασμός αυτού του αντιδραστικού αντι-PT αντανακλαστικού με τη δικαιολογημένη απογοήτευση από τις αυταπάτες που είχε προκαλέσει το κόμμα σε εκατομμύρια εργαζόμενους, οδήγησε στην εκλογή του Μπολσονάρο στην προεδρεία.

Έτσι, ο Μπολσονάρο δεν ήταν (ή δεν θα έπρεπε να είναι) ακριβώς έκπληξη.

Μολονότι ο Μισέλ Τέμερ εγκαταλείποντας την κυβέρνηση είχε το ρεκόρ σε χαμηλά επίπεδα δημοφιλίας, όντας ανίκανος να βγάλει την οικονομία από τη στασιμότητα, έκανε ωστόσο τη δουλειά του κεφαλαίου και βοήθησε στην εκλογή του Μπολσονάρο. Το ριζοσπαστικό πρόγραμμα παγώματος των δημόσιων επενδύσεων και κατάργησης των εργασιακών δικαιωμάτων, που εφαρμόστηκε από τον πρώην αντιπρόεδρο της Ντίλμα, έχει βαθύνει την οικονομική κρίση. Ο εκρηκτικός συνδυασμός αυτής της κρίσης με τον ισχυρό συντηρητισμό, πατριαρχισμό, αυταρχισμό, ακόμα και δουλεμπορισμό που εξακολουθεί να υποβόσκει στη χώρα η οποία κατάργησε τελευταία τη σκλαβιά στον πλανήτη, γονιμοποίησε το έδαφος για την ανάπτυξη της άκρας δεξιάς. Σε κάθε περίπτωση όμως, τα σημαντικότερα τμήματα της βραζιλιάνικης αστικής τάξης δεν στοιχημάτισαν στον Μποσλονάρο, αλλά στον Geraldo Alckmin (PSDB [Partido da Social Democracia Brasileira / Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Βραζιλίας] του Σάο Πάολο). Οι τομείς που επένδυσαν από την αρχή στον Μπολσονάρο ήταν η βιομηχανία όπλων, η λιανική αγορά και η πλειονότητα της αγροτοβιομηχανίας.

Πρέπει επίσης να θυμόμαστε ότι υπήρξε μια πραγματική πολιτική-ιδεολογική σταυροφορία κατά της διαφθοράς, που τροφοδοτήθηκε από την «ιερή συμμαχία» μεταξύ δικαστών και εισαγγελέων που έστησαν την επιχείρηση Lava Jato, των κυριότερων μέσων μαζικής ενημέρωσης και –είναι πλέον γνωστό– ένός μεγάλου τμήματος των ενόπλων δυνάμεων. Αυτή η τετραετής εκστρατεία ήταν αποφασιστική για να ενισχύσει στην κοινή γνώμη το αίσθημα εξάντλησης από το πολιτικό σύστημα, τα παλιά κόμματα και πρόσωπα, καθώς και την ψευδαίσθηση του δήθεν αντισυστημικού «σωτήρα» που ενσάρκωνε ο Μπολσονάρο. Τα παραδοσιακά κυβερνώντα κόμματα, PSDB και MDB [Movimento Democrático Brasileiro / Βραζιλιάνικο Δημοκρατικό Κίνημα], θεωρήθηκαν ότι αντιπροσωπεύουν το παλαιό σύστημα και κατατροπώθηκαν στις κάλπες, βγάζοντας 34 και 29 βουλευτές. Ο Αλκμίν δεν θα μπορούσε ποτέ να εκλεγεί.

Διεθνής χειραγώγηση των μέσων ενημέρωσης

Η επιτυχημένη χειραγώγηση των WhatsApp ομάδων από την εκστρατεία του Μπολσονάρο δείχνει την επικίνδυνη διεθνοποίηση των βραζιλιάνικων εκλογών και σηματοδοτεί μια παγκόσμια τάση. Είναι πιθανό να επιστρατεύθηκε μια διεθνής υποστήριξη «συμβουλών» για την προεκλογική εκστρατεία από εταιρείες marketing που συνδέονται με τον Steve Bannon, τον εκλογικό σύμβουλο του Τραμπ, ο οποίος τώρα ασχολείται με την οργάνωση μιας «Διεθνούς» του ακροδεξιού «λαϊκισμού». Έτσι διαμορφώθηκε η ξένη παρέμβαση στην εκλογική διαδικασία της Βραζιλίας. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τα παγκόσμια κέντρα παραγωγής ψηφιακών δεδομένων που επηρεάζουν τις εκλογές, σε αυτόν τον «κατασκοπευτικό καπιταλισμό»5, βρίσκονται στις ΗΠΑ. Ένα άλλο σημάδι αποχαιρετισμού στις εθνικές κυριαρχίες.

Ο ακροδεξιός υποψήφιος Μπολσονάρο κρατήθηκε στον αφρό από τα υψηλά κύματα δυσαρέσκειας ενάντια στη διεφθαρμένη και μη δημοφιλή κυβέρνηση Τέμερ, την ύφεση και την ανεργία, την παραδοσιακή πολιτική και το PT, κι έτσι κατάφερε να πλασάρει για τον εαυτό του μια «αντι-συστημική» εικόνα. Η άνοδός του, λοιπόν, ταιριάζει απόλυτα στο σενάριο μη προβλεψιμότητας και μη κυβερνησιμότητας παγκοσμίως που περιέγραψε το κείμενο με τίτλο «Η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση, οι ιμπεριαλισμοί, το γεωπολιτικό χάος και οι επιπτώσεις τους»6, το οποίο εγκρίθηκε στο τελευταίο συνέδριο της Διεθνούς. Οι κλάδοι του κεφαλαίου στη Βραζιλία, ακόμη και οι πιο παγκοσμιοποιημένοι, όπως οι τράπεζες, οι ασφαλιστικές εταιρείες και η αγροτοβιομηχανία, παραιτήθηκαν εντελώς από τη «διαμεσολάβηση» στην διαχείριση του δημοκρατικού καθεστώτος και των υποτελών τάξεων, επιλέγοντας μια εναλλακτική που τους προσφέρει μεγαλύτερες δυνατότητες να αυξάνουν την υπερεκμετάλλευση και τη λεηλασία.

Αυτό που αναδύεται είναι μια νέα παγκόσμια καπιταλιστική αναδιάρθρωση με άξονα την ιδιοποίηση από το σύστημα όλων των δημόσιων πόρων, καθώς και όλων των κοινών αγαθών, των εδαφικών δικαιωμάτων, των δασών, της ενέργειας και του νερού. Κανένα τέτοιο πρόγραμμα δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς να σταματήσει κάθε διαφανής συζήτηση στην κοινωνία. Είναι το ίδιο πλαίσιο στο οποίο αναπτύσσονται οι ρατσιστικές, ξενοφοβικές, εθνικιστικές ομάδες και στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ινδία, και στο οποίο ανεβαίνει στην εξουσία στην Ουγγαρία και τις Φιλιππίνες. Στην πραγματικότητα, οι δυσκολίες επιστροφής στα ποσοστά κέρδους που αποκτήθηκαν μέχρι το 2007, πριν από το οικονομικό τσουνάμι του 2007/2008, ώθησαν την παγκόσμια μπουρζουαζία:

(1) να επιδιώξει ένα παγκόσμιο σχέδιο αυξανόμενης απαλλοτρίωσης των δικαιωμάτων της εργατικής τάξης και των λαών του «παγκόσμιου Νότου», που περιλαμβάνει (εκ νέου) την ανάκτηση αποκλειστικών δικαιωμάτων πάνω σε αυτό που θα έπρεπε να είναι κοινή ιδιοκτησία της γης, όπως είναι η ίδια η εδαφική επικράτεια, τα ύδατα (υδροφόροι πόροι, ποτάμια, ωκεανοί), τα κοιτάσματα ορυκτών, οι πηγές ενέργειας.

(2) να πλήξει, όλο και λιγότερο συγκαλυμμένα, τις εθνικές κυριαρχίες και τα αστικά δημοκρατικά καθεστώτα, που αποτελούν εμπόδιο στην εφαρμογή υπερ-φιλελεύθερων σχεδίων προσαρμογής, λιτότητας, ιδιωτικοποίησης, χρέωσης και επανάκτησης εδαφών και αγαθών, που επιβάλλει το σύστημα και οι διεθνείς οργανισμοί του.

(3) να προτιμήσει, τουλάχιστον σε έναν βαθμό, ακροδεξιές λύσεις, με εθνικιστικές προστατευτικές αντιλήψεις στις βιομηχανικές χώρες και με χαρακτηριστικά ακραίου φιλελευθερισμού στο οικονομικό πεδίο στον Παγκόσμιο Νότο, εκφέροντας έναν έντονα συντηρητικό λόγο με βάση την επιστροφή στην παράδοση και τις τιμωρητικές πολιτικές, κατά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και με πολιτικές αιματοχυσίας κατά του λαθρεμπορίου και της εγκληματικότητας γενικότερα.

Περίοδος αναταραχών στην αλλαγή του καθεστώτος

Εκτός από σκοτεινή και δύσκολη για τους εκμεταλλευόμενους και τους καταπιεζόμενους στη Βραζιλία, η ερχόμενη περίοδος αναγγέλεται και με έντονες αναταραχές.

Μολονότι η εκλογή μιας φασιστικής κυβέρνησης στη Βραζιλία είναι σκληρή ήττα για τα κοινωνικά και δημοκρατικά κινήματα της Λατινικής Αμερικής και του κόσμου, δεν πρόκειται για ιστορική ήττα. Το άλμα από το παρόν αντιδραστικό καθεστώς σε μια ανοιχτά αντεπαναστατική κατάσταση δεν έχει ακόμα συμβεί και μπορεί και να μη συμβεί: αυτό εξαρτάται από το αποτέλεσμα των συγκρούσεων και των αγώνων που θα ακολουθήσουν. Η ριζοσπαστικοποίηση της πολιτικής κατάστασης στη Βραζιλία θα εξαρτηθεί από την εξέλιξη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και τον αντίκτυπό της στη βραζιλιάνικη οικονομία, από την ικανότητα του Μπολσονάρο και της κυβέρνησής του να επιλύσουν τις εσωτερικές αντιφάσεις του μπλοκ που τον στηρίζει, και να απαντήσουν στη δύναμη αντίστασης που διαθέτουν οι εργαζόμενοι κι οι καταπιεσμένοι στη χώρα.

Ο σκληρός πυρήνας της κυβέρνησης έχει ένα σχέδιο που οδηγεί στην σκλήρυνση του καθεστώτος, σε ένα πολιτικό σύστημα λιγότερο ευάλωτο στις λαϊκές πιέσεις. Ένα άλλο ερώτημα είναι αν υπάρχει προς το παρόν ο συσχετισμός δυνάμεων για αυτή την αλλαγή του πολιτικού συστήματος και με ποιο ρυθμό ο Μπολσονάρο και η πρώτη του κυβέρνηση θα καταφέρουν να εφαρμόσουν αυτό το σχέδιο. Η κυβέρνηση είναι, κατ’ ουσίαν, αυταρχική, ρατσιστική, μισογυνική, LGBT-φοβική, μιλιταριστική, αντι-αριστερή, αδιάφορη για τους δημοκρατικούς θεσμούς, και θα λειτουργήσει με τη λογική να δημιουργήσει εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς. Με μια λέξη, πρόκειται για νεοφασιστική κυβέρνηση. Όλα αυτά στην υπηρεσία ενός υπερ-φιλελεύθερου προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και καταργήσεων δικαιωμάτων, αντίθετα προς τον προστατευτικό εθνικισμό του κλασικού φασισμού.

Μαζί με τον στρατιωτικό και τον ακραίο φιλελεύθερο πυρήνα, το μπλοκ στήριξης της νέας κυβέρνησης περιλαμβάνει και ακραία φιλελεύθερους θρησκευτικούς φονταμενταλιστές (όπου ξεχωρίζει η Παγκόσμια Εκκλησία της Βασιλείας του Θεού), μερίδες της δικαστικής εξουσίας (όπως είναι ο Σέρτζιο Μόρο) και της αγροτοβιομηχανίας, οικονομολόγους και τραπεζίτες της Σχολής του Σικάγου, και πολιτικούς καριέρας που εγκατέλειψαν τα παραδοσιακά κόμματα – ένα σημαντικό μέρος του μπλοκ που έκανε το πραξικόπημα του 2016. Αυτό το άθροισμα δυνάμεων διαπερνάται από αντιφάσεις στην ατζέντα και στο πρόγραμμα. Το μέλλον της κυβέρνησης θα εξαρτηθεί από την ικανότητα του πυρήνα να κρατήσει τη συνοχή του μπλοκ σε ό,τι αφορά το πολιτικό του σχέδιο.

Ανάλογα με την εξέλιξη αυτών των εσωτερικών και εξωτερικών ζητημάτων, ο σκληρός πυρήνας της κυβέρνησης θα προχωρήσει ή όχι προς την ριζική υλοποίηση του σχεδίου του, δηλαδή να εφαρμόσει ριζοσπαστικά το σχέδιό του για ένα λιγότερο δημοκρατικό πολιτικό σύστημα. Μερικές σημαντικές δοκιμές για αυτό προβλέπονται ήδη μέσα στο 2019.

Αιχμές της επίθεσης: οι «δοκιμές» του νεοφασισμού

Οι διεθνείς συνθήκες δεν φαίνεται να ευνοούν μια νέα ανάπτυξη της βραζιλιάνικης οικονομίας. Τα προγνωστικά δείχνουν παγκόσμια ύφεση το 2019. Και ο Μπολσονάρο αναγγέλλει μια γενική ευθυγράμμιση προς τα συμφέροντα των ΗΠΑ και του Ισραήλ (με την ηλίθια πρόταση να μετακινήσει την πρεσβεία της Βραζιλίας στην Ιερουσαλήμ), καθώς επίσης και την προσέγγιση της Χιλής του Piñeira σε βάρος της Αργεντινής και της Mercosur ως συνόλου.

Αυτές οι ευθυγραμμίσεις μάλιστα αποσταθεροποιούν τις σχέσεις με τους εταίρους που θα ήταν βασικοί για μια ανάκαμψη. Η Κίνα είναι ο κύριος εμπορικός εταίρος της Βραζιλίας, με το εμπορικό ισοζύγιο να είναι ιδιαίτερα θετικό για τη Βραζιλία. Οι κινεζικές εταιρείες έχουν ισχυρές άμεσες επενδύσεις στη χώρα, όπως στην ηλεκτρική ενέργεια. Οι αραβικές χώρες είναι ο κυριότερος αγοραστής κοτόπουλου και αγελαδινού κρέατος από την αγροτοβιομηχανία. Μια περιπλάνηση στο χώρο της διεθνούς πολιτικής θα μπορούσε να μεταφραστεί σε απώλειες ισορροπιών στα δημόσια οικονομικά ή και στη διατήρηση της δραστηριότητας του βιομηχανικού τομέα.

Το πρόγραμμα «Ακομμάτιστο σχολείο»7 στοχεύει να ελέγξει ό,τι λέγεται στην τάξη – με έμφαση στα θέματα φύλου, σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης και κριτικής της κυβέρνησης. Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος καλεί, μέσω κοινωνικών δικτύων, γονείς και μαθητές να καταγγείλουν δασκάλους που πολιτικοποιούν ιστορικά ζητήματα και αντιμετωπίζουν ζητήματα φύλου στην τάξη. Ο μεγαλύτερος γιος του εκλεγέντος προέδρου, Eduardo Bolsonaro, ομοσπονδιακός βουλευτής του Σάο Πάολο, έχει ήδη ανακοινώσει ένα νομοσχέδιο που αποσκοπεί επιπλέον στην ποινικοποίηση της «απολογίας του κομμουνισμού».

Επίσης στον τομέα της εκπαίδευσης, η κυβέρνηση εξαγγέλλει τη βίαιη επίθεση στη δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση, ιδίως στην ανώτερη βαθμίδα. Ο Μπολσονάρο παρεμβαίνει άμεσα στην επιλογή των πρυτάνεων. Ταυτόχρονα, εξυμνεί τα πλεονεκτήματα της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, συμπεριλαμβανομένης και της στοιχειώδους εκπαίδευσης (τα πέντε πρώτα χρόνια του σχολείου!). Και προτείνει να υιοθετηθεί στη χώρα το μοντέλο του κουπονιού έτσι ώστε ο πληθυσμός να έχει πρόσβαση σε ιδιωτικά σχολεία, όπως στη Χιλή, που είναι ένας τρόπος μεταφοράς δημόσιου χρήματος στα ιδιωτικά σχολεία.

Η δεύτερη δοκιμή θα είναι η ποινικοποίηση των κινητοποιήσεων υπέρ των καταλήψεων γης και κατοικίας (MST και MTST [Movimento dos Trabalhadores Rurais Sem Terra – Κίνημα Ακτημόνων Εργατών Γης και Movimento dos Trabalhadores Sem Teto – Κίνημα Αστέγων Εργατών]) μέσω τροποποίησης του αντιτρομοκρατικού νόμου (που θεσπίστηκε –τραγική ειρωνεία– από τη Ντίλμα ως απάντηση στις κινητοποιήσεις τους 2013), που ήδη έσπευσαν να ετοιμάσουν οι νέες αντιδραστικές κοινοβουλευτικές ομάδες.

Μια άλλη θεμελιώδης δοκιμασία, που φορτίζεται καθημερινά από τις φωνές της «αγοράς του Θεού» και των μέσων μαζικής ενημέρωσης, τα οποία σύντομα προσηλυτίστηκαν στον μπολσοναρισμό, είναι η μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος έχει ήδη διαπραγματευτεί με τον Τέμερ να μην ψηφίσει φέτος οποιαδήποτε αλλαγή στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Ο τσάρος της οικονομίας και Chicago boy, o Paulo Guedes, υπόσχεται μια ακόμη ριζικότερη μεταρρύθμιση το 2019, βασισμένη στις αρχές της κοινωνικής ασφάλισης του Πινοτσέτ (ο κάθε εργαζόμενος κάνει την δική του ατομική αποταμίευση για τη συνταξιοδότησή του) που, όπως είναι γνωστό, οδήγησε σε κοινωνική καταστροφή στη Χιλή. Μια υπόσχεση που θα οδηγήσει σε συζητήσεις και αγώνες.

Στο βάθος, στο εσωτερικό της Βραζιλίας, θα εντατικοποιηθεί ο πόλεμος κατά των ναρκωτικών και των φτωχών, πράγμα που σημαίνει ότι η νέα κυβέρνηση θα εντείνει τη γενοκτονία των μαύρων. Η επίθεση θα γίνει με την απελευθέρωση της οπλοκατοχής, το πράσινο φως στη βαναυσότητα της στρατιωτικής αστυνομίας και των δημοτικών αστυνομιών που, σε κατάσταση αμφιβολίας, θα μπορούν να σκοτώνουν και που θα συνεχίσουν να φυλακίζουν μαζικά. Αυτή η δέσμη μέτρων θα μπορούσε να επεκταθεί και στους περιορισμούς στη λειτουργία των συνδικαλιστικών οργανώσεων, των ενώσεων, των κομμάτων (ο Μπολσονάρο και οι οπαδοί του υποσχέθηκαν πόλεμο στην ηγεσία του PT και του PSOL), στις ελευθερίες του τύπου, της έκφρασης και της οργάνωσης.

Ο Μπολσονάρο, επιπλέον, αποδεικνύεται σοβαρή απειλή για το παγκόσμιο περιβάλλον, εξαγγέλλοντας, μετά τον Τραμπ, την απόσυρση από την εύθραυστη συμφωνία του Παρισιού για τις εκπομπές CO2. Και, ως αποκορύφωμα, υποσχέθηκε να τερματίσει την οριοθέτηση της γης των αυτόχθονων πληθυσμών, υπόσχεση που δίνει προφανώς το ελεύθερο στην κτηνοτροφία ειδικότερα (αλλά και στους παραγωγούς σόγιας και άλλων καλλιεργειών στα όρια του Αμαζονίου), να προχωρήσουν στην καταστροφή του τροπικού δάσους. Αν το μεγάλο τροπικό δάσος απειλείτο ήδη από τον εξωρυκτικισμό του ΡΤ, η κατάσταση αυτού του πνεύμονα του πλανήτη και της εγγύησης για κάποια κλιματική ισορροπία στη Νότιο Αμερική θα είναι πολύ χειρότερη κάτω από τη ράβδο της συμμαχίας αλυσοπρίονου και αγροτοβιομηχανίας.

Να οργανώσουμε την αντίσταση και τη διεθνή αλληλεγγύη

Στη Βραζιλία, το κύριο καθήκον είναι να οργανωθεί η αντίσταση στις επιθέσεις της νέας κυβέρνησης εναντίον των δημοκρατικών ελευθεριών και των κοινωνικών δικαιωμάτων του λαού μέσω της ενοποίησης όλων εκείνων που θέλουν να υπερασπιστούν τη δημοκρατία, τα δικαιώματα και τα κεκτημένα στα οποία θα επιτεθεί ο νεοφασισμός. Σε αυτόν τον αγώνα, θα εργαστούμε για τη δημιουργία ενός ενιαίου αντιφασιστικού μετώπου για την υπεράσπιση των δημοκρατικών και των κοινωνικών δικαιωμάτων, ικανού να αρθρώσει και να ενοποιήσει τομεακές και περιφερειακές πρωτοβουλίες ενάντια στις επιθέσεις της κυβέρνησης και του κεφαλαίου. Οι αγωνιστές/τριες και οι συμπαθούντες/σες της 4ης Διεθνούς θα βρίσκονται σε αυτές τις μάχες, για την υπεράσπιση της δημοκρατίας και όλων των κοινωνικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Θα συμμετάσχουμε επίσης στα οργανωμένα κινήματα και συλλογικότητες των εργαζομένων, της νεολαίας, των μαύρων, των γυναικών, των ΛΟΑΤ, των αυτόχθονων λαών και όλων των τμημάτων του πληθυσμού, δραστήριων περισσότερο από ποτέ στους χώρους εργασίας, στις φτωχές γειτονιές, στα πανεπιστήμια, σε πολιτισμικές ομάδες επισφαλούς και ριζοσπαστικοποιημένης νεολαίας, στις δραστηριότητες των φτωχών και ακτημόνων, προκειμένου να αντισταθεί ο λαός της Βραζιλίας. Αποδίδουμε ιδιαίτερη σημασία στο κίνημα των νέων γυναικών, που αναπτύχθηκε ιδιαίτερα από την άνοιξη του 2016 και μας έμαθε τόσο πολλά σε όλους με την οργάνωση #Elenão8.

Για τη Λατινική Αμερική, όπου η εκλογή του Μπολσονάρο είχε τέτοιο αντίκτυπο, πρέπει να είναι σαφές ότι κάθε μικρή πάλη, κάθε νίκη, όσο τμηματική και να είναι, κατά του Μάκρι, κατά του Ντούκε, κατά του Πινιέρα, κατά του Ορτέγκα9 και των σχεδίων τους, είναι επίσης μια νίκη της αντίστασης κατά του Μπολσονάρο. Ούτε βήμα πίσω! Η αντίσταση στη Βραζιλία εξαρτάται από την επιμονή της πάλης στη Λατινική Αμερική και την πρόοδο του αγώνα σε ολόκληρο τον κόσμο.

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο είναι ζωτικής σημασίας να διεξαγάγουμε μια ευρεία εκστρατεία καταγγελίας στην Ευρώπη, στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Ασία, στην Αφρική και στην Ωκεανία των επιθέσεων που η νέα κυβέρνηση της Βραζιλίας θα διεξάγει ενάντια στη δημοκρατία, ενάντια στην περιβαλλοντική νομοθεσία και τις σχετικές διεθνείς συμφωνίες (ο Αμαζόνιος βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο!) και ενάντια στα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα των εργαζομένων.

Η 4η Διεθνής καλεί όλους όσους αγωνίζονται, όλους τους οικολόγους, όλους τους δημοκράτες, να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να καταγγείλουν την κυβέρνηση Μπολσονάρο και να απαιτήσουν:

• Κάτω τα χέρια από τους ακτήμονες και τους άστεγους στη Βραζιλία! Μια διεθνή εκστρατεία για την κατάργηση του αντιτρομοκρατικού νόμου και των μακάβριων βελτιώσεων του! Κάθε αλληλεγγύη στο MST και το MTST και σ’ όλους τους αγωνιστές.

• Κάτω τα χέρια από το τροπικό δάσος του Αμαζονίου! Κάτω τα χέρια από τα εδάφη των ιθαγενών λαών! Διατήρηση της νομοθεσίας που εγγυάται την οριοθέτηση των εδαφών για τους αυτόχθονες λαούς. Η Βραζιλία να τηρήσει τη συμφωνία του Παρισιού!

• Κάτω τα χέρια από τα δικαιώματα κοινωνικής ασφάλισης των Βραζιλιάνων εργαζομένων! Καμία μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος χωρίς πρώτα να πραγματοποιηθεί ριζοσπαστικός έλεγχος και δημοσίευση των οφειλετών της Κοινωνικής Ασφάλισης!

• Κάτω τα χέρια από τα δημόσια πανεπιστήμια της Βραζιλίας! Μακριά τα χέρια από την ακαδημαϊκή ελευθερία! Καμία παρεμβολή στις εκλογές των πρυτανικών αρχών.

• Κάτω το πρόγραμμα «Ακομμάτιστο σχολείο»! Όχι στα κινητά τηλέφωνα καταγραφής10 στην τάξη! Διατήρηση του προϋπολογισμού της εκπαίδευσης και στη διά ζώσης παιδεία (πρόσωπο με πρόσωπο) στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

• Τέλος στον πόλεμο κατά των ναρκωτικών και των φτωχών! Όχι στην απελευθέρωση της οπλοκατοχής. Όχι στη μείωση του ηλικιακού ορίου στις ποινές, που προτάθηκε από τον μελλοντικό υπουργό Sérgio Moro. Οι νέοι χρειάζονται σχολεία, όχι φυλακές. Νομιμοποίηση της μαριχουάνας. Συντονισμένη προσπάθεια του δικαστικού σώματος να επιταχύνει τις δίκες των 200.000 κρατουμένων που παραμένουν στη φυλακή χωρίς δίκη.

Η εκλογική νίκη του Μπολσονάρο αποτελεί στην πραγματικότητα μέρος της αναζωπύρωσης των αυταρχικών καθεστώτων που καταπνίγουν τις δημοκρατικές κατακτήσεις των τελευταίων δεκαετιών, με τον Πούτιν στη Ρωσία, τον Όρμπαν στην Ουγγαρία, το καθεστώς PiS στην Πολωνία, τον Ερντογάν στην Τουρκία, τον Ντουτέρτε στις Φιλιππίνες, τον Τράμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Νετανιάχου στο Ισραήλ, τα ακροδεξιά κόμματα στην κυβέρνηση της Αυστρίας ή της Ιταλίας… Είναι απαραίτητο ένα διεθνές αντι-αυταρχικό και αντιολιγαρχικό κίνημα, επειδή η κατάσταση απαιτεί ευρεία κινητοποίηση όλων των πολιτικών δυνάμεων που υποστηρίζουν τα δημοκρατικά δικαιώματα των εργαζομένων, τα δικαιώματα των γυναικών, την προστασία του περιβάλλοντος και του κλίματος, την ανθρώπινη ελευθερία κινήσεων, εν συντομία κατά της καταπίεσης κάθε είδους. Η οικοδόμηση ενός τόσο παγκόσμιου κινήματος είναι καθήκον που πρέπει να μπει στην ημερήσια διάταξη.

Εκτελεστικό Γραφείο της 4ης Διεθνούς

[μετά από γραπτή συζήτηση και με τους βραζιλιάνους συντρόφους]

5 Δεκεμβρίου 2018

Τέταρτη Διεθνής