Ο Hugo Blanco γεννήθηκε στις 15 Νοεμβρίου 1934 στο Κούσκο του Περού. Πέθανε στις 25 Ιουνίου 2023 στην Ουπσάλα της Σουηδίας.
«Ο Ούγκο Μπλάνκο δίνει το παράδειγμα». Αυτό έγραφε ο Τσε Γκεβάρα για την περίοδο αυτή της ζωής του Μπλάνκο, όταν αυτός ήταν ο βασικός οργανωτής του κινήματος για την αγροτική μεταρρύθμιση από τα κάτω στην Λα Κονβενσιόν και στο Λάρες του Περού, μεταξύ του 1958 και του 1963. Η καταστολή κατά των αγροτών τους οδήγησε στο να οργανώσουν ένοπλες ομάδες αυτοάμυνας.
Η καθοριστική αυτή περίοδος για τη ζωή του Ούγκο είναι ασφαλώς πλούσια σε διδάγματα για τους επαναστάτες του κόσμου ολόκληρου, αλλά το ίδιο ισχύει και για τις πολλές άλλες φάσεις της μακρυάς του ζωής.
Εξαιτίας του ρόλου του ως οργανωτή των αγροτών, ο Μπλάνκο συνελήφθη. Η τοπική αστυνομία είχε την εντολή να τον σκοτώσει, ενώ η στρατιωτική αστυνομία είχε την εντολή να τον συλλάβει ζωντανό. Ευτυχώς ήταν η τελευταία που τον συνέλαβε. Αλλά στη διάρκεια της δίκης του, που διεξήχθη στην Τάκνα, γιατί το κράτος εκτιμούσε ότι θα είχε μικρότερη υποστήριξη σε αυτή την πόλη απ’ό,τι στο Κούσκο, ο εισαγγελέας ζήτησε τη θανατική ποινή.
Τελικά, καταδικάστηκε σε 25 χρόνια φυλακή και φυλακίστηκε στο οχυρό του νησιού-φυλακή Ελ Φροντόν. Αυτό αποτελούσε εν μέρει μια νίκη της σημαντικής διεθνούς καμπάνιας υπέρ της απελευθέρωσής του, που οργάνωσε η 4η Διεθνής αλλά που είχε και μια πολύ ευρύτερη στήριξη, ιδιαίτερα από προσωπικότητες όπως η Σιμόν ντε Μποβουάρ και ο Μπέρτραν Ράσελ. Το 1968, επιλέχτηκε ως “ο φυλακισμένος της χρονιάς” από το σουηδικό τμήμα της Διεθνούς Αμνηστίας.
Κατά τη φυλάκισή του, που διήρκησε πέντε χρόνια, έγραψε πολλά. Μια μετάφραση στα αγγλικά ενός τμήματος των γραπτών του δημοσιεύτηκε, με τον τίτλο “Land or Death : The Peasant Struggle in Peru” το 1977 (Tierra y Libertad: La lucha campesina en Perú).
Η γραφή του είναι εξαιρετικά ζωντανή, τόσο σε αυτό το πρώτο βιβλίο του όσο και σε όλα όσα ακολούθησαν, στη διάρκεια των πολλών δεκαετιών, όπου μεταφέρει λαμπρά τη βάναυση πραγματικότητα στην οποία υποβάλλονται οι ακτήμονες από τους γεωκτήμονες, που τους επέβαλλαν φεουδαρχικού τύπου δουλοπαροικία. Το ότι οι ιθαγενικές κοινότητες εξαναγκάζονταν να δουλεύουν τη γη που τους είχε κλέψει ο ιμπεριαλισμός εντάσσεται σε αυτή την αναξιοπρέπεια που οδηγεί στην αντίσταση -και, σε ορισμένες στιγμές, και στην εξέγερση.
Ο Μπλάνκο, προερχόμενος από μια πολιτικοποιημένη οικογένεια, ξεκίνησε την πολιτική του δραστηριότητα στην ηλικία των 17 ετών, στο Πανεπιστήμιο του Κούσκο, το 1951, οργανώνοντας μια επιτυχημένη απεργία ενάντια σε μια δικτατορική διεύθυνση. Έγινε τροτσκιστής και μέλος της 4ης Διεθνούς, όταν φοιτούσε στην Αργεντινή, με κίνητρο ιδιαίτερα την αντίθεση στο πραξικόπημα της Γουατεμάλας, το 1954. Εγκαταλείπει τις σπουδές του και γίνεται εργοστασιακός εργάτης και ενεργός ακτιβιστής στην Λα Πλάτα.
Επιστρέφοντας στο Περού το 1957, πιάνει δουλειά πάλι σε ένα εργοστάσιο και στρατεύεται στην πολιτική δράση στη Λίμα. Συμμετέχει στην οργάνωση μιας διαδήλωσης κατά της επίσκεψης του Νίξον στην πρωτεύουσα του Περού το 1958. Ίσως για να ξεφύγει από την προσοχή της αστυνομίας που ενδιαφερόταν όλο και περισσότερο για τις δραστηριότητές του, μετακομίζει στην Λα Κονβενσιόν και γίνεται αγρότης υπονοικιάζοντας γη.
Χωρίς να υποτιμούμε τη δουλειά που είχε κάνει ως τότε, σε αυτό ανέπτυξε την πιο σημαντική του συμβολή στην επαναστατική πάλη και στις ριζοσπαστικές ιδέες.
Το έλεγε άλλωστε και ο ίδιος, σε μια συνέντευξή του το 2020: “Προσωπικά, αυτό που θεωρώ ως πιο σημαντικό στη διάρκεια της ζωής μου, είναι ο αγώνας για να ανήκει η γη σε αυτόν που την δουλεύει, είναι η οργάνωση του αγώνα αυτού με δημοκρατικό τρόπο μέσα από την υιοθέτηση αποφάσεων σε γενικές συνελεύσεις, καθώς και η διεκδίκηση για την αξιοπρέπεια του ιθαγενούς και αγροτικού πληθυσμού”.
Όταν ήταν φυλακή ο Μπλάνκο, πρόεδρος του Περού έγινε ο Χουάν Βελάσκο μετά από ένα πετυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα. Αυτός παρουσιαζόταν ως προοδευτικός και ευνοϊκός προς την αγροτική μεταρρύθμιση. Προσπάθησε μάλιστα να κλείσει και μια συμφωνία με τον Ούγκο, λέγοντάς του ότι θα τον έβγαζε από τη φυλακή εάν δεχόταν να μπει στην ομάδα του για την ετοιμασία της αγροτικής μεταρρύθμισης. Ο Ούγκο του απάντησε: “Θα μπορούσα να συμμετάσχω στην ομάδα σας, εάν η μεταρρύθμιση που θα κάνουμε δεν θα είναι ούτε αυτή που θέλετε εσείς, ούτε αυτή που θέλω εγώ, αλλά θα πάμε σε όλη τη χώρα, θα ρωτήσουμε και θα κάνουμε την αγροτική μεταρρύθμιση που οι ίδιοι οι άνθρωποι θέλουν”.
Ο Βελάσκο δεν δέχεται την πρόταση, αλλά μετά από τεράστιες πιέσεις, δέχεται τελικά να εξορίσει τον Μπλάνκο στο Μεξικό, το 1971. Την επόμενη χρονιά, ο Ούγκο Μπλάνκο πηγαίνει στην Αργεντινή και μετά στη Χιλή, όπου είναι τότε στην εξουσία ο Αλιέντε. Κατά το πραξικόπημα κατά του Αλιέντε, το 1973, καταφεύγει στη σουηδική πρεσβεία και παίρνει άσυλο από τη χώρα αυτή, στην οποία και θα διαμείνει πολλά χρόνια.
Το 1975, ο Μπλάνκο επιστρέφει στο Περού. Ο Βελάσκο έχει ανατραπεί από τον Μπερμούντες, ο οποίος είχε υποσχεθεί να αμνηστεύσει όλους όσους είχαν εξοριστεί από τον προκάτοχό του. Για ένα χρόνο, ο Ούγκο μπορεί να ταξιδεύει σε όλη τη χώρα, αλλά στις 3 Ιουλίου του 1976, όταν πολλαπλασιάζονται οι διαμαρτυρίες κατά της λιτότητας, και πάλι συλλαμβάνεται και απελάσσεται στη Σουηδία.
Το 1978 μπορεί και πάλι να επιστρέψει στη χώρα του, όπου γίνεται υποψήφιος για τη συντακτική συνέλευση μέσα από μια λίστα της ενωμένης αριστεράς, το Frente Obrero Campesino, Estudiantil y Popular (FOCEP), που υποστηρίζεται από το Partido Revolucionario de los Trabajadores (PRT), τους περουβιανούς της 4ης Διεθνούς. Τότε ξεκινάει και μια περιοδεία εκδηλώσεων στην Ευρώπη, για να καταγγείλει την καταστολή, πράγμα που του δίνει τόσο μεγάλη υποστήριξη που τελικά του χορηγείται η άδεια να επιστρέψει και να ορκιστεί ως βουλευτής.
Κατά την επόμενη δεκαετία, ο Ούγκο κατείχε πολλές αιρετές θέσεις -στο Κογκρέσο, από το 1980 ώς το 1985, για το Partido Unificado Mariateguista, και στη Γερουσία για την Izquierda Unida, από το 1990 ώς το 1992, όπου εκλέχθηκε από ενωτικές καμπάνιες που στηρίχτηκαν από το περουβιανό τμήμα της 4ης Διεθνούς. Το 1980, κατά τις πρώτες προεδρικές εκλογές μετά από πάρα πολλά χρόνια, ο Μπλάνκο επίσης κατέβηκε ως υποψήφιος του PRT.
Το 1993, αναγκάζεται και πάλι να διαφύγει, εξαιτίας της απειλής του “Φωτεινού Μονοπατιού” και των υπηρεσιών ασφαλείας και ζει στο Μεξικό για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Επηρεάστηκε πολύ από την ζαπατίστικη εξέγερση του 1994 στο Τσιάπας. Κατόπιν επέστρεψε στο Περού και άρχισε πάλι τη δουλειά του για την οικοδόμηση του αγροτικού κινήματος, ξεκινώντας να δημοσιεύει το μηνιαίο περιοδικό Lucha Indigena (Ιθαγενικός Αγώνας) το 2006.
Κατά τον 20ο αιώνα, ήταν πολλοί οι επαναστάτες σοσιαλιστές που κατάλαβαν τη σημασία της πάλης για τον οικοσοσιαλισμό απέναντι στην περιβαλλοντική καταστροφή στην οποία όλο και περισσότερο προσκρούουμε. Ο Ούγκο υποστήριξε πως, ακόμα και αν οι ιθαγενικές κοινότητες δεν χρησιμοποιούν τον όρο οικοσοσιαλισμός, ωστόσο αγωνίζονται για τον οικοσοσιαλισμό εδώ και πάνω από 500 χρόνια.
Οι ιθαγενείς των Άνδεων και του Αμαζονίου πιστεύουν πως “η ανθρωπότητα είναι μια κόρη και τμήμα της Μητέρας Γης. Πρέπει να ζούμε πλήρως μέσα της, σε αρμονία μαζί της. Αγαπάμε την Pachamama και την φροντίζουμε. Ελπίζουμε παθιασμένα να ξανααρχίσουμε να θεμελιώνουμε την οικονομία μας στην πλούσια βιοποικιλότητα μέσα από μια φυσική γεωργία και ιατρική, καθώς και από όλες τις σύγχρονες προόδους που δεν κάνουν κακό”.
Η υγεία του Ούγκο υπέφερε από τα πολλαπλά πλήγματα που είχε υποστεί στη διάρκεια των χρόνων αγώνα του. Το 2002, αναγκάστηκε να χειρουργηθεί στο κεφάλι, στο Μεξικό, και κατόπιν ανέρρωσε στην Κούβα. Η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε και πάλι κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του και πέθανε στη Σουηδία μετά από μια σύντομη αλλά σοβαρή ασθένεια.
Ακόμα και αν ο Ούγκο Μπλάνκο δεν ήταν τυπικά μέλος της 4ης Διεθνούς όταν πέθανε, ωστόσο συμμετείχε σε οργανώσεις της 4ης Διεθνούς, ήδη από όταν ήταν νέος στην Αργεντινή, και επί πολλές δεκαετίες. Πάντα τον θεωρούσαμε σύντροφο και το ίδιο και εκείνος εμάς. Και μάλιστα υπογράμμιζε το γεγονός ότι η 4η Διεθνής ήταν αυτή που έκανε κάθε φορά καμπάνια για να τον σώσει όταν απειλούταν η ζωή του.
Οι περισσότεροι από μας μάθαμε το θάνατό του από τις αναρτήσεις των παιδιών του στα κοινωνικά δίκτυα, μαζί με το χαμογελαστό του πρόσωπο και το εμβληματικό του ψάθινο καπέλο, τις ημερομηνίες της ζωής του, και τα εξής λόγια του Μπέρτολτ Μπρεχτ:
Υπάρχουν αυτοί που αγωνίζονται μια μέρα και είναι καλοί,
Υπάρχουν αυτοί που αγωνίζονται για ένα χρόνο και είναι καλύτεροι,
Υπάρχουν αυτοί που αγωνίζονται για πολλά χρόνια και είναι ακόμα καλύτεροι,
Αλλά υπάρχουν και αυτοί που αγωνίζονται μια ολόκληρη ζωή: αυτοί είναι απαραίτητοι.
Με αυτά τα λόγια, εξάλλου, είναι που αρχίζει και η εισαγωγή του βιβλίου του Ούγκο Μπλάνκο “We the Indians : the indigenous peoples of Peru and the struggle for land” (Resistance Books and Merlin Press 2018). Εάν στεναχωριόμαστε που δεν θα μπορούμε πλέον να αγωνιζόμαστε στο πλευρό του Ούγκο ούτε να μιλάμε μαζί του διαπροσωπικά, είμαστε ωστόσο σίγουροι(-ες) ότι οι ιδέες του και η ακούραστη αποφασιστικότητά του θα συνεχίζουν να ζουν στην καρδιά πολλών, όπως και στη δικιά μας.
Angel Hugo Blanco Galdós Presente !
Εκτελεστικό Γραφείο της 4ης Διεθνούς
28 Ιουνίου 2023
Μετάφραση: ΤΠΤ-"4"